ΕΝΑΣ ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΜΟΣ ΧΩΡΙΣ ΝΥΡΕΜΒΕΡΓΗ
Κλεάνθης Γρίβας
εφημ. Ελευθεροτυπία, 13 Αυγούστου 1990
«Η Ιστορία είναι κακός δάσκαλος: πρώτα επιβάλλει την τιμωρία
και έπειτα αφήνει το μαθητή να ανακαλύψει το γιατί.»
Arthur Koestler
Στη διάρκεια του 20ου αιώνα η ανθρωπότητα έζησε τρεις ολοκληρωτισμούς που αποπειράθηκαν να θεσμοποιήσουν την απόλυτη συγκέντρωση της εξουσίας και την καθολική κρατικοποίηση του ατόμου και της κοινωνίας.
Ο μπολσεβικισμός βιώθηκε ως τραγωδία που εξακολουθεί να «εκτελείται» και να εκτελεί. Ο ναζισμός ως εφιάλτης. Και ο φασισμός ως ένα μείγμα αστυνομικο-πολιτικού θρίλερ και οπερέτας. Ο μπολσεβικισμός και ο ναζισμός οργάνωσαν τη μαζική δολοφονία με βιομηχανική συνέπεια, κληρονομώντας στους επερχόμενους το Γκουλάγκ και το Αουσβιτς. Και ο φασισμός συνδύασε την τρομοκρατία και τη γελοιότητα, αφήνοντας πίσω του την ανάμνηση του αυταρχισμού, του φαμφαρονισμού και της μεγαλομανίας του.
Στη δύση του αυτού του αιώνα που μέλλει να περάσει στην ιστορία ως ο αιώνας του ολοκληρωτισμού, δυο πρόσφατα φωτογραφικά ντοκουμέντα συμπυκνώνουν όλο το αιματηρό «μεγαλείο» και τη φρίκη που αφήνει πίσω του:
Στο ένα, το εντεταλμένο εκτελεστικό όργανο μιας νεκρόφιλης εξουσίας, ο γαντοφορεμένος αγγελιοφόρος του θανάτου έτοιμος να σκοτώσει με μια σφαίρα στον αυχένα τον έρωτα για τη ζωή που αναβλύζει από το βλέμμα ενός νεαρού φοιτητή. Πεκίνο, 1989. Αλλά συγχρόνως και Πετρούπολη 1917, Κροστάνδη 1921, Ισπανία 1936-9, Ανατολικό Βερολίνο 1953, Βουδαπέστη 1956, Βαρσοβία 1958, Πράγα 1968, κι από εκεί, με «διαλεκτικό» άλμα, στην Κίνα και τη Ρουμανία του 1989. Στο θανατολατρικό σύμπαν του μπολσεβικισμού, οι διάφορες φάσεις της ανειρήνευτης διαπάλης ανάμεσα στον έρωτα και το θάνατο καταλήγουν πάντα σε μια φρενιτιώδη ιεροτελεστία θανάτου.
Στο άλλο, το κουφάρι του μπολσεβίκου δράκουλα των Καρπαθίων κυλισμένο στα λασπόνερα, σύμβολο της ανείπωτης φρίκης της μπολσεβίκικης εκδοχής του ολοκληρωτισμού που δεν έχει τέλος, παραπέμπει συνειρμικά στο κουφάρι του Ιταλού πρωταγωνιστή της οπερετικής έκφρασής του. Oι μπολσεβίκοι Καρπάθιοι πέρασαν διά πυρός και σιδήρου έναν ολόκληρο λαό, εδραιώνοντας την εξουσία τους επί 40 χρόνια, πάνω σε αμέτρητα πτώματα. Ο φασίστας, στα 21 χρόνια της επιβολής του, εκφώνησε επτά (7) καταδικαστικές αποφάσεις σε θάνατο, κι απ' αυτές δεν εκτέλεσε ούτε τις μισές...
Κι όμως, η ανθρωπότητα, που καλώς έμαθε να αντιδρά αλλεργικά απέναντι στο φασισμό, συνήθισε να συνυπάρχει αρμονικά με τον μπολσεβικισμό που εξακολουθεί να παρασιτεί σε βάρος της, αδυνατώντας να βγάλει τα πλέον αναγκαία συμπεράσματα για την επιβίωσή της, με μια απλή αποτίμηση σε ανθρώπινες ζωές του «ειδικού βάρους» κάθε ολοκληρωτισμού.
