ΦΑΚΕΛΟΣ ΑΘΕΟΛΟΓΙΑ
Επιμέλεια: Κλεάνθης Γρίβας
Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό ΖΕΝΙΘ, τεύχος 13, 2006
Μέρος 2. Ιστορία
Julian Baggini: Αθεϊσμός
Απόσπασμα από το Julian Baggini: Αθεϊσμός
(Oxford University Press, 2003 - Ελληνικά Γράμματα, 2006)
Julian Baggini (γεν. 1968). Βρετανός φιλόσοφος. Εκδότης του «The Philosophers' Magazine». Ανάμεσα στα έργα του περιλαμβάνονται και τα: Atheism: A Very Short Introduction (OUP). What's It All About? Philosophy and the Meaning of Life (Granta). The Pig That Wants To Be Eaten and 99 Other Thought Experiments (Granta)
Περιεχόμενα
1. Η γένεση του αθεϊσμού
2. Η γένεση του αναγνωρισμένου αθεϊσμού
3. Αθεϊσμός και Διαφωτισμός
4. Συμπέρασμα
1. Η γένεση του αθεϊσμού
Πότε παρουσιάστηκε ο αθεϊσμός; Υπάρχουν δύο απαντήσεις σε αυτό το ερώτημα που μπορεί να αποδειχθούν αλληλοσυγκρουόμενες.
• Η πρώτη είναι πως ο αθεϊσμός εμφανίστηκε κατά την αυγή του δυτικού πολιτισμού, στην Αρχαία Ελλάδα. Αυτό υποστηρίζει ο Θρόουερ (James Thrower) στο βιβλίο του Δυτικός Αθεϊσμός ( Western Atheism).
• Η δεύτερη είναι ότι ο αθεϊσμός αναδύθηκε κατά το 18ο αιώνα. Αυτό ισχυρίζεται ο Μπέρμαν (David Berman), στο βιβλίο του Η Ιστορία τον Αθεϊσμού στη Βρετανία (A History of Atheism in Britain).
Η διαμάχη, ωστόσο, είναι επιφανειακή [γιατί] οι απαρχές του αθεϊσμού βρίσκονται στην Αρχαία Ελλάδα, αλλά ως διακριτό και αναγνωρισμένο σύστημα αξιών εμφανίστηκε μόνο στα τέλη του Διαφωτισμού.
Ο αθεϊσμός μπορεί να κατανοηθεί τόσο ως άρνηση της θρησκείας όσο και ως ένα αυτοτελές σύστημα αξιών. Αυτό συμβαίνει εάν δεσμευθούμε ότι υπάρχει μόνο ένας κόσμος κι αυτός είναι ο φυσικός. [Σ’ αυτή την περίπτωση] για να κατανοήσουμε την προέλευση του αθεϊσμού, πρέπει πρώτα να κατανοήσουμε την προέλευση της φυσιοκρατίας.
• Η φυσιοκρατία εμφανίζεται με τους προσωκρατικούς Μιλήσιους φιλοσόφους του 6ου αιώνα π.Χ., τον Θαλή, τον Αναξίμανδρο και τον Αναξιμένη. Αυτοί οι φιλόσοφοι ήταν οι πρώτοι που απέρριψαν τις μυθολογικές εξηγήσεις και υποστήριξαν τις φυσιοκρατικές, διατυπώνοντας μια επαναστατική ιδέα: Η φύση μπορεί να κατανοηθεί ως αυτοτελές σύστημα, το οποίο λειτουργεί βάσει νόμων κατανοητών από την ανθρώπινη λογική. Αυτό σηματοδότησε μία θεμελιώδη μεταβολή στον προσανατολισμό των ερμηνευτικών θεωριών.
• Η επιστήμη αποτελεί ένα μόνο επακόλουθο της νέας κατεύθυνσης που ακολούθησαν οι Προσωκρατικοί για να εξετάσουν τον κόσμο. Η επανάσταση που προκάλεσαν στη σκέψη δεν έγκειται αποκλειστικά στην αντικατάσταση της μυθολογίας από την επιστήμη, αλλά γενικά στην αντικατάσταση του μύθου από την ορθολογική ερμηνεία.
