Εκδοτική Θεσσαλονίκης, 1990
Μέρος 3
ΚΑΝΝΑΒΗ
1. Η ΚΑΝΝΑΒΗ
1. Ιστορικά στοιχεία και ιατρικές χρήσεις
2. Τα ψευδολογήματα των «σταυροφόρων» της καταστολής
- Μύθος 1: Η Κάνναβη «προκαλεί» εξάρτηση
- Μύθος 2: Η κάνναβη «αποτελεί» προστάδιο της ηρωϊνης
- Μύθος 3: Η Κάνναβη «προκαλεί» εγκεφαλική ατροφία
- Μύθος 4: Η Κάνναβη «προκαλεί» βλάβη των χρωμοσωμάτων
- Μύθος 5: Κάνναβη και άλλα τινά
3. Επίσημες Εκθέσεις γιά την Κάνναβη
- Η Εκθεση της Επιτροπής του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου (1986)
4. Συμπέρασμα
2. ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΔΑΙΜΟΝΟΛΟΓΙΑΣ
(Ανθολόγηση Επιστημονικών Διαπιστώσεων για την Κάνναβη)
1. Ελλάδα
2. ΗΠΑ
1. Η ΚΑΝΝΑΒΗ
Η κάνναβη η ήμερη (Cannabis Sativa) είναι ένα φυτό από το οποίο βγαίνει η μαριχουάνα, ένα μίγμα θρυμματισμένων φύλλων και λουλουδιών της κάνναβης, το χασίς, αποξηραμένη ρετσίνη που βγαίνει από τις αδενικές τρίχες των λουλουδιών και των ακρινών στελεχών των θηλυκών, κυρίως, φυτών της κάνναβης, και το χασισέλαιο, που παράγεται με μιά επεξεργασία απόσταξης. [Γ. Οικονομόπουλος: Ψυχεδελικά ή ψυχοδηλωτικά (Αθήνα, Κοινότητα, 1980, σ. 95-98]
Η μεγάλη ποικιλία των παραλλαγών αυτού του φυτού, που ταξινομήθηκε από τον Linneaus το 1753, δημιουργούσε στο παρελθόν πολλές διαφωνίες μεταξύ των βοτανολόγων σχετικά με την ταξινόμησή του, αλλά σήμερα έχει γίνει δεκτό ότι υπάρχει ένα αρχικό είδος, η κάνναβη η ήμερη, απ'την οποία προέκυψαν διάφορες παραλλαγές ως οικότυποι.
Η κάνναβη μπορεί να αναπτυχθεί σε ύψος 4 έως 7 ή και περισσότερων μέτρων, ανάλογα με τις συνθήκες του περιβάλλοντος. Τα αρσενικά και τα θηλυκά φυτά διαφέρουν αισθητά μεταξύ τους, κι απ' αυτά, μόνο τα θηλυκά έχουν ουσιαστική χρηστική αξία.
Το κύριο δραστικό συστατικό της ινδικής κάνναβης είναι η Δ9 - Τετραϋδροκανναβινόλη (ή ΤHC) που είναι συγκεντρωμένη στη ρετσίνη του φυτού. Τα μίγματα των φύλλων (μαριχουάνα) περιέχουν μικρή ποσότητα ΤHC (1-5%), η αποξηραμένη ρετσίνη (χασίς) περιέχει 10-16% ΤΗC και το χασισέλαιο μπορεί να φτάσει το 50-60%.
Τα αποτελέσματά της κάνναβης στον στον χρήστη της εξαρτώνται από το είδος και την ποιότητά της, τις κλιματολογικές και πολιτιστικές συνθήκες και τον τρόπο παρασκευής και λήψης της.
Οταν προσλαμβάνεται μέσω του αναπνευστικού συστήματος (κάπνισμα) η δράση της διαρκεί 2 ως 4 ώρες. Όταν παίρνεται μέσω του πεπτικού συστήματος (βρώση ή πόση) η δράση της διαρκεί 5 ως 12 ώρες.
Παρ' ότι τα αποτελέσματά της είναι συνάρτηση των προαναφερόμενων παραγόντων, γενικά μετά τη λήψη της κάνναβης προκαλείτα ένα αίσθημα ευφορίας, ευκολοσυγκινησία, ξηροστομία, μιά αίσθηση αυξημένης ψυχοκινητικής δραστηριότητας, μυικής δύναμης και απώλειας σωματικού βάρους, ηδονικές φαντασιώσεις και επιβραδυνόμενη αντίληψη του χρόνου, και στη συνέχεια χαλάρωση, ηρεμία και ύπνο με ηδονικά όνειρα, ο οποίος ακολουθείται από αφύπνιση με καλή διάθεση. (Κ. Γρίβας: Αποδιοπομπαίος Τράγος: Ψυχική «αρρώστια» και Τοξικομανία. Αθήνα, Μαλλιάρης-Παιδεία, 1983, σ.100).
α) Ιστορικά στοιχεία και ιατρικές χρήσεις
Η χρήση της κάνναβης είναι γνωστή και ευρέως διαδεδομένη σε όλους τους ιστορικά γνωστούς πολιτισμούς. Η αρχαιότερη αναφορά στις θεραπευτικές χρήσεις της βρίσκεται στην κινέζικη σύνοψη των φαρμάκων Βοτανοθεραπευτική του αυτοκράτορα Shen Nung, που χρονολογείται από το 2737 π.Χ. Δέκα έως οκτώ αιώνες πρίν από τη χρονολογία μας εντοπίζεται στους Ασσύριους με την ονομασία Quonoubou Qunnapu, και στη συνέχεια τους Εβραίους ως Qanneb, τους Αραβες ως Quannob, τους Πέρσες ως Quonnab, τους Κέλτες ως Quannab και τους Ελληνες ως Κάνναβη.
Τα χρηστικά παράγωγα της ινδικής κάνναβης είναι γνωστά στην με τα ονόματα bhang, ganja και charas ή churrus (στην Ινδία), Kif (στην Αλγερία και το Μαρόκο), takrouri (στην Τυνησία), dagga (στη Νότια Αφρική), djoma (στην Κεντρική Αφρική), machona ή liamba (στη Βραζιλία), Kabak (στην Τουρκία), Hashish el Keif (στο Λίβανο), και grass, pot, tea, mooters, mu, Mary Jane, κ.α. (στην Αμερική).
Εκτός από τις ευφορικές της ιδιότητες, η κάνναβη έχει και αξιολογότατες θεραπευτικές ιδιότητες, και γι'αυτό ακριβώς το λόγο εδώ και πάνω από τρεις χιλιάδες χρόναι «χρησιμοποιείται «στην πρακτική ιατρική πολλών χωρών γιά τη θεραπεία ποικίλων ασθενειών, όπως η χολέρα, η ελονοσία, η διάρροια, οι σπασμοί, η ανορεξία, η απώλεια της μνήμης, ο βήχας, οι ρευματισμοί, η αϋπνία και ο πόνος». [J. Jaffe, R.Peterson, R. Hodgson: Ναρκωτικά, Τσιγάρο, Aλκοόλ. Αθήνα, Ψυχογιός, 1981, σ. 79]
Το ενδιαφέρον του Ευρωπαικού κοινού, που γνώριζε την κάνναβη ήδη από πολλές δεκαετίες, αναζωπυρόθηκε το 1857 με τη δημοσίευση του «Χασισοφάγου» από τον Fitz Hugh Ludlow. [F.H. Ludlow: The Hasheesh Eater: Being Passages from the Life of a Pythagorean, Ν.Υ., Harper and Bros, 1857]
Ο Ludlow ήταν επηρεασμένος από τους Γάλλους ρομαντικούς λογοτέχνες που ανήκαν στη Λέσχη των Χασισιστών. Μέλη της ήταν ο Gautier, ο Boissard, ο de Boisdenier, ο Ηugo, ο de Nerval, ο Dumas (πατήρ), ο Balzac (που, σύμφωνα με τον Baudelaire, δεν έκανε ποτέ χρήση χασίς), ο ψυχίατρος J.J. Moreau (de Tours), κ.α.
Από την ίδια περίπου περίοδο χρονολογείται και το ενδιαφέρον της δυτικής ιατρικής γιά την Κάνναβη: Το 1839, ο W.B. O'Shaughnessy, ένας Βρεταννός γιατρός που δούλευε στην Καλκούτα, δημοσίευσε μιά εργασία του γιά τις αναλγητικές, αντισπασμικές και μυοχαλαρωτικές ιδιότητές της κάνναβης, και πυροδότησε το ενδιαφέρον του ιατρικού κόσμου, με αποτέλεσμα μέσα στα επόμενα 60 χρόνια (1840-1900) να δούν το φως της δημοσιότητας 100 περίπου επιστημονικές εργασίες γιά την κάνναβη.
Mέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1930, η κάνναβη ήταν αδιαμφησβήτητα καθιερωμένη ως αξιόλογο και ακίνδυνο θεραπευτικό μέσο που συγκέντρωνε την επιδοκιμασία και την εκτίμηση του ιατρικού κόσμου: Μέχρι το 1937, το βασικό Εγχειρίδιο Φαρμακοποιίας και το Εθνικό Συνταγολόγιο των ΗΠΑ, αναφέρουν την κάνναβη ως ακίνδυνο φάρμακο κατάλληλο γιά ένα ευρύτατο φάσμα ασθενειών.
Αυτή η εικόνα θα αρχίσει να διαφοροποιείται μετά τη δεκαετία του 1920, όταν το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ναρκωτικών των ΗΠΑ, υπό τη διεύθυνση του διαβόητου Harry Anslinger, άρχισε μιά άγρια εκστρατεία εναντίον της Κάνναβης που κατέληξε στη θέσπιση του νόμου Marihuana Tax Act το 1937, με τον οποίο ουσιαστικά ποινικοποιήθηκε η καλλιέργεια, η κατοχή, η χρήση και η εμπορία της Ινδικής Κάνναβης και των παραγώγων της.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1940, R. Adams πέτυχε να απομόνωσει το δραστικό συστατικό της ινδικής κάνναβης, την τετραυδροκανναβινόλη, και άνοιξε το δρόμο σε πιό ακριβείς εργαστηριακές μελέτες της.
● Το 1965, η Επιτροπή Ναρκωτικών των ΟΗΕ, δημοσίευσε ένα κατάλογο με 2.000 εργασίες γιά την κάνναβη, από τις οποίες οι 377 είχαν γίνει πριν από το 1900 και οι 1623 μετά από το 1900.
● Από το 1930 μέχρι το 1959 δημοσιεύονταν περίπου 300 τίτλοι ανά δεκαετία, οι οποίοι μετά το 1960 έφτασαν τους 500 ανά δεκαετία. [L. Grinspoon, Marihuana Reconsidered, 2nd ed. (Harvard University Press, 1977), σ. 3]
● Στα επόμενα 15 χρόνια (1965-1980) ο αριθμός των ερευνητικών εργασιών γιά την κάνναβη που δημοσιεύτηκαν, ξεπέρασε τις 3.000. [J. Jaffe, ο.π., σ. 81]
Στη σχετική βιβλιογραφία, σημαντικότατη θέση κατέχουν:
● Οι πολύχρονες συγκριτικές μελέτες σε χρόνιους χρήστες κάνναβης που έγιναν στη Τζαμάϊκα [S. Rubin και L. Commitas, Canja in Jamaica (The Hague, Mouton, 1975), την Κόστα Ρίκα [P. Satz, J. Fletcher και L. Sutker: «Neurophysiologic, Intellectual and personality correlates of chronic marihuana use in native Costa Ricans» στο Chronic Cannabis Use, N.Y., New York Academy of Sciences, 1977]
και την Ελλαδα [C. Stefanis, A. Boulougouris και A. Liakos: «A Clinical and Psychophysiological effectes of Cannabis in longterm users» στο Μ. Braude και S. Szara, eds., The Pharmacology of Marihuana, N.Y., Raven Press, 1976]
● Η Εκθεση της Εθνικής Επιτροπής των ΗΠΑ, του 1972 (με τον τίτλο Marihuana: A Signal of Misunderstanding, γνωστή ως Εκθεση Νίξον).
[US National Commission on Marihuana and Drug Abuse (1972): Marihuana: A Signal of Misunderstanding, Official Report of the National Commission on Marihuana and Drug Abuse, N.Y., New American Library, 1972]
● Η Εκθεση της Κυβερνητική Επιτροπής του Καναδά, του 1971 και του 1972 (και οι δυό είναι έργο της ίδιας Επιτροπής και τιτλοφορούνται Ιnterim Report και Κάνναβη, αντιστοίχως).
[Commission of Inquiry into Non-Medical Use of Drugs: Interim Report (Penguin Books, 1971) και Cannabis, 1972]
● Ορισμένα βιβλία ειδικών επιστημόνων, ανάμεσα στα οποία, κατά τη γνώμη του γράφοντος, ξεχωρίζουν, αυτά του καθηγητή της ψυχιατρικής στο Χάρβαρντ Lester Grinspoon και του Ιταλού γιατρού Giancarlo Arnao.
[L. Grinspoon, Marihuana Reconsidered, 2nd ed. (Harvard University Press, 1977). G. Arnao, Erba Proibita, Rapporto su Hashish e Marihuana, (Milan, Feltrinelli, 1978). Το Απαγορευμένο Χόρτο (Αθήνα, Ν. Σύνορα, 1982)
Αυτή η ερευνητική δραστηριότητα, τείνει σήμερα να επανακαθιερώσει την κάνναβη ως πολύτιμο φάρμακο γιά πολλές καταστάσεις απέναντι στις οποίες δεν υπάρχουν αποτελεσματικοί τρόποι αντιμετώπισης, όπως:
1. Γιά τη μείωση της ενδοφθάλμιας υπέρτασης στα άτομα που πάσχουν από γλαύκωμα οξείας γωνίας (το οποίο κάθε χρόνο οδηγεί σε τύφλωση περισσότερους από 240 χιλιάδες ανθρώπους σ'όλο τον κόσμο).
«Οι επιστήμονες, ενώ μελετούσαν συστηματικά τις επιπτώσεις γνωστών δόσεων μαριχουάνας σε νέους άνδρες εθελοντές, παρατήρησαν ότι η μαριχουάνα μείωνε την αρτηριακή πίεση στο μάτι. Ετσι συμπεραναν ότι αν συνέβαινε αυτό σε φυσιολογικά άτομα, θα μπορούσε ίσως να συμβαίνει και στα θύματα του γλαυκώματος. Και τελικά, αυτό συμβαίνει», γράφει ο καθηγητής Jerome Jaffe. [J. Jaffe, ο.π., σ. 80]
2. Γιά τον έλεγχο των παρενεργειών της χημειοθεραπείας (ναυτία, έμετοι, κ.α.) στην οποία υποβάλλονται εκατομμύρια καρκινοπαθείς σ'όλο τον κόσμο. [J. Jaffe, ο.π., σ. 79]
3. Γιά τη θεραπεία του άσθματος. Η εφαρμογή της μαριχουάνας και της τετραϋδροκανναβινόλης «απαλείφει τα συμπτώματα» του άσθματος. [J. Jaffe, ο.π., σ. 80]
4. Γιά τον έλεγχο των σπασμών και την ανακούφιση από τον πόνο.
5. Για την απεξαρτηση των ατόμων που είναι εξαρτημένα από αλκοόλ, οπιοειδή, κ.α. (σε σχέση μ'αυτό δεν υπάρχει ακόμα σύμπτωση απόψεων μεταξύ των διαφόρων επιστημόνων).
Η κάνναβη, από την άποψη της μηδαμινής τοξικότητάς της και από το γεγονός ότι δεν εγκαθιστά εθισμό και σωματική εξάρτηση στο χρήστη της, είναι μία από τις ασφαλέστερες, άν όχι η ασφαλέστερη, από τις ευφορικές αλλά και θεραπευτικές ουσίες που (θα μπορούσε να) διαθέτει το σημερινό θεραπευτικό οπλοστάσιο της ιατρικής. Πράγμα που αναγνωρίζεται δημόσια από το Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας των ΗΠΑ, το οποίο ήδη από το 1971, αποφαίνεται ότι:
«Από πλευράς τοξικότητας, τα παράγωγα της κάνναβης πρέπει να θεωρούνται τά πιό ασφαλή από τα φάρμακα πλατειάς χρήσης...»
[Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας των HΠΑ: Μαριχουάνα: Αναφορά στο Κογκρέσσο, 1971]
Απ' αυτό συνάγεται το συμπέρασμα ότι η ποινικοποίηση και η δίωξή της κάνναβης δεν οφείλεται στην ανάγκη να «προστατευτούν οι χρήστες και η δημόσια υγεία», όπως διακηρύσσουν οι επαγγελματίες της «σωτηρίας» μας, αλλά στην εξουσιαστική ανάγκη να εξυπηρετηθούν ορισμένες κοινωνικές και πολιτικές σκοπιμότητες οι οποίες συνδέονται:
1. Mε την επιδιωκόμενη ενδυνάμωση της «λευκής αγοράς» των νόμιμων εξαρτησιογόνων ουσιών (αλκοόλ, καπνός, ψυχοφάρμακα), και την ενίσχυση της «μαύρης αγοράς» των παράνομων εξαρτησιογόνων ουσιών (οπιούχα, οπιοειδή, κ.α.) στα πλαίσια της οποίας πραγματοποιούνται ανυπολόγιστα κέρδη.
2. Mε τη συντήρηση των παραγωγικών και καταναλωτικών αξιών της ανταγωνιστικής κοινωνίας, γιατί το εξουσιαστικό πλέγμα που έχει συμφέρον από τη διαιώνιση της δίωξής της, με κάθε δυνατό τρόπο καλλιεργεί και διαδίδει το μύθο ότι η κάνναβη «καθιστά τον χρήστη της αδιάφορο γιά τις νόρμες που χαρακτηρίζουν αυτά τις αξίες».
Στις τελευταίες δεκαετίες και παρά τη σκληρή καταστολή και τις διώξεις της κάνναβης, αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των ατόμων που παραδέχονται ότι έχουν δοκιμάσει κάποιο από τα παράγωγα της κάνναβης: Μόνο στις ΗΠΑ το 1977, τα τρία πέμπτα των πολιτών μεταξύ 18 και 25 χρονών είχαν δοκιμάσει την κάνναβη, ενώ ο συνολικός αριθμός των Αμερικανών που είχαν κάνει χρήση μαριχουάνας, ξεπέρασε τα 43 εκατομμύρια. [J. Jaffe, ο.π., σ. 80-81]
β) Τα ψευδολογήματα των «σταυροφόρων» της καταστολής
Η τρομοκρατική μυθολογία των υπέρμαχων της κατασταλτικής αντιμετώπισης της ινδικής κάνναβης, αποτελεί από ένα μωσαϊκό ετερόκλητων και ανυπόστατων «επιχειρημάτων», τα οποία προβάλλονται ως αυταπόδεικτες επιστημονικές αλήθειες, παρ'όλο που δεν αντέχουν σε οποιαδήποτε, στοιχειωδώς σοβαρή, κριτική.
Η ολοκλήρωση των πλέον μακροχρόνιων επίσημων συγκριτικών μελετών γιά την κάνναβη, που έγιναν στην Τζαμάικα, την Κόστα Ρίκα και την Ελλάδα, με προσεκτική συγκριτική μελέτη μεταξύ χρόνιων χρηστών και μη-χρηστών κάνναβης, αποτέλεσε ένα σημαντικό πλήγμα στην ανεξάντλητη μυθοπλασία που χαρακτηρίζει τους ευφάνταστους «σταυροφόρους» της καταστολής.
Κι αυτό απλούστατα γιατί και οι τρείς έρευνες, δεν εντόπισαν οποιαδήποτε αξιόλογη διαφορά ανάμεσα στους μη-χρήστες και τους χρόνιους χρήστες της κάνναβης. [S. Rubin, P. Satz, C. Stefanis, ο.π.]
Μύθος 1: H Kάνναβη «προκαλεί» τοξικομανία
Παρ'ότι διαψεύδονται συνεχώς από την ιστορική πείρα και τη σύγχρονη επιστημονική έρευνα, οι θιασώτες της κατασταλτικής αντιμετώπισης της κάνναβης, εξακολουθούν να αναμασούν το ψευδολόγημα ότι η κάνναβη «προκαλεί τοξικομανία» (πράγμα που σημαίνει σωματική εξάρτηση, αν και εφόσον εξακολουθούν να διατηρούν τη σημασία τους αυτοί οι όροι).
Γιά ν'αποφύγει κανείς την κουραστική περιπλάνηση στην ογκώδη διεθνή επιστημονική εργασιογραφία που διαψεύδει κατηγορηματικά αυτό το «εφεύρημα», μπορεί να το αντιπαρέλθει παραθέτοντας τις διαπιστώσεις των ελλήνων ερευνητών που ασχολήθηκαν επί πολύ με το θέμα:
Ο καθηγητής της ιατροδικαστικής Γ. Αγιουτάντης:
«Αντίθετα απ'ότι συμβαίνει με τα Οπιούχα, η παρατεταμένη χρήσις του χασίς δεν παρουσιάζει σωματικό σύνδρομο από χρόνια δηλητηρίαση».
O καθηγητής της φαρμακολογίας Δ. Βαρώνος:
«Ανθεκτικότης και σωματική εξάρτησις φαίνεται ότι δεν αναπτύσσονται εκ της χρήσεως της ινδικής καννάβεως (χασίς, μαριχουάνα)».
O καθηγητής της ιατροδικαστικής Α. Κουτσελίνης:
«Γεγονός παραμένει ότι η μαριχουάνα δεν είναι «ναρκωτικόν» ως τα κλασικώς παραδεδειγμένα... Δεν είναι διεγερτικόν, καταπραϋντικόν, ηρεμιστικόν, ναρκωτικόν ή ψευδαισθησιογόνον... Η λέξις «ευφορικόν» ίσως προσεγγίζει περισσότερον... Δεν οδηγεί αναμφισβητήτως εις εθισμόν (addiction)».
O καθηγητής της φαρμακολογίας Γ. Λογαράς:
«Ο οργανισμός δεν φαίνεται να εθίζεται εις αυτό (το χασίς) διότι η δόσις αυτού δεν χρειάζεται να αυξηθή. Ούτε σωματική εξάρτησις παρατηρείται οία επί των τοξικομανιογόνων φαρμάκων, ήτοι δεν παρατηρείται σύνδρομον στερήσεως».
O καθηγητής της φαρμακολογίας Μ. Μαρσέλος:
«Η μακροχρόνια λήψη κανναβινοειδών δεν έχει συσχετισθεί με την εγκατάσταση σωματικής εξάρτησης».
Οι αρχίατροι του ελληνικού στρατού Α. Δαβαρούκας και Γ. Σουρέτης:
«(Το χασίς) δεν δημιουργεί εθισμό... δεν αναπτύσσει σωματική εξάρτηση».
[Γ. Αγιουτάντης, Ιατροδικαστικά Θέματα, 1971. Δ. Βαρώνος, Φαρμακολογία, 1976. Α. Κουτσελίνης, Ιατροδικαστικά Προβλήματα επί της Τοξικομανίας του «Χασίς», Αθήνα, 1971. Γ. Λογαράς, Ψυχοτρόπα και Ψυχοφαρμακολογία, 1971. Μ. Μαρσέλος, Ναρκωτικά, 1986. Α. Δαβαρούκας και Γ. Σουρέτης, Τοξικομανία, 1981. Βλ. Επιλογή βιβλιογραφίας
Μύθος 2: Η κάνναβη «είναι» προστάδιο της ηρωϊνης
Παρεμφερούς αξίας με το ψευδολόγημα της «τοξικομανίας» είναι και το «ευφυολόγημα» των υπέρμαχων της καταστολής ότι η χρήση της κανναβης αποτελεί «προστάδιο» της χρήσης άλλων σκληρών ναρκωτικών, «ευφυολόγημα» που το μόνο εχέγγυο της «εγκυρότητάς» του έγκειται απλώς στο ότι... διατυπώνεται.
Οι πολυάριθμες Εκθέσεις κρατικών επιστημονικών οργανισμών και κυβερνητικών επιτροπών από διάφορες χώρες (βλ. παρακάτω) και όλες οι σχετικές έρευνες που η σοβαρότητά τους δεν αμφισβητήθηκε από τον επιστημονικό κόσμο, διαψεύδουν κατηγορηματικά την περιβόητη «θεωρία της κλιμάκωσης».
