Κλεάνθης Γρίβας
«Σοβιετική Ένωση» (19-8-1991):
Θέλησαν να σταματήσουν την ιστορία
Δημοσιεύθηκε στην «Ελευθεροτυπία» στις 28 Αυγούστου 1991 με τίτλο «Θέλησαν να σταματήσουν την ιστορία», συνοδευόμενο από το ακόλουθο διευκρινιστικό υστερόγραφο:
«Οι εξελίξεις που μεσολάβησαν από το γράψιμο αυτού του κειμένου αμέσως μετά την εκδήλωση του αντι-γκορμπατσοφικού πραξικοπήματος (19/8/1991) και την αποστολή του στην Ελευθεροτυπία (20/8/1991) μέχρι τη δημοσίευσή του (28/8/1991), μάλλον δικαιώνουν τα στοιχεία πρόβλεψης που περιέχονται σ' αυτό και καθιστούν περιττή οποιαδήποτε διορθωτική παρέμβαση εκ των υστέρων».
Τα χαράματα της 19ης Αυγούστου 1991, οι πρωτεργάτες ενός τυπικού «ανακτορικού πραξικοπήματος», που αποτελεί τη συνηθέστερη προσωρινή κατάληξη του λυσσαλέας διαπάλης για την εξουσία που διεξάγεται ακατάπαυστα στους κόλπους κάθε ολοκληρωτικού Μηχανισμού, επανασύνδεσαν το Κομμουνιστικό Κόμμα της «Σοβιετικής Ένωσης» με τις ιστορικές του ρίζες, σε μια απέλπιδα προσπάθεια να περισώσουν την εναπομένουσα καρικατούρα του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού που υποδούλωσε τους λαούς της Ρωσίας επί 74 χρόνια και ένα μεγάλο τμήμα της ανθρωπότητας για μισό αιώνα.
Σε μια ύστατη απόπειρα να ακινητοποιήσουν και να ανατρέψουν μια εξελικτική διαδικασία που τείνει να τους εκβράσει στη «χαβούζα» της ιστορίας, οι επικεφαλείς του κομμουνιστικού κόμματος, της Υπηρεσίας Κρατικής Ασφαλείας (KGB) και του στρατού (δηλαδή, των τριών βασικών θεσμικών αντιστηριγμάτων του φρικαλεότερου καθεστώτος που γνώρισε η ανθρωπότητα στη μέχρι τώρα πορεία της), αποφάσισαν να εναντιωθούν ενεργητικά στην πολιτική της «περεστρόικα» επιχειρώντας την καθαίρεση του Γκορμπατσόφ και τη μεταβίβαση της εξουσίας σε μια απρόσωπη και σκοτεινή 8μελή «Επιτροπή Έκτακτης Ανάγκης» και σωτηρίας τους.
Πρόκειται για μια αντίδραση απολύτως εναρμονισμένη με τη λογική των κομμουνιστών οι οποίοι πρώτοι κατανόησαν (και πρώτοι απέδειξαν στην πράξη) ότι η ακινητοποίηση της ιστορίας αποτελεί θεμελιώδη προϋπόθεση και συγχρόνως αντικειμενική επιδίωξη του Ολοκληρωτισμού, γιατί την καταδικάζει να εξαντλείται σε μια διαρκή ανακύκλωσή της.
