Βασανιστήρια:
Οργανικό στοιχείο του "πολιτισμού" της βαρβαρότητας
Κλεάνθης Γρίβας
(Δημοσιεύθηκε στην αντιμνημονιακή εφημερίδα "Το Χωνί" στις 10-02-2013)
«Ο βασανιστής δεν γεννιέται, γίνεται. Στα αστυνομικά τμήματα και τις στρατονομίες, στα στρατόπεδα και τις φυλακές, στα σωφρονιστικά καταστήματα και τα ψυχιατρεία... [Και] βασανίζει γιατί -εκτός των άλλων- έχει εξασφαλίσει την κατανόηση των καλών πολιτών, των νομιμοφρόνων αλλά και των ανυποψίαστων, ώσπου η βία και η αυθαιρεσία θα χτυπήσουν και τη δική τους πόρτα.»
Κυριάκος Σιμόπουλος,
Βασανιστήρια και Εξουσία
ΔΥΟ ΑΝΑΓΚΑΙΕΣ ΔΙΕΥΚΡΙΝΗΣΕΙΣ
1) Θα παρακάμψω τη συζήτηση περί τρομοκρατίας, δεδομένου ότι με μεγάλο αριθμό δημοσιεύσεων τα τελευταία τριάντα χρόνια, προσπάθησα να τεκμηριώσω την άποψή μου ότι «η τρομοκρατία είναι πάντοτε γένους νεοφασιστικού».
Σε όλες τις ιστορικές κοινωνίες, η «επαναστατική»/τρομοκρατική δράση των κάθε είδους «αυτόκλητων» σωτήρων (που αναλαμβάνουν να εκβιάσουν τις κοινωνικές εξελίξεις με το περίστροφο ή τη βόμβα) έχει πάντοτε ως αποτέλεσμα την ενίσχυση των υφιστάμενων σχέσεων εξουσίας, δηλαδή την ενδυνάμωση του θεσμού εναντίον του οποίου στρέφονται διακηρυκτικά.
Εάν υπάρχει έστω και μία περίπτωση κατά την οποία η τρομοκρατική βία συντέλεσε στη διεύρυνση των ελευθεριών της κοινωνίας και όχι στην ενδυνάμωση και την αυταρχοποίηση της κρατικής εξουσίας, είμαι πρόθυμος να αποκηρύξω τις απόψεις που διατύπωσα για την τρομοκρατία.
2) Θα προσπεράσω, επίσης, τον ανιστόρητο, ανιστορικό και ασυνάρτητο λόγο που συνδέει τον αναρχισμό με τη ατομική βία. Μια ματιά στα κείμενα των Προυντόν, Κροπότκιν και Μπακούνιν (μετά τη ρήξη του τελευταίου με τον σκοτεινό Νετσάγιεφ) αρκεί για να αποσυνδεθεί η καταστρεπτική δραστηριότητα εναντίον συμβόλων των θεσμών από τον φιλοσοφικό και πολιτικό στοχασμό που μορφοποιήθηκε ως «αναρχισμός».
Σ’ αυτή την κατεύθυνση, η Γαλλική Αναρχική Ομοσπονδία, σε ανακοίνωσή της κατά την εξέγερση των νέων στα Γαλλικά προάστια (27 Οκτωβρίου 2005 με 14 Νοεμβρίου 2005) διακηρύσσει:
«Ναι, υπάρχουν δίκαιοι λόγοι για να εξεγείρεται κανείς. Αλλά το να καις αυτοκίνητα… το να χτυπάς στην τύχη, δεν παράγει παρά την ανακύκλωση του άδικου και την ενίσχυση των ιδιαίτερων πτυχών ταυτότητας (είτε αυτές είναι εθνικιστικές είτε θρησκευτικές)… Η εξέγερση μας πρέπει να στοχεύει προς τους αληθινούς υπαίτιους της εγκαταστημένης μιζέριας και του αποκλεισμού: τον καπιταλισμό και το κράτος. Η εξέγερση μας θα πάρει νόημα οργανωμένηενάντια στον καπιταλισμό και τις καταστροφικές του συνέπειες, με το να οργανωθεί μέσα στις γειτονιές, ενάντια στους δικαστικούς κλητήρες, ενάντια στα ακριβά ενοίκια, για πραγματικές κοινωνικές υπηρεσίες (ισότητα στην πρόσβαση, δωρεάν μεταφορές κ.α)».
ΒΑΣΑΝΙΣΤΗΡΙΑ
Κάθε «πολιτισμός» της βαρβαρότητας διαθέτει το δικό του «Υπουργείο Διαχείρισης και Προστασίας» της θεσμικής βαρβαρότητας και της τρομοκρατίας ή, άλλως πως, «Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη» στην κυρίαρχη οργουελιανή νεογλώσσα.