Ηδη από το 1952, έρευνες μεταξύ των ηρωϊνομανών στο Σικάγο, έδειξαν ότι μόνο 11 % απ'αυτούς είχε στο ιστορικό του χρήση μαριχουάνας. [L. Grinspoon, o.π., σ. 243]
Την ίδια περίοδο, δυό μεγάλες έρευνες στην πόλη της Ν. Υόρκης κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι «δεν υπάρχει αιτιολογική σχέση ανάμεσα στη χρήση της μαριχουάνα και τη χρήση της ηρωϊνης». [L. Grinspoon, o.π., σ. 243]
Ο καθηγητής Ν. Zinberg και ο ερευνητής γιατρός Andrew Weil διαπίστωσαν ότι «δεν υπάρχει καμιά ένδειξη ότι η χρήση της μαριχουάνα οδηγεί στη χρήση ηρωϊνης». [N. Zinberg και A. Weil: «A Comparison of Marihuana Users and Non-Users», Nature, 226 (1970), 122]
Ο W. Patton διαβεβαιώνει κατηγορηματικά ότι «η χρήση της κάνναβης και η χρήση της ηρωϊνης δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους». [W. Patton: «Drug Dependence: A Socio-Pharmacological Asessment», Advance Sci. Dec.1968, σ. 200-12]
Ο Lester Grinspoon, καθηγητής στην ιατρική σχολή του Harvard, αποφαίνεται κατηγορηματικά ότι «δεν υπάρχει καμιά απολύτως ένδειξη ότι η χρήση της μαριχουάνα αποτελεί προστάδιο γιά τη χρήση άλλων επικίνδυνων ουσιών». [L. Grinspoon, o.π., σ. 251]
Ο Jerome Jaffe, καθηγητής φαρμακολογίας, σύμβουλος γιά τα ναρκωτικά δύο Αμερικάνων προέδρων, γνωστός και ως ο «πάπας» των «αντιναρκωτικών» εκστρατειών στις ΗΠΑ, συμπληρώνει: «Μερικοί άνθρωποι πίστευαν ότι η χρήση της μαριχουάνα οδηγούσε σε οπιομανία. Αν αυτό σημαίνει ότι κατά μία φαρμακευτική ή οργανική έννοια, η χρήση της κάνναβης προκαλεί αργότερα την ανάγκη της χρήσης ηρωίνης, τότε η άποψη αυτή είναι λανθασμένη». [J. Jaffe, ο.π., σ. 77]
Εξ'ού και η χρονολογούμενη από το έτος 1971, δικαιολογημένη διαπίστωση του καθηγητή της ιατροδικαστικής κ. Α. Κουτσελίνη ότι:
«Υπό ερευνητών τινών υπεστηρίχθη προσέτι ότι είναι δυνατόν η χρήσις της μαριχουάνας να οδηγήση αργότερον και εις την χρήσιν ετέρων ναρκωτικών. Εν τοιούτον ενδεχόμενον δεν φαίνεται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δυνατόν. Το αντίθετον δε, ήτοι η εκτροπή εξ ετέρων ναρκωτικών εις την μαριχουάναν, εάν συνέβαινε, θα ηδύνατο να θεωρηθή ευτυχής κατά το μάλλον ή ήττον έκβασις, εάν δηλονότι κατά την θεραπείαν μιάς ετέρας τοξικομανίας (ώς της ηρωίνης) επετυγχάνετο η εκτροπή του ασθενούς προς την μαριχουάναν». [Α. Κουτσελίνης, ο.π., σ. 75-76]
Μύθος 3: H Kάνναβη «προκαλεί» εγκεφαλική ατροφία»
Tο τρίτο κατά σειρά προσφιλές «επιχείρημα» εκείνων που επενδύουν στο χρηματιστήριο της κατασταλτικής πολιτικής απέναντι στην κάνναβη, είναι το (σκοπίμως κατασκευασμένο και συντηρούμενο) μύθευμα ότι η χρήση της κάνναβης «προκαλεί ατροφία του εγκεφάλου». (!)
Αφορμή γιά την καλλιέργεια αυτού του ψευδολογήματος ήταν μιά εργασία του A. Campbell και των συνεργατών του που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Lancet», το Νοέμβριο του 1971, σύμφωνα με την οποία «τα εγκεφαλογραφήματα 10 τακτικών καταναλωτών μεγάλων ποσοτήτων μαριχουάνας απέδειξαν την ύπαρξη εγκαφαλικής ατροφίας».
[A. Campbell, M. Evans, J. Thomson και M. Williams: «Cerebral Atrophy in Young Cannabis Smokers», Lancet, 2 (1971), 1219-1224]
Με πυρήνα αυτό το δημοσίευμα, αναπτύχθηκε μιά εντυπωσιακή παραφιλολογία, παρά το γεγονός ότι η εργασία του Campbell και των συνεργατών του δέχθηκε σκληρές κριτικές και απορρίφθηκε από τη διεθνή επιστημονική κοινότητα ως αναξιόπιστη και «άνευ σημασίας». [Εκθέσεις Επιτροπών ΗΠΑ και Καναδά, ο.π.]
Οπως γράφει ο καθηγητής Lester Grinspoon:
«Και τα 10 άτομα (τακτικοί χρήστες κάνναβης του επέλεξε ο Campbell) ήταν ψυχιατρικοί ασθενείς, και δεν έγινε καμιά συγκριτική μελέτη ανάμεσα σ' αυτούς και σε άλλους ψυχιατρικούς ασθενείς που δεν χρησιμοποιούσαν κάνναβη.
Τουλάχιστον ένας (ίσως και δύο) απ' αυτούς ήταν επιληπτικοί, αρκετοί υπέφεραν από κακώσεις στον εγκέφαλο, ένας ήταν διανοητικά καθυστερημένος, και πέντε περίπου είχαν διαγνωστεί ως σχιζοφρενικοί. Ολοι είχαν κάνει χρήση LSD, οι περισσότεροι είχαν χρησιμοποιήσει αμφεταμίνες, και λίγοι έκαναν μεγάλη χρήση οπιοιεδών, βαρβιτουρικών και ηρεμιστικών. Δεν πάρθηκε υπόψη ο πιθανός ρόλος του αλκοόλ, που ως γνωστό είναι νευροτοξικό (δηλ. προκαλεί εγκεφαλικές βλάβες).
Η ιδιομορφία αυτού του δείγματος και η απουσία ελέγχων, καθιστούν τα πορίσματα του Campbell άνευ αξίας. Ισως θα ήταν χρήσιμο να υπάρξουν μελλοντικά ελεγχόμενες έρευνες γιά την κάνναβη και τις εγκεφαλικές βλάβες, αλλά υπάρχουν μηδαμινοί λόγοι να αναμένει κανείς ότι θα μπορούσε να ανακαλυφθεί οποιαδήποτε σχέση (μεταξύ κάνναβης και εγκεφαλικών βλαβών).
Σε μιά ελεγχόμενη αναδρομική μελέτη σε χρόνιους χρήστες κάνναβης στην Ελλάδα, γιά παράδειγμα, εγκεφαλογραφικά δεν εντοπίστηκε οποιαδήποτε ένδειξη εγκεφαλικής ατροφίας». [L. Grinspoon, ο.π., σ. 387]
Σαφώς επικριτική απέναντι στην «εργασία» του Campbell είναι και η στάση του καθηγητή Jerome Jaffe, που διαβεβαιώνει κατηγορημματικά ότι:
«Εγιναν έρευνες που ήταν καλά ελεγμένες από μεθοδολογική άποψη... αλλά σε καμιά περίπτωση δεν βρέθηκε ο τύπος της ατροφίας του εγκεφάλου που είχε ανακοινωθεί αρχικά» και ότι «δεν έχουν διαπιστωθεί κάποιες μόνιμες εγκεφαλικές ανωμαλίες».
[J. Jaffe, ο.π., σ. 76-77. Και Jones R., Human: Effects (of Marijuana), Marijuana Research Findings: 1976, National Institute on Drug Abuse (NIDA), Research Monograph 14 (Washington, DC, U.S. Goverment Printing Office, 1977)]
Και όχι μόνο δεν βρέθηκε η παραμικρή ένδειξη ατροφίας του εγκεφάλου, αλλά επιπλέον «πολλές μελέτες μεγάλης κλίμακας σε Αμερικανούς φοιτητές δεν βρήκαν καμιά ένδειξη ότι οι τακτικοί χρήστες της κάνναβης έχουν λιγότερες ακαδημαικές επιτυχίες από τους μη-χρήστες». [J. Jaffe, ο.π., σ. 74]
Μύθος 4: H Κάνναβη «προκαλεί» βλάβη των χρωμοσωμάτων
Στό ίδιο επίπεδο σοβαρότητας με τη ιδιότυπη θεωρία της «εγκεφαλικής ατροφίας» που κατασκεύασαν οι θιασώτες της κατοστολής, βρίσκεται και η «θεωρία» τους ότι η χρήση της κάνναβης «προκαλεί αρνητικές επιδράσεις στα χρωμοσώματα».
