Ο «Ιανός»
σε μια εποχή αγωνίας και κατεδάφισης
Κλεάνθης Γρίβας
Ο «Ιανός» ως ένα τετράδιο αναζητήσεων αρχικά και ως μια επιχείρηση-πρόταση πολιτισμού στη συνέχεια, γεννήθηκε σε μια ορισμένη φάση της μεταπολιτευτικής περιόδου, κατά την οποία το φάντασμα της πλήρους κατεδάφισης των κοινωνιών με τη μορφή ενός εκσυγχρονισμένου άγριου καπιταλισμού επέβαλε σταδιακά ένα καθεστώς που συνδύαζε τις χειρότερες όψεις του οικονομικού, πολιτικού και ψυχικού καταναγκασμού του παρελθόντος.
Κάθε ερμηνεία μιας ιστορικής εποχής ή κατάστασης υπόκειται στους περιορισμούς που απορρέουν από το γεγονός ότι κάθε ιστορία είναι μια εκ των υστέρων προσπάθεια να ερμηνευθούν τα όσα έχουν ήδη συμβεί. Αυτό σημαίνει ότι «σκέφτομαι την ιστορία σε συνάρτηση με τις κατηγορίες τη εποχής μου και της κοινωνίας μου - κατηγορίες που είναι οι ίδιες προϊόντα της ιστορικής εξέλιξης. (Και) σκέπτομαι την ιστορία σε συνάρτηση με μια πρακτική πρόθεση ή ένα πρόταγμα, πράγμα που αποτελεί το ίδιο μέρος της ιστορίας».[1]
Α) Ο «Ιανός» ως ένα τετράδιο αναζητήσεων ήταν το αποτέλεσμα του ενθουσιασμού, των ευαισθησιών και της επιμονής του Νίκου Καρατζά και ενός πολύ μικρού κύκλου φίλων για συμβολή στη ζύμωση των ιδεών που επιτελούνταν στα τέλη της πρώτης δεκαετίας της μεταπολίτευσης.
● Σε ολόκληρο τον πλανήτη επιτελούνταν μια πρωτοφανής κατεδάφιση των κοινωνιών, των ανθρώπων, των βεβαιοτήτων.
1) Στο πεδίο της υλικής παραγωγής, συνειδητοποιούνταν με τραγικό τρόπο το γεγονός ότι ο βιομηχανικός πολιτισμός έφτασε στα φυσικά όρια της «ανάπτυξής» του εξαντλώντας με μη-αντιστρεπτό τρόπο τις υλικές προϋποθέσεις της επιβίωσης του ανθρώπινου είδους.
2) Στο πεδίο της οικονομίας, επιτελούνταν μια χωρίς προηγούμενο κατεδάφιση όλων των ρυθμιστικών κανόνων που καθόριζαν τις σχέσεις εργασίας και κεφαλαίου, με αποτέλεσμα: α) Τη μετατροπή του εργαζόμενου και «πράγμα», με το νομικό περιεχόμενο του όρου. β) Την αλλοίωση του περιεχόμενου της εργασίας. γ) Τη δραματική αύξηση της ανεργίας στον «αναπτυγμένο» κόσμο. δ) Την (εξ’ αυτής), επίταση όλων των φαινομένων της κοινωνικής παθολογίας. ε) Την επιδείνωση της ανελέητης εκμετάλλευσης του «τρίτου» κόσμου.
