ΣΑΜΠΟΤΑΖ ΣΤΟΥΣ ΑΓΩΓΟΥΣ NORD STREAM – ΠΟΙΟΣ ΩΦΕΛΕΙΤΑΙ;
Alex Latier και Johannes Stern - Global Research – 30 Σεπτεμβρίου 2022
https://www.globalresearch.ca/bombing-nord-stream-pipeline-who-benefits/5794980
ΚΑΙ Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ
Τόνι Καρταλούτσι - Global Research – 20 Δεκεμβρίου 2018
Τη Δευτέρα, 25/09/2022, ισχυρές υποβρύχιες εκρήξεις έπληξαν σημειώθηκαν στους αγωγούς Nord Stream 1 και 2, οι οποίοι μεταφέρουν ρωσικό φυσικό αέριο κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα στη Γερμανία. Νησίδες αερίου διαμέτρου ενός χιλιομέτρου ανεβαίνουν στην επιφάνεια από τις εκρήξεις που σημειώθηκαν στα ύδατα της Δανίας. Δεκάδες δισεκατομμύρια δολάρια σε υποδομές ζωτικής σημασίας για τη χρηματοδότηση της οικονομίας της Ρωσίας και την τροφοδοσία και τη θέρμανση της γερμανικής και ευρωπαϊκής οικονομίας, είναι ερείπια.
Καθώς οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ διεξάγουν πόλεμο εναντίον της Ρωσίας στην Ουκρανία, αυτό το γεγονός δείχνει την απερίσκεπτη στρατιωτική κλιμάκωση που βρίσκεται σε εξέλιξη στην Ευρώπη. Η πρωθυπουργός της Δανίας Mette Frederiksen είπε ότι οι εκρήξεις ήταν αποτέλεσμα «εσκεμμένης δράσης» από άγνωστα μέρη, ενώ ο Σουηδός σεισμολόγος Bjorn Lund είπε: «Δεν υπάρχει αμφιβολία, δεν πρόκειται για σεισμό».
Αν και τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης κατηγόρησαν αμέσως τη Ρωσία ως υπεύθυνη για τα σαμποτάζ στους δύο αγωγούς Nord Stream, τέτοιες κατηγορίες καταρρέουν γρήγορα.
Ακόμη και οι New York Times, που συνήθως αποτελούν πηγή επιθετικής αντιρωσικής προπαγάνδας, απέφυγαν να κατηγορήσουν τη Μόσχα για τα σαμποτάζ:
«Εκ πρώτης όψεως, φαίνεται αδιανόητο ότι το Κρεμλίνο θα έβλαπτε τα δικά του περιουσιακά στοιχεία πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων. Ενώ ορισμένοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι έσπευσαν να διατυπώσουν υποθέσεις σχετικά με τη ρωσική ανάμειξη, οι Αμερικανοί αξιωματούχοι ήταν πιο προσεκτικοί, σημειώνοντας την έλλειψη διαθέσιμων αποδεικτικών στοιχείων… Η Ουάσιγκτον και οι περισσότεροι από τους Ευρωπαίους συμμάχους της δεν κατονομάζουν ύποπτους».
Ο πρώην υπουργός Εξωτερικών της Πολωνίας Ράντεκ Σικόρσκι , μέλος πολλών δεξαμενών σκέψης του ΝΑΤΟ, ο οποίος είναι παντρεμένος με την Anne Applebaum (σχολιάστρια της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ, φανατική πολέμια της Ρωσίας και συγγραφέα του "Αιματωβαμένες Χώρες: Η Ευρώπη μεταξύ Χίτλερ και Στάλιν"), η οποία έσπευσε να δηλώσει ότι πίσω από τα σαμποτάζ ήταν η Ουάσιγκτον. Ο Ράντεκ Σικόρσκι ανέβασε στο Twitter μια φωτογραφία της διαρροής του φυσικού αερίου γράφοντας:
«Σας ευχαριστώ, ΗΠΑ». Και πρόσθεσε, «Τώρα 20 δισεκατομμύρια δολάρια παλιοσίδερων βρίσκονται στον βυθό της θάλασσας, ένα ακόμη κόστος για τη Ρωσία για την εγκληματική απόφασή της να εισβάλει στην Ουκρανία».