Αυτό το μύθευμα άρχισε να διαμορφώνεται το 1972, μετά τη δημοσίευση μιάς «εργασίας» του M. Stenchever και των συνεργατών του, σύμφωνα με την οποία υπό την επίδραση της μαριχουάνα «διασπώνται τα χρωμοσώματα των λευκών αιμοσφαιρίων». [M. Stenchever και M. Allen: «The Effect of Δ-9-tetrahydro-cannabinol in the Chromosomes of Human Lymphocytes», Amer. J. Obstet. Gynecol., 114 (1972), 821]
Ομως, πέρα από το γεγονός ότι τα πορίσματα αυτής της «εργασίας» διαψεύτηκαν από τις τρείς πολύχρονες μελέτες που έγιναν στη Τζαμάϊκα, την Κόστα Ρικα και την Ελλάδα, η ανυποληψία της αποδείχθηκε πλήρως και από όλες τις συστηματικές έρευνες που έγιναν μετά και απ' αφορμή τη δημοσίευση της. Κι αυτές ακριβώς οι έρευνες είναι που επιτρέπουν:
♦ Στον καθηγητή S. Matsuyama να διαβεβαιώνει ότι:
«όλα τα διαθέσιμα στοιχεία δεν δείχνουν καμιά ένδειξη γιά χρωμοσωμικές βλάβες ως αποτέλεσμα της χρήσης της μαριχουάνα». [S. Matsuyama: Cytogenic Studies of Marijuana, στο Marijuana and Health Hazards: Methodological Issues in Current Research, (N.Y., Academic Press, 1975)]
♦ Στον καθηγητή Jerom Jaffe να διαπιστώνει ότι:
«όλες οι σύγχρονες έρευνες, τόσο σε ανθρώπους όσο και σε ζώα, δεν έδειξαν χρωμοσωμικές αλλαγές που να σχετίζονται με τη χρήση της μαριχουάνας». [J. Jaffe, ο.π., σ. 75]
♦ Στον καθηγητή Lester Grinspoon να καθησυχάζει τους χρήστες της κάνναβης ότι:
«έχουν έλάχιστους λόγους να στεναχωριούνται γιά γενετικές βλάβες». [L. Grinspoon, ο.π., σ. 390]
Μύθος 5: Κάνναβη και άλλα τινά
Είναι μάλλον δύσκολο να παρακολουθήσει κανείς την ανεξάντλητη εφευρετικότητα των υπέρμαχων της κατασταλτικής αντιμετώπισης της κάνναβης, και την εντυπωσιακή ταχύτητα με την οποία κατασκευάζουν ένα νέο «επιστημονικό» ψευδολόγημα μόλις κονιορτοποιείται το προηγούμενο.
Γι’ αυτό θα ολοκληρωθεί αυτή η περιήγηση στο φαύλο κύκλο της τρομοκρατικής κινδυνολογίας που καλλιεργούν, με μιά σύντομη αναφορά στα μυθεύματα της ψύχωσης, της μείωσης της άμυνας του οργανισμού απέναντι σε λοιμωγόνους παράγοντες, και της επιθετικής συμπεριφοράς που δήθεν προκαλεί η χρήση της κάνναβης.
H υπόθεση της «χασισικής ψύχωσης», που υποστηρίχθηκε το 1957 από το Μαροκινό ψυχίατρο Benabud, αποδείχθηκε αβάσιμη όταν ύστερα από πρσεκτική μελέτη «αποδείχθηκε ότι δεν επρόκειτο γιά μόνιμες ψυχώσεις αλλά για (παροδικές) τοξινώσεις που οφείλονταν σε τεράστιες δόσεις χασίς (20-30 πίπες kif), και σε μερικές περιπτώσεις προκαλούνταν ή επιδεινώνονταν από τον υποσιτισμό ή τις μολύνσεις». [Εκθεση της Καναδικής Επιτροπής, σ. 71]
Η υπόθεση αυτή απορρίφτηκε επίσης:
α) Από τις Εκθέσεις της Επιτροπής των ΗΠΑ και του Καναδά. [Εκθεση Καναδικής Επιτροπής, ο.π., σ. 13 & 104. Και L. Grinspoon, ο.π.]
β) Από τις μελέτες που έγιναν στην Τζαμάικα, την Κόστα Ρίκα και την Ελλάδα. [S. Rubin, P. Satz, C. Stefanis, ο.π.]
γ) Από το σύνολο σχεδών των επιστημόνων που τη διερεύνησαν.
Οπως παρατηρεί ο Arnao:
«Πολλοί απ'αυτούς τους επιστήμονες (Fort, Grinspoon, Murphy, κ.α.) κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η χρήση της κάνναβης όχι μόνο δεν προκαλεί ψύχωση, αλλ' ότι, αντίθετα, είναι πιθανόν, να καλύπτει και να επανορθώνει ορισμένες παθολογικές ψυχικές καταστάσεις και να αμβλύνει τα πιό εμφανή συμπτώματα σε ορισμένα άτομα». [G. Arnao, ο.π., σ. 105-107]
H υπόθεση της «εξασθένισης της ανολογικής αντίδρασης», που υποστηρίχθηκε το 1973 από τον Gabriel Nahas με άρθρο του στους Times της Ν. Υόρκης, διαψεύστηκε:
α) Από τις μελέτες του S. White και των συνεργατών του (1975).
β) Από την συστηματική ερευνητική εργασία των J. Silverstein και P.Lessin του πανεπιστημίου του Λος Αντζελες που απέδειξαν ότι η χρήση της κάνναβης «δεν εξασθενεί την ανοσολογική αντίδραση». [V. Rubin, P. Satz, C. Stefanis, ο.π.]
γ) Από τις προαναφερόμενες μελέτες στη Τζαμάικα, την Κόστα Ρίκα και την Ελλάδα.
[Marihuana and Health: Eτήσιες αναφορές 1976 και 1979 του Υπουργείου Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας προς το Κογκρέσσο των ΗΠΑ, U.S. Printing Office, Washington, 1977 και 1980 (αντιστοίχως)]
δ) Από National Institute on Drug Abuse (NIDA) και το Υπουργείο Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας των ΗΠΑ, που διαπιστώνουν ότι:
«Mέχρι τώρα δεν υπάρχει καμιά απόδειξη ότι οι καταναλωτές μαριχουάνας είναι πιό ευπρόσβλητοι από ασθένειες, όπως οι ιώσεις και ο καρκίνος, που όπως είναι γνωστό συνδέονται με τη μειωμένη παραγωγή κυττάρων Τ». [Ετήσια αναφορά του ΝΙΜΗ στο Αμερικάνικο Κογκρέσσο. Αναφ. από τον G. Arnao, ο.π., σ. 107]
H άποψη ότι η χρήση της μαριχουάνας «προκαλεί βίαιες και επιθετικές συμπεριφορικές εκδηλώσεις», δεν χρειάζεται κάν σχόλιο, γιατί είναι προφανές ότι απευθύνεται σε αδαείς και προέρχεται ή από αφελείς που δικαιολογημένα μπορούν να λένε ό,τι θέλουν ή από γνώστες της πραγματικότητας που τη διαστρέφουν γιά να εξυπηρετηθούν κάποιες σκοπιμότητες.
Γιατί βέβαια είναι ηλίου φαεινότερον το γεγονός ότι η χρήση της μαριχουάνας όχι μόνο δεν προάγει τη βία και την επιθετικότητα, αλλ' ότι, αντίθετα, την αποδυναμώνει δραστικά. Και βεβαίως, «τα περισσσότερα εργαστηριακά πειράματα αποκάλυψαν ότι, κατά τη διάκεια της «μαστούρας» η επιθετικότητα ελαττώνεται (αντίθετα με τη μέθη από το αλκοόλ, όπου, συχνά, η βίαιη συμπεριφορά αυξάνεται) και οι περισσότερες ενδείξεις είναι ότι η κάνναβη δεν οδηγεί σε βία».
[Ετήσια αναφορά του Υπουργείου Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας στο Κογκρέσσο των ΗΠΑ, με τίτλο Marijuana and Health (Washington DC, US Goverment Printing Office, 1979). Επίσης, L. Grinspoon, ο.π., και J. Jaffe, ο.π., σ. 78]
γ) Επίσημες Εκθέσεις γιά την Κάνναβη
Από το 1894, που εκπονήθηκε η πλέον ογκώδης Εκθεση γιά την κάνναβη (3281 σελίδες) από την Ινδική Επιτροπή που διόρισε η Ινδική και η Βρεταννική κυβέρνηση, μέχρι σήμερα, ένας μεγάλος αριθμός παρόμοιων επισήμων Εκθέσεων από κρατικούς Επιστημονικούς Οργανισμούς και από Επιτροπές που συγκροτούν οι κυβερνήσεις διαφόρων χωρών (Αγγλίας, Ολλανδίας, Καναδά, ΗΠΑ, Αυστραλίας, κ.α.), επιβεβαιώνουν κατ' εξακολούθηση τα πορίσματα της Εκθεσης της Ινδικής Επιτροπής.