3) Στο πολιτιστικό πεδίο, συντελούνταν μια χωρίς προηγούμενο διάλυση της «πολιτιστικής δημιουργίας της θεσμισμένης κοινωνίας» με τη συστηματική καταστροφή της κριτικής λειτουργίας και τη διαμόρφωση ενός «υπερεκπολιτισμένου και νεοαναλφάβητου κοινού» προορισμένου να καταναλώνει σκουπίδια: «Αυτό που ψυχορραγεί σήμερα -ή που τουλάχιστον αμφισβητείται βαθιά- είναι ο δυτικός πολιτισμός. Ο καπιταλιστικός πολιτισμός, ο πολιτισμός της καπιταλιστικής κοινωνίας... πεθαίνει ως σύνολο από νόρμες και αξίες, ως κοινωνικο-ιστορικός τύπος ατόμων, ως σημασία σχέσης της συλλογικότητας με τον εαυτό της, με τις συνιστώσες της, με το χρόνο και με τα ίδια της τα έργα».[2]
Μέσα σε ελάχιστα χρόνια, όλες οι προηγούμενες βεβαιότητες και οι σταθεροποιητικές αξίες αποδείχθηκαν ανενεργές και αμφισβητήθηκαν. Οι κοινωνικοποιητικοί θεσμοί (οικογένεια, σχολείο, γειτονιά) πρόβαλλαν απολύτως ανεπαρκείς να λειτουργήσουν αποτελεσματικά στις νέες δραστικά μεταλλαγμένες συνθήκες και υποβαθμίστηκαν δραματικά: Η οικογένεια ως θεσμός της πρωτογενούς κοινωνικοποίησης βαθμιαία υποκαταστάθηκε από την τηλεόραση. Το σχολείο ως θεσμός της δευτερογενούς κοινωνικοποίησης αποδυναμώθηκε. Η γειτονιά, ως συμπληρωματικό και ενοποιητικό στοιχείο αυτών των δύο θεσμών, εξαφανίστηκε (χωρίς να αντικατασταθεί από κάτι ανάλογό της). Παράλληλα, οι άλλοι ρυθμιστικοί θεσμοί (δίκαιο, οικονομία, εκπαίδευση, επιστήμη) που για αιώνες συντελούσαν στη διατήρηση και την αναπαραγωγή της κοινωνικής συνοχής, μεταμορφώνονταν «ανεξήγητα» σε παράγοντες της κοινωνικής αποσάθρωσης.
Ολόκληρο το ψυχικό, διανοητικό, φαντασιακό και υλικό σύμπαν που καθόριζε τη διάπλαση και τη νοηματοδότηση της ανθρώπινης ύπαρξης, βρισκόταν σε κατάσταση ταχείας αποσύνθεσης και καμιά προοπτική ή διεκδίκηση μιας άλλης, καινούργιας (και ποιοτικά διαφορετικής) ανασυγκρότησής του δεν διαφαίνονταν στον ορίζοντα. Και σ' αυτό ακριβώς έγκειτο η ιστορικά μοναδική τραγωδία της εποχής μας.
● Στην Ελλάδα, η πρώτη μεταπολιτευτική δεκαετία αναλώθηκε στην μεταμόρφωση του πολιτειακού καθεστώτος της (μονοκομματικής) κλεπτοκρατίας που οικοδομήθηκε στη χώρα μας μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια. Αυτή την περίοδο, για το πολιτικό σύστημα ήταν ζωτική η ανάγκη «να αλλάξουν τα πράγματα για να διατηρηθεί η ίδια κατάσταση» (Giuseppe Tomasi di Lampedusa, Ο Γατόπαρδος).
Η μεταπολιτευτική κλεπτοκρατία ικανοποίησε αυτή την ανάγκη της και επέβαλε την κυριαρχία της στη δημόσια ζωή, ανανεώνοντας το απελπιστικά φθαρμένο διαχειριστικό πολιτικό προσωπικό της με νέους υπαλλήλους, κυρίως, μέσω της «ενσωμάτωσης» (δι’ εξαγοράς) ενός μέρους της «γενιάς του Πολυτεχνείου» που δεν διέθετε ηθικές και πολιτικές αντιστάσεις και ήταν πρόθυμο να εξαγοραστεί.
Σ’ αυτές τις συνθήκες, ορισμένοι άνθρωποι ασφυκτιούσαν βιώνοντας τους τελευταίους (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων) σπασμούς της εναντίωσης σ’ αυτή την εξέλιξη, και τους ερμήνευσαν ως ένδειξη ότι βρισκόμασταν στο σημείο σύζευξης ανάμεσα στο ιστορικό Τίποτα και το ιστορικό Όλα, στο οποίο, εκ των πραγμάτων επιτελείται μια ασταμάτητη ζύμωση και παραγωγή ιδεών μέσα σε μια ενεργειακά φορτισμένη ατμόσφαιρα.
Εμπνεύσεις και ανατροπές, θεωρίες και πρακτικές διαχέονταν στον αέρα των όποιων κατακτήσεων του πρόσφατου παρελθόντος, συμπλέκονταν με τις θεωρίες και τις προθέσεις του παρόντος και διατυπώνονταν με μη-συστηματικό τρόπο, διεκδικώντας το δικαίωμα της συμβολής τους στη διαμόρφωση του καινούργιου. Ήταν μια «συνήθης» περίοδος δημιουργικού χάους κατά την οποία, μέσα από ένα πολύμορφο κύμα αμφισβητήσεων και ανατροπών, γεννιέται και αναπτύσσεται μια ποικιλία νέων ιδεών.