Οι ανυπόστατες κατηγορίες για ρωσική εμπλοκή στα σαμποτάζ είναι λογικά ανακόλουθες και μειώνουν τον κίνδυνο να αποκαλυφθεί ο πιο πιθανός δράστη: οι Ηνωμένες Πολιτείες. Το πρώτο ερώτημα που πρέπει να τεθεί σχετικά με τα σαμποτάζ στους αγωγούς Nord Stream είναι: Cui bono? – Ποιος ωφελείται και ποιος είχε το κίνητρο να να τα κάνει;
Η Ρωσία δεν είχε κανένα κίνητρο να καταστρέψει τον αγωγό Nord Stream. Ο ρωσικός όμιλος Gazprom κατείχε το ήμισυ του αγωγού, μαζί με Γερμανούς, Γάλλους και Ολλανδούς μετόχους, και ο αγωγός ήταν στο επίκεντρο των σχεδίων της Μόσχας να ανοικοδομήσει τους οικονομικούς δεσμούς με την Ευρώπη, εάν και όταν τελειώσει ο πόλεμος με το ΝΑΤΟ στην Ουκρανία. Δεν είχε κανένα λόγο να ανατινάξει τον δικό της αγωγό.
Για την Ουάσιγκτον, τα σαμποτάζ είχαν δύο οφέλη. Πρώτον, εν μέσω της στρατιωτικής κλιμάκωσης του ΝΑΤΟ κατά της Ρωσίας στην Ουκρανία, θα βοηθούσε να τροφοδοτήσει περισσότερη αντιρωσική πολεμική προπαγάνδα. Δεύτερον, θα καθιστούσε την Ευρώπη περισσότερο εξαρτημένη από τις εισαγωγές φυσικού αερίου των ΗΠΑ, για να αντικαταστήσει το ρωσικό αέριο, πράγμα που αντιστοιχούσε εξαρχής σε έναν σημαντικό στόχο των ΗΠΑ στον πόλεμο της Ουκρανίας: να φέρουν την Ευρώπη πιο σταθερά υπό τον έλεγχο των ΗΠΑ. Αυτοί οι στόχοι εμφανίζονται όλο και περισσότερο τα τελευταία χρόνια.
Το 2018, ξέσπασαν σφοδρές συγκρούσεις μεταξύ της κυβέρνησης Τραμπ και του Βερολίνου, επειδή ο Τραμπ επέβαλε κυρώσεις στις εξαγωγές γερμανικών αυτοκινήτων στην Αμερική και ζήτησε από το Βερολίνο να κλείσει το Nord Stream 2.
Στις 7 Φεβρουαρίου 2022, καθώς ενίσχυε τις οικονομικές και στρατιωτικές απειλές κατά του Κρεμλίνου 17 ημέρες πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν κάλεσε τον Γερμανό Καγκελάριο Όλαφ Σολτς στην Ουάσιγκτον για συνομιλίες. Κατά τη διάρκεια μιας κοινής συνέντευξης Τύπου με τον Scholz, ο Μπάιντεν δεσμεύτηκε να καταστρέψει τον αγωγό Nord Stream 2. Όπως δήλωσε: «Εάν η Ρωσία εισβάλει, τότε δεν θα υπάρχει πλέον Nord Stream 2. Θα βάλουμε ένα τέλος σε αυτό».
Όταν ρωτήθηκε «πώς ακριβώς θα το έκανε αυτό – δεδομένου ότι ο αγωγός Nord Stream ανήκει από κοινού στη Ρωσία και χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ –δήθεν συμμάχους των Ηνωμένων Πολιτειών όπως η Γερμανία, η Γαλλία και η Ολλανδία– ο Μπάιντεν αρνήθηκε να απαντήσει, λέγοντας απλώς: «Σας υπόσχομαι, θα είμαστε σε θέση να το κάνουμε».
Η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης από τη σταλινική γραφειοκρατία το 1991 άνοιξε το δρόμο στο ΝΑΤΟ να διεξάγει αιματηρούς ιμπεριαλιστικούς πολέμους από το Ιράκ και τη Γιουγκοσλαβία μέχρι το Αφγανιστάν, τη Λιβύη και τη Συρία. Αλλά και στέρησε από το ΝΑΤΟ τον κύριο εχθρό του, που είχε βοηθήσει στην ενοποίηση της συμμαχίας, και άνοιξε την Ευρασία στις μεγάλες αμερικανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες. Οι εντάσεις μεταξύ των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων του ΝΑΤΟ, καθώς ανταγωνίζονταν για τη μοίρασμα των λαφύρων της παγκόσμιας οικονομίας, εξερράγησαν.