Το 1918, δεκαπέντε χρόνια μετά τη διάσπαση του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος της Ρωσίας (ΣΔΚΡ) από τον Λένιν που έδωσε έναυσμα στη γέννηση του μπολσεβικισμού και τη δημιουργία του ΣΔΚΡ (μπολσεβίκων) με μια περίεργη αντιστροφή της μπολσεβίκικης μειοψηφίας σε «πλειοψηφία», ο πρωτεργάτης της μετονομάζει το κόμμα του σε Μπολσεβίκικο, διαχωρίζοντας έτσι και τυπικά τους μπολσεβίκους (που αυτοχαρακτηρίζονται «άλας της γης») από τους «μιαρούς» σοσιαλδημοκράτες που, κατά την μπολσεβίκικη προπαγάνδα, «πρόδωσαν τα συμφέροντα του προλεταριάτου».
Σήμερα, οι μπολσεβίκοι σ’ όλο τον κόσμο αδειάζουν με βιασύνη στον κάλαθο των αχρήστων την ιστορία, τις θεωρητικές και οργανωτικές αρχές, τα σύμβολα, τα συνθήματα και τον τίτλο τους και, «μεταμελημένοι» ξαναβαφτίζονται στο Σιλωάμ της σοσιαλδημοκρατίας (που επί τόσα χρόνια χλεύαζαν, κατάγγελλαν και δίωκαν απηνώς), σε μια απέλπιδα προσπάθεια να διασωθούν από την οριστική πολιτική καταδίκη που τους επιφυλάσσει η Νυρεμβέργη της ιστορίας.
Το 1917, οι μπολσεβίκοι με το Οκτωβριανό Πραξικόπημα κατέλαβαν την εξουσία στη Ρωσία και σαράντα χρόνια αργότερα ολόκληρη η Ανατολική Ευρώπη πέρασε στην κατοχή της ΕΣΣΔ (όπως αυτοτιτλοφορήθηκε το πρώτο ολοκληρωτικό γραφειοκρατικό κράτος στη γνωστή ιστορία, με τα αρχικά «τεσσάρων λέξεων που εμπεριέχουν τέσσερα ψέματα», κατά τον Καστοριάδη).
Σήμερα, η συντελούμενη κατάρρευση των μπολσεβίκικων καθεστώτων, καταδείχνει την πλήρη χρεωκοπία της θεωρίας και της πρακτικής του μπολσεβικισμού που τείνει να παγιωθεί στη συνείδηση όλου του κόσμου ως μία από τις πλέον εφιαλτικές εξουσιοφρενικές συλλήψεις στην παγκόσμια ιστορία.
Επί τόσες δεκαετίες, η μπολσεβίκικη προπαγανδιστική επαγγελία της «καθολικής κοινωνικής απελευθέρωσης» (που υλοποιήθηκε με τη μετατροπή ολόκληρης της κοινωνίας σ' ένα απέραντο Γκουλάγκ) και η αντίστοιχη διακήρυξη της «άρσης όλων καταναγκασμών και των αλλοτριώσεων» που διαστρέφουν την ανθρώπινη ύπαρξη (η οποία πραγματώθηκε με την αναγωγή του ανθρώπου σε απλό, άνευ αξίας και αντικαστάσιμο μέσο για την επίτευξη των σκοπών του μηχανισμού), συγκάλυπταν προστατευτικά την κατάσταση διαρκούς πολιορκίας και τρομοκρατίας μέσω της οποίας το μπολσεβίκικο καθεστώς χειραγωγούσε τις κοινωνίες που υποδούλωσε, με την ενεργητική συμμετοχή και τη συνειδητή συνενοχή των μπολσεβίκικων κομμάτων, των μελών, των οπαδών και των συνοδοιπόρων τους.
Αλλά η διαδικασία της διάλυσης των καθεστώτων του δουλοκτητικού καπιταλισμού της Ανατολικής Ευρώπης απέδειξε με τον πιο αδιαμφισβήτητο τρόπο ό,τι ήταν εξαρχής γνωστό στους λαούς που βίωσαν την εμπειρία της υποδούλωσής τους στον γραφειοκρατικό ολοκληρωτισμό. Γιατί τώρα πια αποτελεί κοινό τόπο το γεγονός ότι «ο μπολσεβικισμός συγκάλυπτε μια εξουσία στηριγμένη στην Τρομοκρατία και την Ιερότητα» και ότι «ο μαρξισμός-λενινισμός έκρυβε στην πραγματικότητα μια θεολογική και μαγική λογική». (E. Morin)
Και μέσα στη σύγχυση που απορρέει από την πλήρη διάψευση της εξ' αποκαλύψεως «αλήθειας» του μαρξισμού-λενινισμού, οι πιστοί του αγωνίζονται για την επιβίωσή του και την επιβίωσή τους, κατασκευάζοντας και ψελλίζοντας διστακτικά διάφορα ιδεολογήματα που έχουν ως πυρήνα τους κάποια μυθική «αγαθή» φύση του μπολσεβικισμού που «διαστράφηκε» σε εγκληματική στην πορεία της εφαρμογής του από όλους (!) τους εκφραστές του.