Για την επίτευξη αυτού του σκοπού, οι κομμουνιστές είθισται να χρησιμοποιούν ως κύριο μοχλό τους άκρως αποτελεσματικούς μηχανισμούς ασφαλείας, όπως ομολογούσε ο «επιφανής» σταλινικός ηγέτης του Κ.Κ. Ουγγαρίας «σύντροφος» Ρακόζι, διακηρύσσοντας δημόσια ότι:
«Μόνο μια οργάνωση υπήρξε πάντοτε υπό τον έλεγχο του κόμματός μας, η πολιτική αστυνομία. Την πήραμε στα χέρια μας και την κρατήσαμε σταθερά υπό τον έλεγχό μας για να τη μετατρέψουμε σ' ένα ασφαλές όπλο για τον αγώνα μας». (Αναφ. στο Κώστας Παπαϊωάννου: Η Γένεση του Ολοκληρωτισμού, Αθήνα, Imago, 1959)
Ευεξήγητο λοιπόν το γεγονός ότι οι τρεις κορυφαίες φιγούρες ανάμεσα στα 8 μέλη της αυτοαποκαλούμενης «Επιτροπής Έκτακτης Ανάγκης» είναι οι επικεφαλείς της KGB, του στρατού και του υπουργείου εσωτερικών, που η πρόσφατη κινητοποίησή τους ερμηνεύεται ως απευθείας συνέχεια των διαβεβαιώσεων που διατύπωσαν στο 27ο συνέδριο του σοβιετικού κομμουνιστικού κόμματος (Μάρτιος 1986) δύο -ισχυρά τότε- μέλη του «πολιτικού γραφείου», ο Λιγκάτσεφ και ο Τσέμρικοφ, πως σε ό,τι αφορά το μονοπώλιο της εξουσίας «δεν πρόκειται να γίνει καμιά φιλελεύθερη διεύρυνση».
Και για του λόγου το ασφαλές, οι διαβεβαιώσεις αυτές ακολουθήθηκαν από τη διεύρυνση της παρουσίας της KGB στα ανώτερα όργανα των κομμουνιστικών κομμάτων των διαφόρων «δημοκρατιών»:
● Πριν από τον Γκορμπατσόφ, η KGB είχε εκπροσώπους στα «πολιτικά γραφεία των κομμάτων 7 δημοκρατιών.
● Μετά απ’ αυτόν, από το Δεκέμβριο του 1986 οι αρχηγοί των τοπικών KGB είναι μέλη των πολιτικών γραφείων των κομμάτων 14 δημοκρατιών (δηλαδή, όλων των)». (Z. Medvedev: Γκορμπατσόφ, Αθήνα)
Έτσι, το αναμενόμενο συντελέσθηκε για να επιβεβαιωθεί για μια ακόμη φορά η διαχρονική ισχύς των μηνυμάτων των ιστορικών τραγωδιών ενός μεγάλου ανατόμου της εξουσίας, του Σαίξπηρ, ότι:
«Κάθε [ιστορική τραγωδία] αρχίζει μ' έναν αγώνα για την κατάληψη του θρόνου ή για τη σταθεροποίηση. Κάθε τελειώνει με το θάνατο του μονάρχη και με μια νέα στέψη», με τρόπο ώστε «το κάθε κεφάλαιο ν' ανοίγει και να κλείνει στο ίδιο σημείο. Σε κάθε ένα απ' αυτά, η ιστορία διαγράφει έναν ολόκληρο κύκλο για να γυρίσει στο ίδιο σημείο απ' όπου ξεκίνησε. Αυτοί οι αλλεπάλληλοι κύκλοι που διαγράφει η ιστορία είναι οι διαδοχικές βασιλείες». (J. Kott: Σαίξπηρ ο σύγχρονός μας, Αθήνα, Hριδανός, χχ)
Στη χορεία των Λένιν (1902-1924), Στάλιν (1924-1953), Χρουστσόφ (1953-1964), Μπρέζνιεφ (1964-1982), Αντρόποφ (1982-1983) και Τσερνιένκο (1983-1984), αυτών των θλιβερών εργολάβων της διαρκέστερης από τις εκφάνσεις του σύγχρονου Ολοκληρωτισμού στον 20ο αιώνα, προστέθηκε το 1985 ο Γκορμπατσόφ ως υπονομευτικός υπεργολάβος που ταλανιζόταν από την τραγική αντιφατική επιδίωξή του να εισαγάγει στη χώρα του τις λειτουργίες της «ελεύθερης αγοράς» και, συγχρόνως, να συντηρήσει το μονοπώλιο της εξουσίας από το κομμουνιστικό κόμμα, με τις ελάχιστες όσο δυνατές αναγκαίες παραχωρήσεις και τροποποιήσεις. Και όταν αυτοεξαντλήθηκε σ' αυτή την προσπάθεια, που εξ' αντικειμένου ήταν καταδικασμένη σε αποτυχία, εξαναγκάστηκε να παραχωρήσει τη θέση του στις τριτοκοσμικές καρικατούρες που καθοδηγούν το οπερετικό και αναγκαστικά βραχύβιο πραξικόπημα της 19ης Αυγούστου 1991.