Ο Τραμπ ζήτησε από το Βερολίνο να τερματίσει τον αγωγό Nord Stream 2, αφού προηγουμένως είχε ζητήσει την στρατιωτική ενίσχυση της ΕΕ και την διαμόρφωση μιας αμυντικής πολιτικής ανεξάρτητης από το ΝΑΤΟ. Ενώ η τότε Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ κάλεσε τη Γερμανία «να αγωνιστούμε για το δικό μας μέλλον», και ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν κάλεσε την ΕΕ «να προετοιμαστεί για να αντιμετωπίσει τη Ρωσία, την Κίνα ή την Αμερική».
Αξιωματούχοι της ΕΕ απέρριψαν τις εκκλήσεις του Τραμπ για τερματισμό του Nord Stream 2. Ο Γερμανός βουλευτής Rolf Mützenich, δήλωσε ότι: «Τέτοιες απαιτήσεις επηρεάζουν γερμανικές και ευρωπαϊκές εταιρείες και αποτελούν παρεμβάσεις στις εσωτερικές μας υποθέσεις. Προφανώς, η ΕΕ και η Γερμανία δεν είναι σύμμαχοι εταίροι του Τραμπ, αλλά υποτελείς του…»
Η πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Ευρώπης θυμίζει την προειδοποίηση του Τρότσκι, σχεδόν πριν από έναν αιώνα, όταν περιέγραψε τα σχέδια του αμερικανικού ιμπεριαλισμού στην Ευρώπη μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο, ως εξής:
«Σε μια περίοδο κρίσης, η ηγεμονία των Ηνωμένων Πολιτειών θα λειτουργήσει πιο ολοκληρωμένα, πιο ανοιχτά και πιο αδίστακτα από ό,τι στην περίοδο της άνθησης... Θα τεμαχίσει τις αγορές. Θα ρυθμίζει τη δραστηριότητα των ευρωπαίων χρηματοδοτών και βιομηχάνων. Αν θέλουμε να δώσουμε μια σαφή και ακριβή απάντηση στο ερώτημα τι θέλει ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός, πρέπει να πούμε: Θέλει να βάλει την καπιταλιστική Ευρώπη στα σιτηρέσια».
Αυτό περιγράφει συνοπτικά τη σημερινή πολιτική της Ουάσιγκτον. Φέτος, οι ΗΠΑ εκμεταλλεύτηκαν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία για να κλιμακώσουν τον πόλεμο με τη Ρωσία και να επιβάλουν τη διακοπή του ενεργειακού εμπορίου της ΕΕ με τη Ρωσία την οποία επιζητούσαν από καιρό. Ο αντίκτυπος στην Ευρώπη είναι καταστροφικός.
Εκατομμύρια εργαζόμενοι στην Ευρώπη αντιμετωπίζουν την προοπτική να παγώσουν αυτόν τον χειμώνα, με τις τιμές του φυσικού αερίου να δεκαπλασιάζονται καθώς η Ευρώπη αντικαθιστά το φθηνό ρωσικό αέριο που μεταφέρεται με αγωγούς με το ακριβό υγροποιημένο φυσικό αέριο των ΗΠΑ που μεταφέρεται με πλοία.
Οι αυξήσεις των τιμών μεγεθύνονται περαιτέρω καθώς τα ευρωπαϊκά νομίσματα υποχωρούν έναντι του δολαρίου ΗΠΑ, το οποίο αυξάνεται καθώς η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αυξάνει τα επιτόκιά της. Όπως γράφει η Wall Street Journal «πολλές ευρωπαϊκές εταιρείες μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους στις ΗΠΑ, ελκόμενες από πιο σταθερές τιμές ενέργειας και την ισχυρή κρατική υποστήριξη».