Και σταδιακά αποκαθιστούν την κάνναβη στη συνείδηση του επιστημονικού κόσμου και του κοινού, ύστερα από τη μακροχρόνια εκστρατεία σκόπιμης δυσφήμισής της στην οποία αποδύθηκαν τα συνδυασμένα συμφέροντα των νομίμων εκφράσεων του μεγάλου κεφαλαίου (βιομηχανία αλκοόλ, καπνού, ψυχοφαρμάκων), των παράνομων εκφάνσεών του («μαύρη αγορά» ναρκωτικών) και του αναγκαίου συνεταίρου τους, της κρατικής εξουσίας.
Οι πιό ενδιαφέρουσες από τις πολυάριθες επίσημες Εκθέσεις γιά την ινδική κάνναβη, που εκπονήθηκαν από επίσημους κρατικούς επιστημονικούς οργανισμούς και κυβερνητικές επιτροπές διαφόρων χωρών, είναι οι εξής:
1894 Εκθεση της Ινδικής Κυβερνητικής Επιτροπής
1944 Εκθεση της Επιτροπής του Δημάρχου της Νέας Υόρκης (γνωστή ως «La Guardia» Report).
1968 Εκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής γιά την Εξάρτηση από τα Ναρκωτικά (με πρόεδρο τη βαρώνη Wootton) της Βρετανικής Κυβέρνησης (Wootton Report).
1970 Εκθεση της Καναδικής Κυβερνητικής Επιτροπής («η πρώτη πλήρης Εκθεση γιά όλα τα ναρκωτικά», γνωστή ως Interim Report).
1972 Εκθεση της Oλλανδικής Κυβερνητικής Επιτροπής.
1972 Εκθεση της Εθνικής Επιτροπής των ΗΠΑ (με τον τίτλο «Marihuana: A Signal of Misunderstandin», γνωστή ως «Εκθεση Νίξον»).
1972 Εκθεση της Καναδικής Κυβερνητική Επιτροπής (με τον τίτλο «Κάνναβη», έργο της ίδιας Επιτροπής που συνέταξε το Interim Raport).
1974 Εκθεση Επιτροπής της Γερουσίας των ΗΠΑ υπό την προεδρία του γερουσιαστή J. Eastland, γνωστή ως Eastland Report).
1975 Εκθεση του Συμβουλίου Κατάχρησης Φαρμάκων των ΗΠΑ.
1975 Εκθεση της Ενωσης Καταναλωτών των ΗΠΑ (πήρε επίσημα θέση «υπέρ της αποεγκληματοποίησης της κατοχής και της καλλιέργειας κάνναβης γιά προσωπική χρήση»)
1976 Εκθέσεις στο Αμερικάνικο Κογκρέσο του Εθνικού Ινστιτούτου Κατάχρησης Φαρμάκων (NIDA) που είναι τμήμα του Υπουργείου Υγείας, Παιδείας και Πρόνοιας των ΗΠΑ (ετήσιες εκθέσεις από 1971 και μετά).
1976 Εκθεση της Ακαδημίας Επιστημών της Νέας Υόρκης (NYAS)
1977 Εκθεση της Επιτροπής του Κοινοβουλίου της Αυστραλίας.
1979 Εκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής γιά την Κατάχρηση των Ναρκωτικών της Βρετανικής κυβέρνησης.
1982 Εκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής γιά την Κατάχρηση των Ναρκωτικών της Βρετανικής κυβέρνησης.
1986 Εκθεση της Επιτροπής γιά τα Ναρκωτικά του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. [Οι σημαντικότερες παράγραφοι της Εκθεσης, παρατίθενται στο μερος 2 αλλά και παρακάτω]
Ολες αυτές οι Εκθέσεις συμφωνούν ότι η κάνναβη:
1. Δεν προκαλεί εξάρτηση.
2. Δεν έχει αρνητικά βιολογικά αποτελέσματα (με συντηρητική χρήση, αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση, μηδέ εξαιρουμένης και της κατάχρησης, τα αποτελέσματά της είναι πολύ υποδεέστερα των αντίστοιχων του αλκοόλ και του καπνού),
3. Δεν έχει αιτιολογική σχέση με τη χρήση άλλων εξαρτησιογόνων ουσιών (δηλαδή, η αποκαλούμενη «θεωρία της κλιμάκωσης» είναι αβάσιμη).
4. Δεν αποτελεί παράγοντα εγκληματικότητας.
Με βάση αυτές τις διαπιστώσεις:
● Πολλές χώρες και 10 πολιτείες των ΗΠΑ αποεγκληματοποίησαν ή αποποινικοποίησαν την κατοχή της κάνναβης γιά προσωπική χρήση, με συνηθισμένο όριο τη μία ουγγιά (28,5 γραμμάρια), και
● Ορισμένες πολιτείες των ΗΠΑ αποποινικοποίησαν και την καλλιέργεια κάνναβης γιά προσωπική χρήση (Αλάσκα) ή νομιμοποίησαν τη χρήση της γιά ιατρικούς λόγους (Νέο Μέξικο). [Βλ. τους Πίνακες που συνοδεύουν την Εκθεση της Ειδικής Επιτροπής για τα Ναρκωτικά του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, μέρος 2. Επίσης και G. Arnao, ο.π., σ. 155-166.]
● Ανάμεσα σ' αυτές τις χώρες συμπεριλαμβάνεται η Αυστραλία, η Βρεταννία, το Βέλγιο, η Ν. Ζηλανδία, η Δανία, η Νορβηγία, η Ελβετία, η Ολλανδία, η Ιταλία, η Σουηδία, η Ισπανία, η Φινλανδία, κ.α..
● Ανάμεσα στις πολιτείες των ΗΠΑ που αποποινικοποίησαν ή αποεγκληματοποίησαν τη χρήση και την προμήθεια και την κατοχή κάνναβης γιά προσωπική χρήση συγκαταλλέγονται το Ορεγκον (1973), η Αλάσκα, το Κολοράντο και το Οχάιο (1975), η Καλιφόρνια, το Μέην και η Μινεσότα (1976) και ο Μισισίπη, η Β. Καρολίνα και η Νέα Υόρκη (1977). [Βλ. τους Πίνακες που συνοδεύουν την Εκθεση της Ειδικής Επιτροπής για τα Ναρκωτικά του Ιατρικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, μέρος 2]
Σύμφωνα με τα συγκριτικά στατιστικά στοιχεία που παρείχε η πολιτεία της Καλιφόρνια γιά το πρώτο εξάμηνο της εφαρμογής της αντιεγκληματικής πολιτικής απέναντι στην κάνναβη, προκύπτει ότι:
α) Μειώθηκαν τα ποσοστά της ετήσιας αύξησης της χρήσης της: Το ποσοστό της ετήσιας αύξησης της σποραδικής χρήσης από 2,9 % κατά την περίοδο 1968-1975, μειώθηκε στο 2,2 % κατά την περίοδο 1975-1976, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό της ετήσιας αύξησης της τακτικής χρήσης γιά τις ίδιες περιόδους μειώθηκε από 1.1 % σε 0.8 %.
β) Μειώθηκαν οι ποινικές διώξεις κατά 50% περίπου: Aπό 27.000 το α' εξάμηνο του 1975 σε 14.000 το α' εξάμηνο του 1976.
γ) Μειώθηκαν τα έξοδα των διωκτικών και δικαστικών μηχανισμών κατά 75 % περίπου: Aπό 17 εκατ. δολάρια το α' εξάμηνο του 1975 σε 4,3 εκατ. δολάρια το α' εξάμηνο του 1976. [Βλ. τους Πίνακες, ο.π.]
Η Εκθεση της Επιτροπής του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου (1986)
Στη συντηρητικότατη Εκθεση που επεξεργάστηκε η Επιτροπή γιά τα Ναρκωτικά του Ευρωπαικού Κοινοβουλίου (1986), τονίζεται ότι:
(Παράγραφος 34): «Η κάνναβη αποτελεί το πλέον διαδεδομένο διεγερτικό. Διατίθεται σε δύο μορφές, τη Μαριχουάνα και το Χασίς... (Από τη χρήση της) δημιουργείται αίσθημα χαλαρώσεως. Η χρήση της κάνναβης σε πολλά άτομα δεν δημιουργεί βλάβη. Καθόλου δεν έχει αποδειχθεί ότι τα άτομα που καπνίζουν κάνναβη μεταβαίνουν υποχρεωτικά στη χρήση ηρωίνης».