Εάν μία κατάσταση γίνεται αντιληπτή ως τραγική όταν χαρακτηρίζεται από την απόλυτη ανάγκη «να διαλέξεις ανάμεσα σε αντινομικές αξίες», από την ανάγκη μιας εκλογής «που θα καταστρέψει τη μια απ' τις δύο αξίες» και από την ανάγκη μιας εκλογής που απ' τη φύση της «αποκλείει κάθε δυνατότητα συμβιβασμού», (J. Kott, ο.π.) τότε ο ηγέτης της «περεστρόικα» κάθε άλλο παρά τραγική φιγούρα αποτελεί.
Ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, επί 6 ολόκληρα χρόνια έκανε ότι ήταν δυνατόν για ν' αποφύγει αυτή ακριβώς την εκλογή, αυταπατώμενος ότι μπορούσε να συμβιβάσει τη δημοκρατία στο πεδίο της οικονομίας με τον ολοκληρωτισμό στο πεδίο της πολιτικής εξουσίας και λησμονώντας το βασικότερο απ' τα διδάγματα που κληροδότησε στην ανθρωπότητα το κόμμα του και ο ίδιος, ότι:
● Ότι ο ολοκληρωτισμός και το απόλυτο αλληλοπροσδιορίζονται με τρόπο ώστε η ύπαρξη του ενός να είναι αδύνατη και αδιανόητη χωρίς την ύπαρξη του άλλου.
● Ότι ο ολοκληρωτισμός και η τραγωδία συνυφαίνονται στο ίδιο βαθμό με το απόλυτο, το οποίο απαιτεί πάντα μια εκλογή. Και
● Ότι εκείνος που αποτολμά την εκλογή αναδεικνύεται σε τραγικό ήρωα (θετικό ή αρνητικό), ενώ εκείνος που την αποφεύγει καταδικάζεται στη μοίρα του παλιάτσου.
Η Αντιγόνη ήταν «καταδικασμένη να διαλέξει ανάμεσα στον ανθρώπινο και το θείο νόμο». (J. Kott, ο.π.) Και το έκανε, υπερβαίνοντας τα όρια της ύπαρξής της, για να επιβληθεί ως τραγική ηρωίδα με πανανθρώπινη διάσταση.
Ο Γκορμπατσόφ ήταν καταδικασμένος να διαλέξει ανάμεσα στον ολοκληρωτισμό που οδηγούσε τη χώρα του σε πλήρη αφανισμό και τη δημοκρατία που συνεπάγεται τον αφανισμό του ολοκληρωτικού Μηχανισμού από τον οποίο προερχόταν κι ο ίδιος. Αρνούμενος την αναγκαία εκλογή και αποδυόμενος σε μια απέλπιδα προσπάθεια να συμβιβάσει δυο καταστάσεις απολύτως ασυμβίβαστες μεταξύ τους, αυτοκαταδικάστηκε στη μοίρα του παλιάτσου.
Γιατί όταν η τραγωδία απογυμνώνεται από την ανάγκη της εκλογής, αυτοαναιρείται και μετατρέπεται σε φαρσοκωμωδία, ανεξάρτητα απ' το ανθρώπινο και κοινωνικό κόστος αυτής της μετατροπής.