Οι ιμπεριαλιστές της ΕΕ έχουν συμφωνήσει σε αυτό, στο βαθμό που ο πόλεμος αποτελεί πρόσχημα για να συνεχίσουν να εκτρέπουν δισεκατομμύρια ευρώ για τον επανεξοπλισμό. Ιδιαίτερα η γερμανική αστική τάξη στοχεύει, μετά την ήττα σε δύο παγκόσμιους πολέμους, να αναδειχθεί εκ νέου ως η κορυφαία στρατιωτική δύναμη της Ευρώπης. Αυτόν τον μήνα ο Scholz κάλεσε τη Γερμανία να «γίνει ο ακρογωνιαίος λίθος της συμβατικής άμυνας στην Ευρώπη, η καλύτερα εξοπλισμένη δύναμη στην Ευρώπη» και απαίτησε μια γερμανική θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ.
Ενώ το Βερολίνο τερμάτισε επίσημα την υποστήριξή του στον Nord Stream-2 μετά τη ρωσική εισβολή, εγείρει το ζήτημα των ανανεωμένων ενεργειακών δεσμών με τη Ρωσία. Αυτή την εβδομάδα, η Μέρκελ είπε ότι «δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε την επόμενη μέρα. Πρέπει να σκεφτούμε κάτι που είναι ασύλληπτο αυτή τη στιγμή — το "πώς μπορεί να αναπτυχθούν ξανά σχέσεις προς και με τη Ρωσία».
Είναι πιο αξιόπιστο να εξηγήσουμε τα σαμποτάζ στους Nord Stream, όχι ως πράξη οικονομικής και πολιτικής αυτοκτονίας από τη Ρωσία, αλλά ως μήνυμα που έστειλε η Ουάσιγκτον στους «συμμάχους» της στην ΕΕ: «Ναι, μπορείτε να επαναστρατιωτικοποιηθείτε, αλλά η ενεργειακή και η στρατιωτική σας πολιτική θα καθοριστούν με τους δικούς μας όρους».
Αυτές οι συγκρούσεις καθιστούν ακόμη πιο ξεκάθαρους τους τεράστιους κινδύνους που αντιμετωπίζουν τα εκατομμύρια των Ευρωπαίων, καθώς το ΝΑΤΟ και η Ρωσία παραπαίουν στα όρια μιας παγκόσμιας πυρκαγιάς.
************
Η ΠΡΟΣΦΑΤΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥΣ
Αποκλεισμός του Nord Stream 2: Για την καταπολέμηση της «ρωσικής δικτατορίας», οι ΗΠΑ υπαγορεύουν στην Ευρώπη
Global Research – 20 Δεκεμβρίου 2018
Στις 11 Δεκεμβρίου 2018, το Bloomberg στο άρθρο το με τίτλο «Η Βουλή των ΗΠΑ εγκρίνει ψήφισμα κατά του ρωσικού αγωγού φυσικού αερίου», αναφέρει:
«Η Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ ενέκρινε ένα –σε μεγάλο βαθμό συμβολικό– ψήφισμα που εκφράζει την αντίθεσή της στον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 κόστους 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων της Gazprom PJSC, λόγω ανησυχιών ότι το έργο θα ενισχύσει τον έλεγχο του Κρεμλίνου στις ενεργειακές προμήθειες της Ευρώπης».
Αν και το ψήφισμα είναι μη δεσμευτικό, υπογραμμίζει την αυξανόμενη αντίθεση του Κογκρέσου στο ρωσικό σχέδιο. Η κυβέρνηση Τραμπ επανεξετάζει πιθανές κυρώσεις κατά των εμπλεκόμενων ευρωπαϊκών εταιρειών. Ο αγωγός, ο οποίος θα στέλνει ρωσικό αέριο στη Γερμανία, έχει χρηματοδοτικές συμφωνίες με την Engie SA και την Royal Dutch Shell Plc, μεταξύ άλλων».
Με την αποδοχή αυτού του ψηφίσματος, οι Ηνωμένες Πολιτείες τεκμαίρεται ότι θα υπαγορεύουν σε όλη την Ευρώπη με ποιους μπορούν και με ποιους δεν μπορούν να συναλλάσσονται.
Και ενώ το ίδιο το ψήφισμα είναι «μη δεσμευτικό», παραδέχεται ότι: «Υποστηρίζει την επιβολή κυρώσεων σε σχέση με το Nord Stream-2 σύμφωνα με την ενότητα 232 του νόμου για την αντιμετώπιση των αντιπάλων της Αμερικής μέσω κυρώσεων (22 USC 9526)».