(Παράγραφος 120): «Στην περίπτωση της κάνναβης, τα υπέρ και τα κατά της νομιμοποίησής της παρουσιάζονται με πιό ισορροπημένο τρόπο. Από τη μιά μεριά γνωρίζουμε ότι σε χώρες όπως η Ολλανδία, όπου η κατανάλωσή της κάνναβης είναι ελεύθερη (σ' αντίθεση με την εμπορία της), η κατανάλωση δεν έχει αυξηθεί σημαντικά. Υποστηρίζεται επίσης ότι από ψυχολογικής πλευράς υπάρχουν λιγότερα προβλήματα σε σχέση με τα άτομα που καταναλώνουν παράνομα ναρκωτικά. Σε αντίκρουση αυτών των επιχειρημάτων, πολλά άτομα υποστηρίζουν ότι η κάνναβη αποτελεί ένα προστάδιο γιά τη μετάβαση στη χρήση σκληρών ναρκωτικών, αλλά δεν είμαστε πεπεισμένοι ότι έχει αποδειχθεί κάτι τέτοιο, δεδομένου ότι δεν είναι καθόλου ρεαλιστικό να υποστηρίζει κανείς ότι οι περισσότεροι ηρωινομανείς έχουν ξεκινήσει από την κατανάλωση της κάνναβης.
Οπως επίσης είναι αληθές ότι η σημαντική πλειοψηφία εκείνων που έχουν καπνίσει κάνναβη δεν έχει περάσει στη χρήση της ηρωίνης.
Μπορεί ακόμη να υποστηρίξει κανείς ότι η απαγόρευση της χρήσης της κάνναβης και η καταβολή μεγάλων προσπαθειών γιά την απαγόρευση της διάθεσής της στους δρόμους, έχει ως αποτέλεσμα να μη γίνεται διάκριση μεταξύ «ελαφρών» και «σκληρών» ναρκωτικών και λόγω αυτού (της απαγόρευσης) και της σπανιότητας οι χρήστες της κάνναβης να τείνουν να μεταβούν στην ηρωίνη… Ωστόσο είμαστε της γνώμης ότι πρέπει να γίνει σαφής διάκριση όσον αφορά τη μεταχείριση των χρηστών κάνναβης.
δ) Συμπέρασμα
Με βάση τα όσα εκτέθηκαν παραπάνω, είναι προφανές πως είναι καιρός να αναθεωρήσουμε την κατασταλτική πολιτική απέναντι στην κάνναβη, το κόστος της οποίας δεν μπορεί πλέον να αντέξει ή να ανεχθεί η κοινωνία.
Το παραλήρημα των μανιακών της καταστολής, από την οποία οι περισσότεροι απ' αυτούς διασφαλίζουν τους υλικούς όρους της ύπαρξής τους, δεν μπορεί να εξακολουθήσει να κανοναρχεί τις επιλογές του κοινωνικού σώματος, υπονομεύοντας όλο και πιό πολύ τη συνοχή του. Οσο υπάρχει ακόμα καιρός, πρέπει να γίνει κατανοητό ότι:
«Από τη στιγμή που αυτό που ήταν άλλοτε η συμπεριφορά της μειοψηφίας έχει γίνει σήμερα φαινόμενο της πλειοψηφίας, (τρείς στους πέντε Αμερικανούς μεταξύ 18 και 25 χρονών, είχαν δοκιμάσει κάνναβη μέχρι το 1977, ενώ τον ίδιο χρόνο, στο σύνολο του του πληθυσμού ο αριθμός αυτός έφτασε στα 43.000.000 άτομα)». Σ’ αυτές τις συνθήκες οι επιβαλλόμενες ποινές εχουν -στην καλύτερη περίπτωση- πολύ μικρή αποτελεσματική αξία, ενώ στο μεταξύ, οι έμποροι των παράνομων τοξικών ουσιών έχουν τεράστια κέρδη, και το βάρος των αρνητικών συνεπειών πέφτει εξ' ίσου τόσο σ' αυτούς που χρησιμοποιούν, όσο και σ'αυτούς που δεν χρησιμοποιούν αυτές τις τοξικές ουσίες». [J. Jaffe, ο.π., σ. 81]
Γι'αυτό το λόγο, αξίζει να υπομνησθεί η εισήγηση του προέδρου Τζίμυ Κάρτερ, στο Αμερικάνικο Κογκρέσσο, τον Αύγουστο του 1977, στην οποία τόνιζε ότι:
«Οι ποινές γιά την κατοχή ψυχοτρόπων ουσιών δεν πρέπει να είναι πιό βλαπτικές γιά το άτομο απ' ότι η χρήση αυτών των ουσιών. Κι όπου συμβαίνει να είναι, (οι ποινές) πρέπει να αλλάξουν. Αυτό δεν είναι πουθενά πιό εμφανές απ' ότι στους νόμους κατά της κατοχής μαριχουάνας γιά προσωπική χρήση... Στις πολιτείες που έχουν άρει τις ποινικές κυρώσεις γιά τη χρήση μαριχουάνας (όπως το Ορεγκον και η Καλιφόρνια) δεν σημειώθηκε καμιά αξιόλογη αύξηση στο κάπνισμά της.
Η Εθνική Επιτροπή γιά τη χρήση της μαριχουάνας και των εξαρτησιογόνων ουσιών συμπεραίνει εδώ και πέντε χρόνια ότι θα έπρεπε να αποποινικοποιηθεί η χρήση της μαριχουάνα. Και πιστεύω ότι είναι καιρός να υλοποιήσουμε αυτές τις βασικές συστάσεις της.
Γι΄ αυτό, υποστηρίζω την αναθεώρηση του Ομοσπονδιακού Νόμου ώστε να εξαλειφθούν οι ποινικές καταδίκες γιά την κατοχή μαριχουάνας μέχρι μία ουγγιά» (28,5 γραμ) [Στο Α. Δαβαρούκας & Γ. Σουρέτης αρχίατροι των ενόπλων δυνάμεων, στο Τοξικομανία: Προβλήματα και Αλήθειες, (Αθήνα, χχ.), σ. 113]
2. Εναντίον της δαιμονολογίας
(ανθολόγηση επιστημονικών διαπιστώσεων για την κάνναβη)
α) Ελλάδα
♦ Γ. Αγιουτάντης, καθηγητής ιατροδικαστικής:
«Αντίθετα απ'ότι συμβαίνει με τα Οπιούχα, η παρατεταμένη χρήσις του χασίς δεν παρουσιάζει σωματικό σύνδρομο από χρόνια δηλητηρίαση». [Ιατροδικαστικά Θέματα, 1971]
♦ Δ. Βαρώνος, καθηγητής φαρμακολογίας:
«Ανθεκτικότης και σωματική εξάρτησις φαίνεται ότι δεν αναπτύσσονται εκ της χρήσεως της ινδικής καννάβεως (χασίς, μαριχουάνα)». [Δ. Βαρώνος, Φαρμακολογία, 1976.]