Για να εξηγήσουμε αυτό το σημείο καλύτερα, ας εξετάσουμε την εξέλιξη της Ιστορίας στην Αρχαία Ελλάδα μέσα από τα έργα του Ηρόδοτου και του Θουκυδίδη… Η αληθινή ιστορία αυτής της εξέλιξης δεν συνίσταται στην αλλαγή κατεύθυνσης που συμβαίνει μεταξύ της απόλυτης μυθολογίας του Ηρόδοτου και της αντικειμενικής πραγματικότητας του Θουκυδίδη.
Υπάρχει μία σχέση ανάμεσα στην εξέλιξη της φιλοσοφίας των Μιλήσιων και της ιστορίας του Θουκυδίδη, εξέλιξη που αποτελεί κάτι περισσότερο από απλή απόρριψη του μύθου. Η σχέση βρίσκεται σε αυτό που αντικαθιστά το μύθο. Και στις δύο περιπτώσεις, ο μύθος αντικαθίσταται από τον ορθολογισμό. Σε γενικές γραμμές, ορθολογική αφήγηση είναι εκείνη που περιορίζεται σε αιτίες, αποδείξεις και επιχειρήματα που επιδέχονται λεπτολόγο εξέταση, αξιολόγηση, αποδοχή ή απόρριψη, με βάση αρχές και γεγονότα που βρίσκονται στη διάθεση όλων. Κατάλληλη ορθολογική αφήγηση είναι εκείνη, της οποίας δεν χρειάζεται να καλύψουμε τα κενά με υποθέσεις, γνώμες ή οποιεσδήποτε άλλες αβάσιμες πεποιθήσεις.
Έτσι, ο ορθολογισμός πλέον χαρακτηρίζει τόσο την επιστήμη, τα θεμέλια της οποίας έθεσαν οι Προσωκρατικοί, όσο και τη μελέτη της Ιστορίας, η οποία ξεκινά με τον Θουκυδίδη. Η Ιστορία συνίσταται πλέον στην προσπάθεια να διηγηθούμε τα συμβάντα του παρελθόντος βασισμένοι στα τεκμήρια και στα επιχειρήματα που είναι διαθέσιμα και αξιολογήσιμα από όλους. Η επιστήμη μεταβάλλεται σε προσπάθεια να εξηγήσουμε με αντίστοιχα μέσα τη λειτουργία του κόσμου. Οι Μιλήσιοι ξεκίνησαν αυτή την ευρύτερη επανάσταση στη σκέψη.
Μπορούμε, λοιπόν, να κατανοήσουμε το λόγο για τον οποίο η φυσιοκρατία, που βρίσκεται στην καρδιά και τις ρίζες του αθεϊσμού, θεμελιώνεται και η ίδια επί του ορθολογισμού. Η φυσιοκρατία προκύπτει από τον ορθολογισμό, και, έτσι, θεμέλιο για την προέλευση του αθεϊσμού αποτελεί περισσότερο ο ορθολογισμός παρά η φυσιοκρατία. Επομένως, ο αθεϊσμός θεμελιώνεται σε μία ευρύτερη υποχρέωση στην αξία της ορθολογικής εξήγησης, της οποίας η επιστήμη είναι απλώς ένα θεαματικά επιτυχές παράδειγμα.
Εν συντομία, ο αθεϊσμός έχει τις ρίζες του στη φυσιοκρατία, η οποία έχει τις ρίζες της στον ορθολογισμό. Η προέλευση τόσο του ορθολογισμού όσο και της φυσιοκρατίας πρέπει να αναζητηθεί στην Αρχαία Ελλάδα, και κατά μία έννοια αυτό σηματοδοτεί το πρώτο κεφαλαίο στην ιστορία του αθεϊσμού. Το σημαντικό είναι ότι η αφετηρία του αθεϊσμού έχει ταυτιστεί με τις απαρχές του δυτικού ορθολογισμού συνολικά. Έτσι, ο αθεϊσμός μπορεί να θεωρηθεί ως μέρος μίας ευρύτερης, προοδευτικής εξέλιξης της ανθρώπινης διάνοιας και νόησης. Αυτή η ταύτιση του αθεϊσμού με την πρόοδο ενισχύεται, αν λάβει κανείς υπ' όψιν του το επόμενο μεγάλο στάδιο στην εξέλιξη του αθεϊσμού, τον Διαφωτισμό.