Στα χρόνια που ακολούθησαν τη 10η Μαρτίου 1985 που ανακοινώθηκε ο θάνατος του Τσερνιένκο και ο διορισμός του Μ. Γκορμπατσόφ στη θέση του γενικού γραμματέα του κομμουνιστικού κόμματος, ο νέος τσάρος του Κρεμλίνου εδραίωσε σταδιακά τη θέση του προβάλλοντας το αίτημα για ένα «νέο στυλ» εξουσίας, για «εκδημοκρατισμό», «περεστρόικα - αναδιάρθρωση» και «γκλάσνοστ - διαφάνεια», «μια ρωσική λέξη που είναι «μάλλον διφορούμενη και ενέχει πιο πολύ την ιδέα της διαφήμισης απ' αυτή της ειλικρίνειας». (Z. Medvedev, ο.π.)
Όμως, όταν σε μια χώρα όπου για 70 χρόνια «άκμαζε» η πιο «πλέρια δημοκρατία», χρειάζεται να «ανακαλυφθούν» οι όροι «δημοκρατικοποίηση» και «εκδημοκρατισμός» προκειμένου να πυροδοτηθούν οι διεργασίες που υποτίθεται ότι θα τη βγάλουν από το τέλμα και τ' αδιέξοδά της, χωρίς να θιγεί η δομή της εξουσίας στην οποία οφείλονται αυτά τ' αδιέξοδα, τότε η επίκληση αυτών των όρων δεν μπορεί παρά να εντάσσεται στη «λογική» των εσωκομματικών συγκρούσεων για τον έλεγχο του Μηχανισμού.
Κι αυτό ακριβώς είναι που καθιστά ολοφάνερο το περιεχόμενο, τους στόχους και τα όρια της γκορμπατσοφικής «μεταρρύθμισης» ως μια απόπειρα για την επίτευξη ενός ανέφικτου συμβιβασμού ανάμεσα στην «οικονομική δημοκρατία» (με την εισαγωγή της «οικονομίας της ελεύθερης αγοράς») και τον πολιτικό ολοκληρωτισμό (με τη συντήρηση του μονοπωλίου της εξουσίας από τον κομματικό μηχανισμό).
Και επιπλέον, αποδεικνύει γι' άλλη μια φορά ότι πέραν του «ποιός» και «πώς» προσωποποιεί το Μηχανισμό της εξουσίας σε κάθε ιστορική περίοδο, οι υπηρεσίες ασφαλείας ήταν, είναι και θα είναι η ουσιαστικότερη εγγύηση της εφαρμογής της πολιτικής οποιουδήποτε απολυταρχικού καθεστώτος, ανεξάρτητα από την τεχνοτροπία που το ίδιο επιλέγει κατά περίπτωση για τη σύνθεση της «αυτοπροσωπογραφίας» του.
Ο Ιβάν ο Τρομερός δεν άλλαξε ουσιαστικά όταν στο στέμμα του προστέθηκε το σφυροδρέπανο και όταν το κνούτο του ενισχύθηκε με τα νευροληπτικά. Συνεπώς ήταν μάλλον παράλογο να αναμένεται η αλλαγή του μόνο και μόνο επειδή σε κάποια στιγμή η «περεστρόικα» συμπλήρωσε το στέμμα και το σφυροδρέπανό ή επειδή ο ηλεκτρονικός υπολογιστής ενίσχυσε το κνούτο και τα νευροληπτικά του.
Με το στέμμα, το σφυροδρέπανο ή την «περεστρόικα» στο ένα χέρι και με το κνούτο, τα νευροληπτικά ή τον ηλεκτρονικό υπολογιστή στο άλλο, ο Ιβάν θα παραμένει πάντοτε Τρομερός για όσο διάστημα η κοινωνία θα τον ανέχεται ως τέτοιο.
Το 1987, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, κρίνοντας τη γκορμπατσοφική «μεταρρύθμιση» και σκιαγραφώντας τις πιθανές μελλοντικές εξελίξεις της, σημείωνε ότι:
«Μέσα σ’ όλη τη ρητορική της, η περεστρόικα απλά αγνοεί το πολιτικό ζήτημα. Τίποτα δεν αλλάζει, τίποτα δεν υποτίθεται ότι αλλάζει. Η απόλυτη εξουσία του μηχανισμού (και στους κόλπους του μηχανισμού, μιας έσχατης ολιγαρχίας) διατηρείται και υποτίθεται ότι θα διατηρείται επ' άπειρο.