Ο αγωγός Nord Stream 2 παρακάμπτει την Ουκρανία μέσω της οποίας η Ρωσία μετάφερε προηγουμένως φυσικό αέριο στην υπόλοιπη Ευρώπη. Η Ρωσική Ομοσπονδία, (και πριν από αυτή, η Σοβιετική Ένωση) προμήθευε αξιόπιστα την Ευρώπη με φυσικό αέριο μέσω της Ουκρανίας επί δεκαετίες.
Μόνο όταν ένα ανοιχτά υποστηριζόμενο από τις ΗΠΑ πραξικόπημα το 2014 ανέτρεψε την εκλεγμένη κυβέρνηση της Ουκρανίας από την εξουσία και μετέτρεψε την ουκρανική εξωτερική πολιτική σε ανοιχτά εχθρική προς τη Μόσχα, η ροή φυσικού αερίου τέθηκε σε κίνδυνο, ωθώντας τη Ρωσία να ακολουθήσει εναλλακτικές λύσεις - συμπεριλαμβανομένου του Nord Stream 2.
Οι ΗΠΑ υπαγορεύουν την πολιτική τους στην Ευρώπη για να την σώσουν από μια «ρωσική δικτατορία;»
Ο ρωσικός αγωγός Nord Stream 2 δεν είναι μονομερές έργο – περιλαμβάνει εταίρους από τη Γερμανία όπως η Uniper SE και η Wintershall, καθώς και από την Ολλανδία όπως η εταιρεία υποδομών και μεταφορών φυσικού αερίου, Gasunie. Ο αγωγός έχει επίσης εγκριθεί από την ίδια την εκλεγμένη γερμανική κυβέρνηση.
Στις 27 Μαρτίου 2018, το γερμανικό κρατικό μέσο ενημέρωσης, Deutsche Welle (DW), σε άρθρο με τίτλο « Η Γερμανία εγκρίνει τον αγωγό φυσικού αερίου Nord Stream 2 », αναφέρει:
« Η Γερμανία έδωσε το πράσινο φως για την κατασκευή του αμφιλεγόμενου αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2 κάτω από τη Βαλτική Θάλασσα, ανακοίνωσε την Τρίτη η Ομοσπονδιακή Ναυτιλιακή και Υδρογραφική Υπηρεσία.
Η απόφαση σημαίνει ότι έχουν αρθεί όλα τα νομικά εμπόδια για την κατασκευή ενός τμήματος 31 χιλιομέτρων του αγωγού στην αποκλειστική οικονομική ζώνη της Γερμανίας. Τον Ιανουάριο, οι αρχές ενέκριναν την κατασκευή τμήματος αγωγού φυσικού αερίου στα γερμανικά χωρικά ύδατα.
Σε μια ουσιαστικά διμερή συμφωνία μεταξύ Γερμανίας και Ρωσίας, οι ΗΠΑ –από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού Ωκεανού– «εκφράζουν την αντίθεσή τους» στον αγωγό Nord Stream 2 και ετοιμάζονται να στοχοποιήσουν τις εταιρείες που εμπλέκονται στην κατασκευή του αγωγού για να αποτρέψουν την ολοκλήρωση και τη χρήση του.
Είναι η απόλυτη ειρωνεία και το αποκορύφωμα της υποκρισίας που οι ΗΠΑ στο ψήφισμα της Βουλής τους να ισχυρίζονται ότι «η Ρωσία επιδιώκει να ελέγχει της ευρωπαϊκές αγορές ενέργειας», ενώ το ίδιο το ψήφισμα είναι μια ανοιχτή απόδειξη της επιθυμίας της Ουάσιγκτον να ελέγξει την ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική.
Το από πού η Ευρώπη αγοράζει την ενέργειά της θα ήταν προφανώς υπόθεση της Ευρώπης και όχι της Ουάσιγκτον. Είναι απίθανο η Ουάσιγκτον να αποδεχθεί την προσπάθεια της Ευρώπης να πιέσει τις ΗΠΑ να αλλάξουν δραστικά τη δική τους ενεργειακή τους πολιτική για οποιονδήποτε λόγο – και ιδιαίτερα μέσω καταναγκαστικών οικονομικών κυρώσεων.
«Διαφοροποίηση» σημαίνει αγορά αγγλοαμερικανικών πετροχημικών
Το ψήφισμα της Βουλής των ΗΠΑ αναφέρει τον Νότιο Διάδρομο Φυσικού Αερίου ως μέρος της «πολιτικής των ΗΠΑ για την υποστήριξη της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας μέσω της διαφοροποίησης των προμηθευτών».