Σ’ αυτό το δημιουργικό χάος, το περιοδικό «Ιανός» (του οποίου ονοματοδότης έχει την τιμή να είναι ο γράφων) συγκρούστηκε με τις κατεστημένες βεβαιότητες, συμβάλλοντας στην αμφισβήτηση των διαφόρων εκφάνσεων τόσο της θεσμικής (ψυχιατρική, ποινικό σύστημα, κ.α.) όσο και της δήθεν «αντιθεσμικής» βίας (ναρκωτικά, τρομοκρατία, βιασμός, κ.α).
Με ειδικά αφιερώματα για την ψυχιατρική καταστολή, την πολιτική χρήση της ψυχιατρικής στις ανατολικές χώρες, την εξουδετέρωση των Ρώσων διαφωνούντων, τον κομμουνιστικό ολοκληρωτισμό, την επιλεκτική απαγόρευση ορισμένων ψυχοτρόπων ουσιών («ναρκωτικά») και τη δίωξη των χρηστών τους, την τρομοκρατία ως εργαλείου άσκησης πολιτικής, τη βία στις καθημερινές σχέσεις, τα νέα ρεύματα στο χώρο της λογοτεχνικής παραγωγής και της αισθητικής, ο «Ιανός» έθεσε επί τάπητος ζητήματα και ανίχνευσε ερμηνείες τους που έμελε να γίνουν αποδεκτές πολλά χρόνια αργότερα.
Β) Ο «Ιανός» ως επιχείρηση-πρόταση πολιτισμού ήταν αποκλειστικό δημιούργημα του Νίκου Καρατζά το οποίο εντάσσεται στο γενικό πλαίσιο των εξελίξεων που συντελέστηκαν όταν η θεσμική μεταπολιτευτική κλεπτοκρατία κατάφερε να διατηρήσει αμετάλλακτη την κατάστασή της «αλλάζοντας τα πράγματα» (γεγονός που, σημασιολογικά, υποδηλώθηκε με την υποκατάσταση του ζιβάγκο από τη γραβάτα, της ταβέρνας από τα καταγώγια-«πολιτιστικά κέντρα» και τη «γιαποποίηση» της εμφάνισης, της συμπεριφοράς και των επιδιώξεων).
Σ’ αυτό το πλαίσιο, ο «Ιανός» επρόκειτο να μετεξελιχθεί από ένα «τετράδιο αναζητήσεων» σε συνθήκες κοινωνικής αγωνίας σε μια επιχείρηση–πρόταση πολιτισμού σε συνθήκες κοινωνικής κατεδάφισης με στόχο να λειτουργήσει ως εστία παραγωγής προτάσεων και να συντηρηθεί μια νησίδα που ίσως θα μπορούσε να δρα ως ερέθισμα για την επανεμφάνιση μιας ελπιδοφόρας ποικιλίας νέων ιδεών.
Γιατί, όταν οι ανησυχίες συνεχώς εντείνονται, οι παλιές βεβαιότητες διαλύονται και οι παραδοσιακές αξίες καταρρέουν, όταν η πολιτική, οι τέχνες, τα γράμματα και οι επιστήμες σαρώνονται από την ημι-αναλφαβητη μετριότητα, ο κόσμος χρειάζεται ανατροπές στον τρόπο που ακούει, βλέπει, αντιλαμβάνεται και κατανοεί τα πράγματα. Η εποχή μας χρειάζεται τον δικό της Στραβίνσκι που θα ανατρέψει τον μουσικό εφησυχασμό, τον δικό της Πικάσο που θα αναθεωρήσει την παραδεδεγμένη θέαση του κόσμου. Τη δική της κβαντομηχανική που θα εκτοπίσει την επιστημονική βεβαιότητα. Την δική της κοινωνική επανάσταση που θα κάνει τα θεμέλια των κλεπτοκρατικών καθεστώτων να τρίξουν.
Ο «Ιανός», τόσο ως «ένα τετράδιο αναζητήσεων» όσο και ως μια «επιχείρηση-πρόταση πολιτισμού» είναι ένα απειροελάχιστο στοιχείο αυτής της διεργασίας: συμμετέχει σ’ ένα ταξίδι που συντίθεται από βιώματα με στόχο μια «Ιθάκη» που απαρτίζεται από προθέσεις. Συνεπώς, συμμετέχοντας προσωπικά στο βίωμα, μπορώ να του εύχομαι να μη φτάσει ποτέ στην «Ιθάκη» του…
Κλεάνθης Γρίβας