Σε πολλές περιπτώσεις ο Γκορμπατσόφ θύμισε ότι ο μαρξισμός-λενινισμός είναι το όριο της γκλάσνοστ. Κι αυτό στη δική του γλώσσα σημαίνει: απόλυτο μονοπώλιο της εξουσίας του μηχανισμού και συγκεντρωτική οργάνωση του κόμματος.
Πέρα από τις βραχυπρόθεσμες εξελίξεις, δεν βλέπω παρά τρεις πιθανές καταλήξεις:
Είτε η ομάδα Γκορμπατσόφ επιμένει σε πραγματικά ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις, και αργά ή γρήγορα ο μηχανισμός αντιδρά και τον καθαιρεί.
Είτε ο Γκορμπατσόφ αναγκάζεται από τις αντιδράσεις της γραφειοκρατίας και την «επιμονή των γεγονότων» (Λένιν) να νερώνει συνεχώς και πιο πολύ, τις μεταρρυθμίσεις του.
Είτε, τέλος, κάποια στιγμή προκαλείται ρήξη, ξεσπάει κρίση, εξεγείρονται οι κοινωνικές δυνάμεις και εμφανίζεται στο προσκήνιο ο λαός. Οπότε, η ανοικτή επέμβαση των στρατιωτικών είναι σχεδόν βέβαιη. Μετά από κάτι τέτοιο, σταματάει η λογική συζήτηση». (Κ. Καστοριάδης, Ελευθεροτυπία 16/11/1987).
Το μονοπώλιο της εξουσίας συνιστά το ανυπέρβλητο όριο όλων των ολοκληρωτικών καθεστώτων, δεδομένου ότι κάθε υπέρβασή του συνεπάγεται την πλήρη αναίρεσή τους. Μ' αυτό το δεδομένο, η γκορμπατσοφική μεταρρύθμιση αποτελεί μια ανοικτή ομολογία της καθολικής χρεοκοπίας του κομμουνιστικού ολοκληρωτισμού και, συγχρόνως, μια (καταδικασμένη σε αποτυχία) απόπειρα για αναδιάρθρωσή του χωρίς να θιγεί ο πυρήνας του, μια απόπειρα που τα όρια των δυνατοτήτων της κατέδειξε με σαφήνεια το αντιγκορμπατσοφικό πραξικόπημα.
Πρόκειται για δύο φάσεις της επιδίωξης του «τετραγωνισμού του κύκλου» που χαρακτηρίζει κάθε ολοκληρωτική αντίληψη της εξουσίας, οι οποίες γίνονται απολύτως κατανοητές μόνο μέσα στο πλαίσιο της εξουσιοφρένειας από την οποία διακατέχονται οι εκάστοτε διαχειριστές της.
Στο σενάριο της φαρσοκωμωδίας που παίζεται μπροστά στα μάτια μας από το μπουλούκι των ατάλαντων και αξιοθρήνητων ηθοποιών της «Επιτροπής Έκτακτης Ανάγκης», προβλέπεται η γρήγορη απομάκρυνση των πραξικοπηματιών και η επάνοδος του Γκορμπατσόφ στο τιμόνι της πρώτης μπολσεβίκικης «δημοκρατίας της μπανανίας», υπό διαφορετικούς όρους.
Γιατί, ανεξάρτητα από τους ευσεβείς πόθους των κατά τόπους απολιθωμάτων του μπολσεβίκικου ολοκληρωτισμού, η το πάλαι ποτέ κραταιά «Σοβιετική Ένωση» σήμερα δεν είναι παρά μια δύναμη δεύτερης κατηγορίας.
Ο Γκορμπατσόφ ο 1ος ανετράπη. Ζήτω ο Γκορμπατσόφ ο 2ος, μετά το βραχύτατο διάλειμμα της τριτοκοσμικής «Επιτροπής Έκτακτης Ανάγκης».
Κλεάνθης Γρίβας