Oι δήθεν «πόλεμοι» κατά των «ναρκωτικών», του «κομμουνισμού» και της «τρομοκρατίας» υπήρξαν τα κυριότερα εργαλεία της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής που εφαρμόζονται στις υποτελείς, εξαρτημένες ή επηρεαζόμενες χώρες με στόχο την εμπέδωση ενός διεθνούς μοντέλου ποινικής καταστολής το οποίο αποτελεί εκ των ουκ άνευ προϋπόθεση για τη διασφάλιση της λειτουργίας κάθε αυτοκρατορίας.
Στο πλαίσιο της εφαρμογής κάθε τέτοιου μοντέλου, τα βασανιστηρία δεν αποτελούν μια «κακοήθη νεοπλασία» που αναπτύσσεται περιστασιακά στο πεδίο των διωκτικών δραστηριοτήτων, αλλά, αντιθέτως:
▪ Είναι οργανικό στοιχείο της άσκησης της εξουσίας.
▪ Προκύπτουν ευθέως από την εσωτερική της λογική. Και
▪ Σκιαγραφούν το παρόν και το μέλλον του αστυνομικο-εγκληματικού Μεσαίωνα που επιφυλάσσει στην ανθρώπινη κοινωνία η διεθνοποίηση της αστυνομικής και ποινικής καταστολής στην εποχή της «παγκοσμιοποίησης».
Τα βασανιστήρια αποτελούν μια διαρκώς παρούσα, θεσμικά κατοχυρωμένη και συστηματικά εφαρμοζόμενη πρακτική σε όλες τις χώρες του πλανήτη και η προσπάθεια να παρουσιαστούν ως μια περιστασιακή κατάχρηση εξουσίας αποβλέπει στην απενοχοποίηση της εξουσίας.
Το τελευταίο διάστημα, με τη βοήθεια των Mέσων Mαζικής Aποβλάκωσης, εισέβαλε για μια ακόμη φορά σε κάθε σπίτι, η ανατριχιαστική εικόνα 4 νεαρών που αφου συνελήφθησαν (χωρίς συμπλοκή) ως αυτουργοί ενός σοβαρού ποινικού αδικήματος (ληστεία μιας τράπεζας και ένα ταχυδρομικού ταμιευτηρίου), βασανίστηκαν απάνθρωπα από μια ομάδα μεταλλαγμένων ανθρωποειδών που, εξουσιαστικώ δικαίω, υποδύονταν τους ανθρωποφύλακες, σε ένα επιμέρους επεισόδιο της αέναα επαναλαμβανόμενης εξουσιαστικής βαρβαρότητας.
Στην εποχή μας, οι ραγδαία αυξανόμενες καταγγελίες και αποκαλύψεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας, τεκμηριώνουν με μια σωρεία ανατριχιαστικών αποδείξεων το διαρκώς συγκαλυπτόμενο γεγονός ότι η δραστηριότητα των διωκτών και των ανθρωποφυλάκων συνδέεται με την αέναη αυθαίρετη και ανεξέλεγκτη εφαρμογή ενός συνόλου αποτρόπαιων «τεχνικών» οι οποίες:
▪ Mελετώνται «επιστημονικά».
▪ Eγκρίνονται από τα ανώτατα κλιμάκια της διοίκησης.
▪ Eπιβάλλονται υπηρεσιακά.
▪ Aποσκοπούν αφενός στη σωματοψυχική διάλυση των θυμάτων και αφετέρου στην κατατρομοκράτηση του πληθυσμού (με στόχο την αδρανοποίησή του).
Κι αυτά τα φαινόμενα πληθαίνουν διαρκώς, δίνοντας το στίγμα του αποτρόπαιου μηχανισμού της εξουσιαστικής γενετικής που μεταλλάσσει τον άνθρωπο σε ανθρωποειδές, νομιμοποιώντας τη βαρβαρότητα που είναι αναγκαία προκειμένου να ολοκληρωθεί η εν εξελίξει διαδικασία για την εμπέδωση του οργουελιανού «1984».
Η βία και η αυθαιρεσία είναι σ' ένα βαθμό συνυφασμένες με την λειτουργία κάθε εξουσιαστικής κοινωνίας και συνιστούν αμέσως ή εμμέσως προβαλλόμενο πρότυπο, θεσμικά επικυρωμένο στοιχείο, εξουσιαστικά καλυπτόμενη και υπηρεσιακά δικαιωμένη συμπεριφορά των δυνάμεων της «τάξης».
Δεδομένου ότι τα βασανιστήρια αποτελούν μια επιμέρους έκφανση της άσκησης μιας εξουσίας χωρίς όρια, οι δήθεν «πολιτισμένες» κοινωνίες, προκειμένου να αποφύγουν τη φρίκη χωρίς όρια που συνεπάγεται μια εξουσία χωρίς όρια, φρόντισαν να θεσμοθετήσουν τυπικά όρια στην άσκησή της.