Αλλά, δυστυχώς για τους οπαδούς της λενινιστικής θεολογίας, δεν υπήρξε και δεν υπάρχει κανένας άλλος μπολσεβικισμός εκτός από τον εφαρμοσμένο στρατοπεδικό μπολσεβικισμό της κρατικο-βιομηχανικής οργάνωσης της μαζικής δολοφονίας στα Γκουλάγκ του Λενινισμού και των διαφόρων εκφάνσεών του (σταλινισμός, τροτσκισμός, μαοϊσμός, καστρισμός, κλπ.).
Ο μπολσεβικισμός της «επί του όρους ομιλίας» δεν υπήρξε ποτέ. Το μόνο που υπήρξε (και δυστυχώς, υπάρχει ακόμα) είναι ο Μπολσεβικισμός των στρατοπέδων συγκέντρωσης και καταναγκαστικής εργασίας. Κι αυτός ακριβώς ο μπολσεβικισμός αποτελούσε και αποτελεί το αξεπέραστο όριο του σχιζοφρενικού σύμπαντος των οπαδών του, στο πλαίσιο του οποίου η μεν «σοσιαλιστική πατρίδα» προβάλλει «μεγάλη» μόνο για τους πιστούς της πιο ανενδοίαστης πολιτικής μαφίας που γνώρισε η ιστορία, η δε λενινιστική ιδεολογία της αναδεικνύεται σε «εικόνισμα που το έχουν στο εικονοστάσι» μόνο εκείνοι που έβαψαν τα χέρια τους στο αίμα που σφράγισε αυτή την τραγωδία.
Το ψέμα και η βία είναι τα αναγκαία αντιστηρίγματα κάθε εξουσιαστικής πίστης που βρίσκεται σε διάσταση με την πραγματικότητα την οποία υποτίθεται ότι εκφράζει. Γιατί αυτή η διάσταση δεν μπορεί παρά να επικαλύπτεται με το ψεύδος. Και έσχατο μέσο επιβολής του ψεύδους είναι η βία.
Λίγους μήνες μετά την κατάρρευση της εξουσίας που συντηρούσε καταναγκαστικά τη μυθολογία του ταριχευμένου πτώματος στο μαυσωλείο της Μόσχας, ο Βλαντιμίρ Ιλιτς Ουλιάνοφ, που καθιερώθηκε στο πάνθεον του μπολσεβικισμού ως Νικολάι Λένιν (δικαιώνοντας αναδρομικά όλους τους οξυδερκείς κριτικούς του που επί 72 χρόνια μάταια απευθύνονταν σε ώτα μη ακουόντων πιστών), αποκαλύπτεται ως το πιο ολοκληρωμένο πρότυπο του εξουσιοφρενούς του 20ου αιώνα, που επενδύει την αφανιστική του δραστηριότητα σε βάρος εκατομμυρίων ανθρώπων με την επίκληση μιας σωτηριακής ιδεολογίας η οποία διακηρυκτικά αποσκοπεί στην «αναγέννηση» της ανθρωπότητας:
Ο μανιακός της εξουσίας για την εξουσία και της βίας για τη βία, που προβάλλοντάς την εξουσία και τη βία ως μέσο για την οριστική «εξάλειψή» τους, εφάρμοσε σε πρωτοφανή κλίμακα μια αποτρόπαιη κοινωνική «θεραπευτική» μ' ένα φάρμακο που είναι απείρως χειρότερο από την αρρώστια.
Ο επιφανέστερος θεωρητικός, θιασώτης, πρωτεργάτης και απολογητής του ολοκληρωτισμού, αυτής της μάστιγας του 20ο αιώνα, που πέτυχε να τον προβάλει και να τον επιβάλει ως πραγματοποίηση της «πλέριας» δημοκρατίας.