2. Η γένεση του αναγνωρισμένου αθεϊσμού
Ο Μπερμαν, που έγραψε ένα βιβλίο για την ιστορία του αθεϊσμού, υποστηρίζει ότι το πρώτο αναγνωρισμένο αθεϊστικό έργο ήταν το κείμενο του Βαρόνου του Χόλμπαχ (Holbach), Το Σύστημα της φύσης (Système de L· nature), που δημοσιεύθηκε το 1770, ενώ στη Βρετανία το πρώτο αθεϊστικό έργο που εκδόθηκε ήταν η Απάντηση στις επιστολές του Dr. Priestley προς έναν άπιστο φιλόσοφο, δημοσιευμένο το 1782. Η πατρότητα του τελευταίου κειμένου αμφισβητείται και είναι πιθανό να υπήρξε έργο δύο συγγραφέων, του Χάμον (William Hammon) και του Τέρνερ (Matthew Turner).
Οι ακαδημαϊκοί δεν συμφωνούν σχετικό με το εάν υπάρχουν αθεϊστικά έργα προγενέστερα των παραπάνω. Ο Θρόουερ είναι βεβαίως πεπεισμένος ότι κάποια κείμενα του Δημόκριτου και του Λουκρήτιου είναι αθεϊστικά, παρότι συμφωνεί ότι ο Χόλμπαχ ήταν αδιαμφισβήτητα ο «πρώτος δηλωμένος αθεϊστής της Δυτικής Παράδοσης».
Επομένως, η γενική εξήγηση του Θρόουερ συνάδει με τη διαβεβαίωση του Μπέρμαν ότι ο αθεϊσμός δεν προέκυψε ως πλήρως διαρθρωμένη και διακριτή δύναμη παρά μόνο στο τέλος του 18ου αιώνα. Νωρίτερα είχαμε μεμονωμένα έργα, που θα μπορούσαν να θεωρηθούν αθεϊστικά. Είχαμε επίσης και περιόδους στην Ιστορία, κατά τις οποίες ο Θεός ή οι θεοί θεωρούνταν ότι δεν σχετίζονταν με κάποια στρώματα της κοινωνίας, όπως με τις ανώτερες τάξεις της πρώιμης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Δεν υπήρξε όμως συστηματική και συνεχής προσπάθεια να εμφανιστεί και να προωθηθεί δημοσίως μία αθεϊστική κοσμοαντίληψη ως εναλλακτική της αντίστοιχης θρησκευτικής.
3. Αθεϊσμός και Διαφωτισμός
Η ανάδυση του αθεϊσμού [κατά την περίοδο του Διαφωτισμού] συνάδει με την προοδευτική ιστορία του αθεϊσμού, που πηγάζει από τη γένεση του δυτικού ορθολογισμού στην Αρχαία Ελλάδα.
Όπως η φυσιοκρατία και ο ορθολογισμός, οι πρόδρομοι του αθεϊσμού, υπήρξαν καρποί της μετάβασης από το μύθο στο λόγο, έτσι και ο αθεϊσμός, ως αναγνωρισμένο δόγμα, αποτελεί καρπό της μετάβασης στις αξίες του Διαφωτισμού.
Είναι δηλωτικό της επιτυχίας του Διαφωτισμού ότι τα πιο βασικά δόγματα του εδραιώνονται σήμερα στην αντίληψη μας περί πολιτισμένης και σύγχρονης κοινωνίας, αν και είναι του συρμού η απομυθοποίηση των ιδεωδών του κινήματος…
● Ίσως μελετάμε την ακριβή σημασία της ισότητας, της ελευθερίας και της ανοχής, όμως και οι τρεις έννοιες είναι θεμελιώδεις για τη συγκρότηση μίας καλής και δίκαιης κοινωνίας.
● Ίσως έχουμε χάσει λίγη από την αισιοδοξία του Διαφωτισμού για τη δύναμη του λόγου, όμως σίγουρα δεν θα μας άρεσε να επιστρέψουμε σε μία κοινωνία που στηρίζεται σε δεισιδαιμονίες.
● Και παρόλο που μερικοί θεωρούν ότι σήμερα δεν σεβόμαστε την αυθεντία, λίγοι πιστεύουν υπεύθυνα ότι πρέπει να επιστρέψουμε σε μία εποχή κατά την οποία τα αξιώματα ήταν κληρονομικά, όταν μόνο οι άνδρες της μεσαίας τάξης είχαν πολιτικά δικαιώματα και οι ηγέτες του κλήρου ασκούσαν μεγάλη πολιτική εξουσία.