Ενα απ' αυτά θεωρείται και η αναγνώριση του ηθικού και νομικού κανόνα με βάση τον οποίο κάθε κρατούμενος θεωρείται απαραβίαστος από τη στιγμή που συλλαμβάνεται,ανεξάρτητα από το είδος του αδικήματος που διέπραξε. Γιατί, απλούστατα, κάθε κρατούμενος, από τη στιγμή της σύλληψής του και μετά, είναι αυτονόητα ακίνδυνος και η υπόθεσή του ανήκει στην αρμοδιότητα των δικαστικών αρχών και όχι της αστυνομίας.
Αλλά αυτός ο κανόνας δεν εφαρμόζεται σχεδόν ποτέ στην πράξη γιατί, απλούστατα, ο σωματικός και ψυχικός καταναγκασμός είναι συνυφασμένος με την ίδια την άσκηση της εξουσίας και, συνεπώς, τα βασανιστήρια και οι παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από τα μίσθαρνα όργάνά της δεν μπορούν παρά να καταδικάζονται μόνο διακηρυκτικά από τους θύτες.
Απ' αυτή την άποψη είναι απολύτως χαρακτηριστικό το γεγονός ότι κάθε φορά που (τυχαίως) έρχεται στο φως της δημοσιότητας κάποια περίπτωση βασανιστηρίων από εντεταλμενα όργανά της, η εξουσία ακολουθεί μια συγκαλυπτική και συνένοχη «σιγή ιχθύος» ή (σε έσχατη περίπτωση) προσφεύγει στο ανοητολόγημα των «μεμονωμένων κρουσμάτων», χωρίς να επιβάλλεται οποιαδήποτε ουσιαστική κύρωση στους βασανιστές.
Η καθολική ποινικοποίηση είναι η μόνη δυνατή απάντηση της κρατικής εξουσίας στα προβλήματα που απορρέουν από την κρίση που διαπερνά όλους τους τομείς της κοινωνικής ζωής. Το κράτος, προκειμένου να χειραγωγήσει τη βία (που το ίδιο εμπεριέχει, εκφράζει και αναπαράγει διαρκώς) ενδυναμώνει ασταμάτητα τις διωκτικές και ποινικές αρμοδιότητες των κατασταλτικών θεσμών τουκαι σταδιακά «τείνει να μεταβάλλει την κοινωνία σ’ ένα τεράστιο και τερατώδη μηχανισμό ταξινόμησης και παραγωγής κατηγορητηρίων, ποινικών μητρώων και νομικο-κοινωνικών status - όπως σεσημασμένος, υπότροπος, καθ’ έξην κακοποιός, επικίνδυνο στοιχείο, κλπ.» (Λ. Φεραγιόλι).
Ο εφιάλτης της καθολικής ποινικοποίησης της κοινωνίας και ο θρίαμβος του ποινικού κράτους που ευαγγελίζεται η εξουσία, αποτελεί μια εν διαμορφώσει καθημερινή πραγματικότητα απέναντι στην οποία η κοινωνία μπορεί και πρέπει να αμυνθεί όσο υπάρχει ακόμα καιρός.
Η μη-παρέμβαση της κοινωνίας στην άσκηση των εγκληματικών πρακτικών της εξουσίας εναντίον των κάθε είδους κρατουμένων (πολιτικών, ποινικών, ψυχιατρικών, κ.α.) και η αδιαφορία της για την ωμή παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εκείνων που υφίστανται τις πιο ακραίες και αποκρουστικές μορφές της κρατικής βίας, ισοδυναμεί με έμμεση αλλά αποφασιστική συμβολή στην ενδυνάμωση και την παγίωση του «δικαιώματος» της εξουσίας να διαχειρίζεται κατά βούληση και ανεξέλεγκτα την ελευθερία, το κορμί και τη ζωή των θυμάτων της. Σ’ αυτές τις συνθήκες, η ουδετερότητα ή η σιωπή συνιστά συνενοχή.
Γιατί, όπως με ευθύβολο τρόπο διαπιστώνει ο Κυριάκος Σιμόπουλος (Βασανιστήρια και Εξουσία):
«Ο βασανιστής είναι σαρξ εκ της σαρκός του συστήματος και στυλοβάτης της εξουσίας... είναι δημιούργημα της εξουσίας, εντάσσεται στο σύστημα και ακολουθεί μια παράδοση...
Δεν βασανίζει από έκρηξη οργής ή μίσους αλλά εν ψυχρώ, γιατί έχει δικαίωμα και εντολή να βασανίσει, γιατί στα ενδότερα της εξουσίας, τα βασανιστήρια δεν θεωρούνται παράπτωμα ή παραβίαση νόμου αλλά υπηρεσιακό χρέος...