Ο πνευματικός πατέρας μιας θεωρίας και μιας πρακτικής που αντιγράφει και συνδυάζει σ' ένα εγκληματογόνο αμάλγαμα αφενός τις οργανωτικές απόψεις του Μπλανκί, του Νετσάγιεφ και του Τάκτσεφ, σχετικά με τον τρόπο και το είδος της οργάνωσης των «πεφωτισμένων επαγγελματιών-επαναστατών» που αυτοδιορίζονται «πρωτοπορία της εργατικής τάξης», και αφετέρου ορισμένες «θεωρητικές» απόψεις του Κάουτσκι, σχετικά με την»αδυναμία» αυτής της τάξης να αναπτύξει κάποια άλλη συνείδηση πλην της «συνδικαλιστικής», πράγμα που, κατά την πρωτότυπη αυτή θεωρία, υποδηλώνει ότι οι εργαζόμενοι πάσχουν από μια ανεξήγητη εγγενή ψυχοδιανοητική υπολλειμματικότητά που δεν τους αφήνει καμιά άλλη επιλογή απ' το να εγκαταλειφθούν στα χέρια της «πρωτοπορίας» τους. Και τέλος,
Ο αρρωστημένος εγκέφαλος που συνέλαβε και εμπέδωσε όλους τους ανθρωποβόρους θεσμούς οι οποίοι χαρακτηρίζουν και νοηματοδοτούν τον εφιάλτη του ολοκληρωτισμού: Προσωπολατρεία. Τρομοκρατία. Απαγόρευση των πολιτικών κομμάτων και εγκαθίδρυση του μονοκομματικού κράτους. Φυσική εξόντωση των πολιτικών αντιπάλων. Τέλεια οργάνωση της μαζικής δολοφονίας στα στρατόπεδα καταναγκαστικής εργασίας και θανάτου, τα οποία αποτέλεσαν τη μόνη παραγωγική βιομηχανία του Λενινιστικού Γκουλάγκ. Ενός ολοκληρωτισμού που επιβλήθηκε με την πλέον αποτρόπαιη βία στο μισό πλανήτη, χρησιμοποιώντας ως κύρια εργαλεία, την πολιτική αστυνομία, τις εκτελέσεις κατόπιν συνοπτικής διαδικασίας, την οικογενειακή ομηρία, την πολιτική ψυχιατρική.
Από τη σκοπιά της ιστορίας, ο Λένιν και οι συνεργάτες του αποδείχτηκαν εμπνευστές ενός εξουσιαστικού τερατουργήματος διαμέσου του οποίου εκφράστηκε η πιο παροξυσμική επιδίωξη «της γονεοποίησης της εξουσίας και της βρεφοποίησης της κοινωνίας» σ' ολόκληρη τη γνωστή ιστορία του ανθρώπινου είδους, επιδίωξη που ήταν και παραμένει ο αμετάλλακτος στόχος όλων των ψυχωτικών της εξουσίας, ανεξάρτητα από τις ιδεολογικο-πολιτικές αμφιέσεις τους.
Από τη σκοπιά του εργατικού κινήματος, που δεν περίμενε την «εξ' αποκαλύψεως αλήθεια» του λενινισμού για να συνειδητοποιήσει και να επιβεβαιώσει τον εαυτό του με τους αγώνες του και να βελτιώσει τις υλικές συνθήκες της ύπαρξής του, ο Λένιν και οι συνεργάτες του αποδείχτηκαν οι συνειδητοί καταστροφείς και νεκροθάφτες του, οι οποίοι χρησιμοποιώντας ως εργαλείο για την επίτευξη των σκοπών τους το ολοκληρωτικό κόμμα «νέου τύπου», πέτυχαν μέσα σε λίγα χρόνια ό,τι δεν πέτυχε η αστική τάξη μέσα σε δυο αιώνες: Υποδούλωσαν τους εργαζόμενους, τους εκμηδένισαν ως υπολογίσιμο παράγοντα του κοινωνικού γίγνεσθαι, και οικοδόμησαν «εξ’ ονόματός» τους, ερήμην τους και εναντίον τους, την πιο εκμεταλλευτική ταξική κοινωνία της ιστορίας, από την οποία απουσιάζει ο ταξικός αγώνας, τουλάχιστον με τη μορφή που τον περιέγραψε ο Μαρξ και ο Ενγκελς.
Κι αυτό ακριβώς συνειδητοποίησε ο Μαξίμ Γκόργκι, που ήδη από το Νοέμβριο του 1917, κατάγγελλε δημόσια ότι «ο Λένιν κι ο Τρότσκι έχουν ήδη μολυνθεί απ' το καταστρεπτικό δηλητήριο της εξουσίας. Τυφλοί φανατικοί και ανενδοίαστοι τυχοδιώκτες, καλπάζουν ορμητικά στο δρόμο της δήθεν κοινωνικής επανάστασης, που στην πραγματικότητα οδηγεί στην καταστροφή του προλεταριάτου...», λίγο πριν «μολυνθεί» κι ο ίδιος απ' το «καταστρεπτικό δηλητήριο» αυτής της εξουσίας. (Μαξίμ Γκόργκι: «Δεν μπορούμε να σιωπούμε», 20/11/1917),
Κλεάνθης Γρίβας
Ελευθεροτυπία 13/8/1990