♦ Α. Κουτσελίνης, καθηγητής ιατροδικαστικής:
«Γεγονός παραμένει ότι η μαριχουάνα δεν είναι ναρκωτικόν ως τα κλασικώς παραδεδειγμένα... Δεν είναι διεγερτικόν, καταπραϋντικόν, ηρεμιστικόν, ναρκωτικόν ή ψευδαισθησιογόνον... Η λέξις «ευφορικόν» ίσως προσεγγίζει περισσότερον... Δεν οδηγεί αναμφισβητήτως εις εθισμόν (addiction)... Παθολογοανατομικαί αλλοιώσεις εκ των διαφόρων σπλάγχνων, δεν έχουν μέχρι σήμερον παρατηρηθή... Οι λαβόντες μαριχουάναν δεν είχον πνευματικήν απόδοσιν μικροτέραν εκείνης των φυσιολογικών. Ουδεμίαν πνευματικήν ή σωματικήν μείωσιν ικανοτήτων διέκρινον οι ερευνηταί, ως αποτέλεσμα της χρήσεως του ηδονιστικού... Υπό ερευνητών τινών υπεστηρίχθη προσέτι ότι είναι δυνατόν η χρήσις της μαριχουάνας να οδηγήση αργότερον και εις την χρήσιν ετέρων ναρκωτικών. Εν τοιούτον ενδεχόμενον δεν φαίνεται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, δυνατόν, το αντίθετον δε, ήτοι η εκτροπή εξ ετέρων ναρκωτικών εις την μαριχουάναν, εάν συνέβαινε, θα ηδύνατο να θεωρηθή ευτυχής κατά το μάλλον ή ήττον έκβασις, εάν δηλονότι κατά την θεραπείαν μιάς ετέρας τοξικομανίας (ώς της ηρωίνης) επετυγχάνετο η εκτροπή του ασθενούς προς την μαριχουάναν... Υποστηρίζεται τέλος ότι η ελευθέρα χρήσις της μαριχουάνα θα υπέσκαπτε την κοινωνικήν συγκρότησιν και υγείαν ενός Κράτους (!) ως εκ της εγκαταστάσεως πνεύματος αδιαφορίας, απαθείας, ελλείψεως φιλοδοξίας, κλπ. Μία τοιαύτη ενέργεια θα ήτο περισσότερον σύμφωνος με το όπιον και όχι με το χασίς δια το οποίον ουδεμία ένδειξις υφίσταται». [Α. Κουτσελίνης, Ιατροδικαστικά προβλήματα επί της τοξικομανίας του «χασίς», 1971]
♦ Γ. Λογαράς, καθηγητής φαρμακολογίας:
«Ο οργανισμός δεν φαίνεται να εθίζεται εις αυτό (το χασίς) διότι η δόσις αυτού δεν χρειάζεται να αυξηθή. Ούτε σωματική εξάρτησις παρατηρείται οία επί των τοξικομανιογόνων φαρμάκων, ήτοι δεν παρατηρείται σύνδρομον στερήσεως». [Γ. Λογαράς, Ψυχοτρόπα και Ψυχοφαρμακολογία, 1971]
♦ Μ. Μαρσέλος, καθηγητής φαρμακολογίας:
«Η μακροχρόνια λήψη κανναβινοειδών δεν έχει συσχετισθεί με την εγκατάσταση σωματικής εξάρτησης». [Μ. Μαρσέλος, Ναρκωτικά, 1986]
♦ Α. Δαβαρούκας και Γ. Σουρέτης, αρχίατροι του ελληνικού στρατού:
«Το χασίς δεν δημιουργεί εθισμό... δεν αναπτύσσει σωματική εξάρτηση». [Α. Δαβαρούκας και Γ. Σουρέτης, Τοξικομανία, 1981]
♦ Κ. Στεφανής, καθηγητής ψυχιατρικής:
«Τα ευρήματα σ'αυτές τις μελέτες συμφωνούν με προγενέστερες παρατηρήσεις... καθώς και με τις πρόσφατες (παρατηρήσεις) των Κυβερνητικών Επιτροπών στη Μ. Βρετανία, Καναδά, ΗΠΑ, Τζαμάικα, Κόστα Ρίκα, Ινδία και Αίγυπτο. Οι μελέτες απέτυχαν να προσδιορίσουν κάποια υπαρκτή τοξικότητα στο νευρικό σύστημα και τη διανοητική κατάσταση, ή κάποια ιατρική επιπλοκή, γιά τους χρόνιους χρήστες κάνναβης... Οι ιατρικοί κίνδυνοι απ'τη χρήση μεγάλων δόσεων κάνναβης δεν είναι μεγαλύτεροι ή ίσοι απ'την τοξικότητα της χρήσης του καπνού». [Κ. Στεφανής, Hashish, studies of long term use, 1977]
♦ Γιώργος Καπρίνης, καθηγητής ψυχιατρικής
«Εκφράζω την υποστήριξή μου στην ολοκληρωμένη πρόταση που διατυπώθηκε από συναδέλφους ψυχιάτρους στην πρόσφατη σύσκεψη γιά τα ναρκωτικά του Δήμου Θεσσαλονίκης : διάκριση σκληρών και μαλακών με βάση το βαθμό επικινδυνότητας, αποποινικοποίηση της χρήσης, διατήρηση της ποινικοποίησης της εμπορίας, ενδο- νοσοκομειακή χορήγηση των εξαρτησιογόνων ουσιών στους αποδεδειγμένα εξαρτημένους απ'αυτές, αυτοδιαχειριζόμενες κοινότητες απεξάρτησης... Το ζήτημα δεν είναι να καταστείλουμε ποινικά ή να επικαλύψουμε την τοξικομανία, αλλά να την αντιμετωπίσουμε θαρραλέα και αποτελεσματικά. Και η ποινική καταστολή δεν προσφέρεται γιά κάτι τέτοιο γιατί επιδεινώνει το πρόβλημα που υποτίθεται πως αντιμετωπίζει.
β) ΗΠΑ
♦ Εθνικό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας (NIMH), Μαριχουάνα: Αναφορά στο Κογκρέσσο (1971):
«Από πλευράς τοξικότητας, τα παράγωγα της κάνναβης πρέπει να θεωρούνται τά πιό ασφαλή από τα πλατειάς χρήσης φάρμακα.»
♦ Jimmy Carter, πρόεδρος των ΗΠΑ, λόγος στο Κογκρέσσο (Αύγουστος 1977):
«Οι ποινές γιά την κατοχή μιας ψυχοτρόπας ουσίας δεν πρέπει να είναι πιό βλαπτικές γιά το άτομο απ'ότι η χρήση αυτής της ουσίας. Και όπου συμβαίνει να είναι, (οι ποινές) πρέπει να αλλάξουν. Αυτό δεν είναι πουθενά πιό εμφανές απ' ότι στους νόμους κατά της κατοχής μαριχουάνας γιά προσωπική χρήση... Στις πολιτείες που έχουν άρει τις ποινικές κυρώσεις γιά τη χρήση μαριχουάνας (όπως το Ορεγκον και η Καλιφόρνια) δεν σημειώθηκε καμιά αξιόλογη αύξηση στο κάπνισμά της.
Η Εθνική Επιτροπή γιά τη χρήση της μαριχουάνας και των εξαρτησιογόνων ουσιών συμπεραίνει εδώ και πέντε χρόνια ότι θα έπρεπε να αποποινικοποιηθεί η χρήση της μαριχουάνα. Και πιστεύω ότι είναι καιρός να υλοποιήσουμε αυτές τις βασικές συστάσεις της.
Γι αυτό υποστηρίζω την αναθεώρηση του Ομοσπονδιακού Νόμου ώστε να εξαλειφθούν οι ποινικές καταδίκες γιά την κατοχή μαριχουάνας μέχρι μία ουγγιά» (28,5 γραμ)»
♦ Jerome Jaffe, καθηγητής φαρμακολογίας, σύμβουλος για τα «ναρκωτικά» των Νίξον και Φορντ
«Αυτό που άλλοτε ήταν η συμπεριφορά της μειοψηφίας έχει γίνει σήμερα φαινόμενο της πλειοψηφίας: 3 στους 5 Αμερικανούς μεταξύ 18 και 25 χρονών, είχαν δοκιμάσει κάνναβη μέχρι το 1977. Τον ίδιο χρόνο, στο σύνολο του πληθυσμού ο αριθμός αυτός έφτασε στα 43.000.000 άτομα. Οι επιβαλλόμενες ποινές εχουν -στην καλύτερη περίπτωση- πολύ μικρή αποτελεσματική αξία. Στο μεταξύ οι έμποροι των παράνομων τοξικών ουσιών έχουν τεράστια κέρδη, ενώ το βάρος των αρνητικών συνεπειών πέφτει εξ'ίσου τόσο σ'αυτούς που χρησιμοποιούν, όσο και σ'αυτούς που δεν χρησιμοποιούν τις τοξικές ουσίες.»
♦ Ramsey Clark, υπουργός δικαιοσύνης των ΗΠΑ (1968):
«Φαίνεται πως στις μεγάλες παρτίδες που πιάνονται, ο διώκτης γίνεται αυτομάτως συνεταίρος του διωκόμενου».
♦ H. Moscowitz, δημ. σύμβουλος, Μπρούκλιν, Ν.Υόρκη (1970):
«Η δουλειά των Υπηρεσιών Αποτοξίνωσης της Ν. Υόρκης είναι απολύτως αποτυχημένη γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει θεραπευθεί ούτε ένας τοξικομανής... Ούτε ένα δολάριο απ'τα εκατομμύρια που καταβροχθίζουν οι Υπηρεσίες Αποτοξίνωσης δεν μπορεί να θεωρηθεί δικαιολογημένο».