Bασανίζει γιατί οι χώροι των ανακριτικών διαδικασιών είναι αδιαπέραστοι και οι ίδιες οι διαδικασίες απόρρητες.
Βασανίζει γιατί το θύμα, απομονωμένο από τον έξω κόσμο, συνειδητοποιεί πως βρίσκεται στο έλεος των βασανιστών του.
Βασανίζει γιατί δεν φοβάται το δημόσιο έλεγχο, γιατί δεν στηλιτεύεται και, κυρίως γιατί δεν τιμωρείται.
Και, τέλος, βασανίζει γιατί έχει εξασφαλίσει την κατανόηση των «καλών πολιτών», των «νομιμοφρόνων» αλλά και των ανυποψίαστων, ώσπου η βία και η αυθαιρεσία θα χτυπήσουν και τη δική τους πόρτα...
Και θα βασανίζει ως τη στιγμή που ο βασανιστής (οπουδήποτε, οποιοσδήποτε, για οποιαδήποτε αιτία και κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες, ασκεί βία σε κρατούμενο) θα θεωρείται από το κοινωνικό σύνολο απεχθής κακούργος, πολυμίσητο, αποκρουστικό και απόβλητο άτομο, και ο βασανισμός οποιασδήποτε μορφής θα θεωρείται όχι απλώς αδίκημα αλλά ατιμωτικό έγκλημα, πράξη βδελυρή, διοικητικά και δικονομικά ανιχνεύσιμη, έγκλημα που δεν παραγράφεται ποτέ».
Κλεάνθης Γρίβας
Οι διαχειριστές της εξουσίας
είναι μονίμως ανιστόρητοι
Λος Αντελες, 1992:
Η επιδεικτική και προκλητική ατιμωρησία της αστυνομικής βαρβαρότητας σε βάρος ενός πολίτη, προκάλεσε μια τυφλή εξέγερση (διάρκειας 6 ημερών), που είχε ως αποτέλεσμα 58 νεκρούς, 2.000 τραυματίες, 10.000 συλλήψεις,1.100 κατεστραμένα κτίρια και ανυπολόγιστες υλικές ζημιές.
Παρίσι (προάστεια) 2005:
Μια ομάδα περίπου 10 εφήβων μεταναστών, παίζουν ποδόσφαιρο στο γκέτο του Clichy-sous-Bois, ενός από τα υποβαθμισμένα προάστια του Παρισιού. Το παιχνίδι τελειώνει και οι νεαροί κατευθύνονται προς τα σπίτια τους. Ξαφνικά, αστυνομικοί κατακλύζουν την περιοχή. Στη θέα τους, τρεις από τους νεαρούς μετανάστες απομακρύνονται τρέχοντας. Οι αστυνομικοί τους κυνηγούν, και οι νεαροί προσπαθούν να κρυφτούν σε έναν ηλεκτρικό υποσταθμό της Γαλλικής εταιρίας ηλεκτρισμού. Εκεί, δύο πεθαίνουν από ηλεκτροπληξία και ο τρίτος τραυματίζεται και μεταφέρεται στο νοσοκομείο. Αυτό πυροδότησε μια τυφλή εξέγερση που διάρκεσε από τις 27 Οκτωβρίου μέχρι τις 14 Νοεμβρίου 2005, στη διάκεια της οποία μέχρι τις 8 Νοεμβρίου (σύμφωνα με το BBC): Σκοτώθηκε ένας άνθρωπος, κάηκαν 5873 αυτοκίνητα, συνελήφθησαν 1500 άτομα και τραυματίστηκαν 120 αστυνομικοί και πυροσβέστες. (υπουργός «προστασίας της κρατικής βαρβαρότητας» ήταν ο κ. Νικολά Σαρκοζί…)
Είναι αυτό τρομοκρατία, κ. Δένδια;
12 Μαΐου 1985. Ο κ. Μάκης Βορίδης (διαγραμμένος από την ΟΝΝΕΔ Νομικής ως "φασίστας", επικεφαλής της λεπενικής οργάνωσης στην Ελλάδα, τέως βουλευτής του ΛΑΟΣ, τέως μνηνμονιακός υπουργός και νυν κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της Ν.Δ.), με αυτοσχέδιο τσεκούρι ανά χείρας, στην οδό Ακαδημίας, έτοιμος για δράση (τρομοκρατική;).
Βλέπε, Τάσος Κωστόπουλος: «Η ιστορία μιας φωτογραφίας» (Ελευθεροτυπία 21-11-2010). H φωτογραφία δημοσιεύτηκε στον «Ιό» (9-6-2002) κι εν συνεχεία έκανε το γύρο του Ιντερνετ, χάρη σε αντιφασιστικά σάιτ όπως το Jungle Report.