● Συνεπώς, κάθε λογικός άνθρωπος πρέπει να θεωρήσει τον Διαφωτισμό ως ένα σπουδαίο σταθμό στην πρόοδο της δυτικής κοινωνίας, παρά τα μειονεκτήματα που τον χαρακτήριζαν. Επίσης, δεν πρέπει να αμφισβητεί κανείς πως τα κύρια ιδεώδη του έχουν θριαμβεύσει.
Η εμφάνιση του αθεϊσμού και του Διαφωτισμού κατά την ίδια ιστορική περίοδο υποδηλώνει τουλάχιστον ότι υπάρχει κάποια σχέση· και δεν είναι δύσκολο να δούμε πώς αυτή προέκυψε.
Ο αθεϊσμός προκαλεί τη διαφωτιστική απόρριψη της δεισιδαιμονίας, της ιεραρχίας και της ορθολογικά αβάσιμης ισχύος ενός αξιώματος, την οποία πολλοί θα θεωρούσαν λογικό συμπέρασμα. Από τη στιγμή που αρχίσαμε να αντιμετωπίζουμε τη θρησκεία υπό το ψυχρό φως της λογικής, η αναλήθειά της κατέστη αυταπόδεικτη. Προφανώς ήταν δεισιδαιμονία και μύθος, θεμελιωμένη όχι στο θείο αλλά σε συγκεκριμένες, επιτόπιες ανθρώπινες πρακτικές…
Μερικοί χρησιμοποίησαν την υποτιθεμένη οικουμενικότητα της πίστης στον Θεό ως επιχείρημα για την ύπαρξη του Θεού. Όμως η παραλλαγή του παλαιού αποφθέγματος «πενήντα εκατομμύρια Γάλλοι δεν μπορεί να σφάλλουν», μοιάζει κάπως αδύναμη για να συγκροτεί ορθολογικό επιχείρημα. Εξάλλου, κάποια δεδομένη στιγμή σχεδόν ολόκληρος ο πληθυσμός του κόσμου νόμιζε ότι η βροχή έρχεται από τους θεούς ή ότι η Γη είναι το κέντρο του σύμπαντος. Βεβαίως, έκαναν λάθος και δεν χρειάζεται πολλή σκέψη για να συνειδητοποιήσουμε ότι η ευρεία συμφωνία δεν μπορεί να καθιστά κάτι αληθές ή ψευδές.
Ωστόσο, αυτό που αποκαλύπτει η ευρεία προσήλωση στη θρησκεία είναι πως ο αθεϊσμός πραγματικά μάχεται εναντίον υπέρτερων δυνάμεων. Εξηγεί επίσης τον ιστορικό λόγο για τον οποίο ο αθεϊσμός έχει περισσότερο οριστεί αποφατικά ως άρνηση της πίστης στον Θεό, παρά θετικά ως ένα είδος φυσιοκρατίας… Και είναι ανάγκη να εξετάσουμε τον αθεϊσμό αποφατικά μόνο κατά το βαθμό στον οποίο η θρησκευτική πίστη αποτελεί τον κανόνα. Και η θρησκευτική πίστη ήταν και εξακολουθεί να είναι ο κανόνας σε όλο τον κόσμο.
Η καθιέρωση ενός συστήματος πεποιθήσεων ως αξιόπιστης εναλλακτικής λύσης έναντι της θρησκείας αποτελεί θρίαμβο. Σε αυτό το σύστημα πίστεψαν εκατομμύρια άνθρωποι (ιδίως έξυπνοι και καλλιεργημένοι), αντίθετα προς τη σχεδόν ομόφωνη πολεμική που δέχθηκαν. Το συγκεκριμένο σύστημα θεμελιώθηκε σε λίγο περισσότερα από 200 χρόνια. Επίσης, μας υπενθυμίζει πόση λίγη εμπειρία έχουμε στο να ζούμε τη ζωή μας και να βάζουμε σε τάξη την κοινωνία μας χωρίς το υπόβαθρο της θρησκείας. Ο μαζικός αθεϊσμός είναι ακόμη σε νεαρή ηλικία και ως τέτοιος πρέπει να περιμένουμε ότι θα παρουσιάσει κάποια σημάδια της ανωριμότητας του.