Ο Νότιος Διαδρόμος τροφοδοτείται κυρίως από το κοίτασμα φυσικού αερίου Shah Deniz στο Αζερμπαϊτζάν, το οποίο ανήκει από κοινού στην British Petroleum και την Κρατική Εταιρεία Πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν SOCAR, αλλά και σε τουρκικά και ρωσικά συμφέροντα.
Αυτό που δεν αναφέρει το ψήφισμα της Βουλής των ΗΠΑ –πιθανώς γιατί εάν τό έκανε θα καθίσταντο διαφανή τα κίνητρα των ΗΠΑ– που δεν είναι παρά η πρωώθηση της ενεργειακής διαφοροποίησης της ΕΕ από τις ΗΠΑ.
Στις 2 Απριλίου 2014 σε άρθρο του Politico με τίτλο « Οι ΗΠΑ πιέζουν για την ενεργειακή διαφοροποίηση της ΕΕ », αυτή η άλλη επιλογή θα διευκρινίζεται ότι:
«Σε κοινή δήλωση που εκδόθηκε σήμερα το πρωί, οι ΗΠΑ και η ΕΕ ανέφεραν ότι και οι δύο πλευρές υπογράμμισαν τη σημασία της συνεργασίας τους σε έξυπνα δίκτυα, αποθήκευση ενέργειας, πυρηνική σύντηξη, υδρογόνο και κυψέλες καυσίμου, ενεργειακή απόδοση, πυρηνικούς και μη συμβατικούς υδρογονάνθρακες (σχιστολιθικό αέριο).
Στις 29 Ιουλίου 2018, το Forbes ανέφερε σε άρθρο του με τίτλο « Οι ΗΠΑ είναι ακόμα ο παγκόσμιος βασιλιάς του φυσικού αερίου », ότι:
«Το 2017, οι ΗΠΑ παρήγαγαν κατά μέσο όρο 71,1 δισεκατομμύρια κυβικά πόδια την ημέρα (Bcf/d) φυσικού αερίου. Πρόκειται για μια αύξηση 1,0% σε σχέση με την παραγωγή του 2016, αλλά όχι αρκετά καλή για να ξεπεράσει το ρεκόρ του 2015 των 71,6 Bcf/d…
Η παραγωγή φυσικού αερίου για ολόκληρη τη Μέση Ανατολή ήταν 63,8 Bcf/ημέρα. Η Ρωσία, στη δεύτερη θέση μεταξύ των χωρών, είδε την παραγωγή φυσικού αερίου της να αυξάνεται κατά 8,2%, αλλά με 61,5 Bcf/d που ήταν ακόμα πολύ πίσω από τις ΗΠΑ».
Όμως υπάρχουν δύο θεμελιώδη προβλήματα που εμποδίζουν την ενεργειακή κυριαρχία των ΗΠΑ στην Ευρώπη.
Πρώτον, η Ρωσία έχει περισσότερα αποδεδειγμένα αποθέματα φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ. Το ίδιο το Forbes θα παραδεχόταν ότι η κυριαρχία των ΗΠΑ στην παραγωγή φυσικού αερίου θα διαρκούσε μόνο μερικά ακόμη χρόνια.
Δεύτερον, η μεταφορά φυσικού αερίου μέσω του Ατλαντικού Ωκεανού ως υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) είναι πιο ακριβή από ό,τι μέσω των υπαρχόντων αγωγών που παραδίδουν ρωσικό αέριο στην Ευρώπη.
Αυτά δεν είναι συμπεράσματα των στελεχών της Gazprom ή του Κρεμλίνου, αλλά των υπεύθυνων για τη χάραξη της πολιτικής της Αμερικής που χρηματοδοτούνται από τις εταιρείες.
Στις 24 Φεβρουαρίου 2014, μια έκθεση του Ινστιτούτου Brookings με τίτλο «Γιατί το ρωσικό φυσικό αέριο θα κυριαρχήσει στις ευρωπαϊκές αγορές», παραδεχόταν ότι:
«Το LNG είναι πιο ακριβό και θα χρειαστούν πολλά χρόνια για να μπουν στην αγορά άλλες ανταγωνιστικές προμήθειες, όπως για παράδειγμα από την περιοχή της Κασπίας.