4. Συμπέρασμα
Η άνοδος του αθεϊσμού συνδέεται ουσιαστικά με την εμφάνιση του ορθολογισμού στην Αρχαία Ελλάδα και τη βαθμιαία ακμή του κατά τον Διαφωτισμό. Επομένως, ο αθεϊσμός είναι αναπόσπαστο στοιχείο της προοδευτικής εξέλιξης του ανθρώπινου πολιτισμού, κατά την οποία η δεισιδαιμονία αντικαθίσταται από την ορθολογική ερμηνεία, και στην οποία απεκδυόμεθα τις ψευδαισθήσεις περί υπερφυσικού βασιλείου και μαθαίνουμε πώς να ζούμε μέσα στο φυσικό.
Προϊούσης της Ιστορίας, πολλοί αθεϊστές συνέκριναν τις πεποιθήσεις τους με κάποια μορφή ανάπτυξης. Ο Φρόιντ, για παράδειγμα, θεώρησε ότι η θρησκευτική πίστη είναι ένα είδος υπαναχώρησης στην παιδική ηλικία. Με τη θρησκεία γινόμαστε σαν τα παιδιά: εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι είμαστε προστατευμένοι εντός ενός κόσμου, στον οποίο οι καλοκάγαθοι γονείς μάς φροντίζουν. Δεν είναι τυχαίο ότι στην ιουδαϊκή και χριστιανική παράδοση ο Θεός ονομάζεται «πατέρας».
Ο αθεϊσμός απομακρύνει τις παιδαριώδεις ψευδαισθήσεις και μας δείχνει ότι πρέπει να χαράσσουμε μόνοι την πορεία μας στον κόσμο. Δεν έχουμε θεϊκούς γονείς οι οποίοι μας προστατεύουν πάντοτε και που είναι αναμφισβήτητα καλοί. Αντιθέτως, ο κόσμος είναι ένα μεγάλο και τρομακτικό μέρος, αλλά μας προσφέρει ευκαιρίες να δημιουργήσουμε τη ζωή μας.
Η απώλεια της παιδικής αθωότητας είναι «δίκοπο μαχαίρι». Υπάρχει κάτι για το οποίο πρέπει να θρηνήσουμε και κάτι για το οποίο πρέπει να φοβηθούμε. Από αυτό το στοιχείο προκύπτει ο σκοτεινός τόνος του αθεϊστικού συστήματος πεποιθήσεων, που είναι συγγενικός με αυτή την απώλεια. Αυτή, όμως, είναι και η προϋπόθεση για να αποκτήσει ο ενήλικος μία ζωή γεμάτη νόημα. Αν δεν χάσουμε την παιδική αθωότητα μας, δεν μπορούμε να γίνουμε σωστοί ενήλικοι. Κατά τον ίδιο τρόπο, εάν δεν αποτινάξουμε τις αντιλήψεις της αθωότητας περί της ύπαρξης ενός υπερφυσικού κόσμου, δεν μπορούμε να ζήσουμε έτσι που να καταξιώνεται η πεπερασμένη και θνητή φύση μας. Ο αθεϊσμός σχετίζεται με την πρόοδο, με τη διάθεση να εκμεταλλευόμαστε τις ευκαιρίες που μας δίνει η ζωή. Αυτό, βέβαια, ενέχει τον κίνδυνο της αποτυχίας και τον κίνδυνο της απώλειας των καθησυχαστικών ψευδαισθήσεων.
Ο ρεαλισμός αυτού του είδους σημαίνει ότι ο αθεϊσμός ουδέποτε θα μπορέσει να παρουσιαστεί ως μετριοπαθής, θετική ευτυχία. Στην πραγματική ζωή δεχόμαστε τόσο τα θετικά όσο και τα αρνητικά, το καλό και το κακό εξίσου, την πιθανότητα αποτυχίας όσο και τη φιλοδοξία για επιτυχία. Ο αθεϊσμός μιλά για την αλήθεια της ανθρώπινης φύσης μας, διότι τα αποδέχεται όλα, και δεν επιδιώκει να μας προστατεύσει από την αλήθεια επικαλούμενος το μύθο και τη δεισιδαιμονία.
Απόσπασμα από το Julian Baggini: Αθεϊσμός (Oxford University Press, 2003 - Ελληνικά Γράμματα, 2006)