Εάν οι ΗΠΑ δεν μπορούν να ανταγωνιστούν σε ελεύθερες και δίκαιες αγορές, γιατί η Ουάσιγκτον είναι τόσο σίγουρη ότι μπορεί ακόμα «να υποστηρίξει την ευρωπαϊκή ενεργειακή ασφάλεια μέσω της διαφοροποίησης των προμηθειών;»
Οι ΗΠΑ χρησιμοποιούν εξαναγκασμό ή σύγκρουση για να αντισταθμίσουν την αδυναμία τους για ανταγωνισμό.
Για να αντισταθμίσει την αδυναμία των ΗΠΑ να ανταγωνιστούν μέσω ελεύθερων και δίκαιων αγορών, η Ουάσιγκτον έχει καταφύγει σε μια σειρά από πιο αμφίβολα μέτρα.
Η βίαιη ανατροπή της ουκρανικής κυβέρνησης το 2014 και η, εν συνεχεία, εγκαθίδρυση καθεστώς εχθρικού στη Ρωσία, το οποίο υποστηρίζει η Ουάσιγκτον, είναι ένα μέρος αυτής της εξίσωσης.
Οι προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένου του πρόσφατου συμβάντος στα στενά του Κερτς το Νοέμβριο 2018, βοηθούν στη διατήρηση της πολιτικής πίεσης στη Μόσχα και στην προσπάθεια ενίσχυσης των εντάσεων μεταξύ της Μόσχας και των Ευρωπαίων ενεργειακών εταίρων της.
https://journal-neo.org/2018/11/26/ukraine-provokes-russia-to-what-end/
Η μετακίνηση του ΝΑΤΟ στα σύνορα της Ρωσίας μέσω τέτοιων προκλήσεων βοηθά στη δημιουργία και τη διατήρηση ευρύτερων εντάσεων και αστάθειας εν μέσω ρωσο-ευρωπαϊκών δεσμών.
Η αποδοχή ψηφισμάτων που εναντιώνονται στους ρωσικούς αγωγούς και απειλούν με οικονομικές κυρώσεις εταιρείες που εδρεύουν σε υποτιθέμενα «συμμαχικά» κράτη είναι ένα μέτρο. Η διετής εκστρατεία παραπληροφόρησης «Russiagate», που δυσφημεί τη Ρωσία είναι ένα άλλο.
Άρθρα επί άρθρων στα δυτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης βασίζονται στο αφήγημα του «Russiagate» και καταλήγουν στη ρωσοφοβία για να δικαιολογήσουν το σκεπτικό των ΗΠΑ που αφορά την υπονόμευση της ευρωπαϊκής κυριαρχίας, με την υπαγόρευση στις ευρωπαϊκές χώρες με ποιους μπορούν και με ποιους δεν μπορούν να συνεργαστούν.
Στις 12 Σεπτεμβρίου 2018 το ράδιο Free Europe/Radio Liberty (RFE/RL) που χρηματοδοτείται και διευθύνεται από το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ σε άρθρο του με τίτλο «Pipeline From Hell? Το Nord Stream 2 And Why It's So Contentious», είναι ένα παράδειγμα της ρωσοφοβικής εκστρατείας, υποστηρίζοντας ότι:
«Το Nord Stream-2 έχει δεχθεί έντονη κριτική από πολλές χώρες, τόσο εντός όσο και εκτός της ΕΕ. Οι αντίπαλοι του έργου φοβούνται ότι ο αγωγός θα αυξήσει την ουσιαστική εξάρτηση του ευρωπαϊκού μπλοκ από το ρωσικό αέριο και υποστηρίζουν ότι έρχεται σε αντίθεση με τις διεθνείς κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία μετά την προσάρτηση της Ουκρανικής χερσονήσου της Κριμαίας».
Το άρθρο του Free Europe/Radio Liberty τελικά παραδέχεται ότι οι χώρες που «επικρίνουν δριμύτατα τον Nord Stream 2 τόσο εντός της ΕΕ όσο και στο εξωτερικό», είναι στην πραγματικότητα οι ΗΠΑ και οι πληρεξούσιοι τους στο ΝΑΤΟ, η Πολωνία, τα κράτη της Βαλτικής και φυσικά η Ουκρανία:
«Η Γερμανία, η Ιταλία και άλλες χώρες εξακολουθούν να φαίνονται ικανοποιημένες κάνοντας συμφωνίες με το ρωσικό μονοπώλιο φυσικού αερίου Gazprom, αλλά χώρες του πρώην ανατολικού μπλοκ, όπως η Πολωνία, είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικές για την αυξανόμενη επιρροή της Μόσχας…
Η Λετονία και η Εσθονία έχουν επαναλάβει τις ανησυχίες της Πολωνίας και της Λιθουανίας. Και τα τρία κράτη της Βαλτικής και η Πολωνία υπέγραψαν κοινή επιστολή όπου αποκαλούν το Nord Stream-2 “όργανο της ρωσικής κρατικής πολιτικής”, το οποίο θα πρέπει να εξεταστεί στο ευρύτερο πλαίσιο της σημερινής ρωσικής πληροφόρησης και των εχθροπραξιών στον κυβερνοχώρο και της στρατιωτικής επιθετικότητας».
Ενώ το άρθρο –και πολλά άλλα παρόμοια– υποδηλώνει ότι ο Nord Stream 2 είναι ένα «όργανο της ρωσικής κρατικής πολιτικής» και αντιπροσωπεύει απειλή για την ανεξαρτησία της Ευρώπης, η αντίθεση των ΗΠΑ στον αγωγό και οι ρωσικές ενεργειακές προμήθειες στην Ευρώπη γενικά έχουν εκδηλωθεί με τη μορφή πολιτικής ανάμειξης, οικονομικού εξαναγκασμού, ακόμη και βίαιων πραξικοπημάτων και συγκρούσεων, όπως φάνηκε στην Ουκρανία από το 2014 και μετά.
Εν τέλει, εάν η Γερμανία, η Ιταλία και άλλες χώρες είναι σε θέση να κάνουν συμφωνίες αμοιβαίου συμφέροντος με τη Ρωσία, γιατί οι ΗΠΑ – ο αυτόκλητος διαιτητής της ελευθερίας και δημοκρατίας παγκοσμίως– να θεωρούν ότι έχουν λόγο για το αντίθετο;
Πώς οι στενές οικονομικές σχέσεις μεταξύ Ευρώπης και Ρωσίας δημιουργούν πρόβλημα στην περιφερειακή ή την παγκόσμια ειρήνη όταν η εναλλακτική λύση –όπως δείχνουν ξεκάθαρα οι ΗΠΑ– δεν είναι μόνο μια αυξανόμενη πολιτική, οικονομική και στρατιωτική αντιπαράθεση με τη Ρωσία, αλλά και ο οικονομικός καταναγκασμός και οι απειλές κατά των Ευρωπαίων συμμάχων από τις ίδιες τις ΗΠΑ;
Λίγα αθροίσματα σχετικά με την αφήγηση της Αμερικής σχετικά με το Nord Stream 2. Αυτό που είναι σαφές μέσω της αντικειμενικής παρατήρησης είναι η επιθυμία της Ουάσιγκτον να εξαλείψει έναν ανταγωνιστή με κάθε κόστος – και να το πράξει όχι μέσω πραγματικού ανταγωνισμού, αλλά μέσω εξαναγκασμού και της απειλής μιας ολοένα και πιο επικίνδυνης σύγκρουσης, ειδικά επειδή δεν μπορεί να ανταγωνιστεί οικονομικά.
Δεδομένου ότι οι ΗΠΑ ομολογουμένως δεν μπορούν να ανταγωνιστούν οικονομικά [την Ευρώπη], η επιτυχία ή η αποτυχία τους θα εξαρτηθεί εξ ολοκλήρου από την ικανότητά τους να χρησιμοποιήσουν το ευρύ φάσμα των όπλων «ήπιας δύναμης» που διαθέτουν - τον εξαναγκασμό, την ανατροπή, τις κυρώσεις και τη σύγκρουση δι΄αντιπροσώπου. Το πόσο μακριά θα φτάσουν οι ΗΠΑ για να εξασφαλίσουν την επιτυχία είναι θέμα που μόνο ο χρόνος μπορεί να δείξει.
Αρχικά δημοσιεύτηκε στο διαδικτυακό περιοδικό New Eastern Outlook
Tony Cartalucci , γεωπολιτικός ερευνητής και συγγραφέας με έδρα την Μπανγκόκ, ειδικά για το διαδικτυακό περιοδικό « New Eastern Outlook»