Κλεάνθης Γρίβας

 

ΨΥΧΟΤΡΟΠΕΣ ΟΥΣΙΕΣ, ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ

ΚΑΙ ΕΞΑΡΤΗΣΗ

 

(πρόλογος στην ελληνική έκδοση του ομότιτλου βιβλίου

του καθηγητή BernardRoque, Παπαζήσης, Αθήνα, 2001)

 

 

Α. ΟΙ ΨΥΧΟΤΡΟΠΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

1. Φάρμακα και Εξάρτηση

2. Επικινδυνότητα, ιατρική και κοινωνική

3. Ορολογία και εξουσιαστικές σκοπιμότητες

4. Ανοχή και Εξάρτηση

5. Η αποκατάσταση των όρων

6. Θεωρίες για τη χρήση και την εξάρτηση

Β. ΤΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: ΚΛΕΙΔΙ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ

1. Η δομή του νευρικού συστήματος

2. Το άπειρο της πολυπλοκότητας του νευρικού συστήματος

3. Οι υποδοχείς των οπιούχων-οπιοειδών

4. Ενδογενείς μορφίνες ή ενδορφίνες

Γ. ΜΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΟΠΙΟΥΧΑ

1. Εξάρτηση

2. Στερητικό σύνδρομο

3. Μεταστερητικό σύνδρομο

4. Επιλογή, χρήση, εξάρτηση και απεξάρτηση

Δ. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΟΤΡΟΠΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

1. Εκθέσεις κυβερνητικών και επιστημονικών επιτροπών

2. Η Έκθεση του καθηγητή Roque και των συνεργατών του

 

Α. ΟΙ ΨΥΧΟΤΡΟΠΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

1. Φάρμακα και Εξάρτηση

 

Ο όρος φάρμακο υποδηλώνει κάθε ουσία που μπαίνει στον οργανισμό και προκαλεί αλλαγές στη δομή και τη λειτουργία του σώματος ή της ψυχικής σφαίρας. Κάθε φάρμακο, ανάλογα με τη φύση, τις δράσεις και τον τρόπο χρήσης του μπορεί να λειτουργεί ως ίαμα ή δηλητήριο. Σύμφωνα με την πανάρχαια διαπίστωση ότι «κάθε δηλητήριο είναι φάρμακο και κάθε φάρμακο είναι δηλητήριο», που αποτελεί την πρώτη αρχή της φαρμακολογίας, όλα τα φάρμακα μπορούν να χρησιμοποιηθούν για θεραπευτικούς και για μη-θεραπευτικούς λόγους.

 

Τα φάρμακα παίρνονται απ' ευθείας από τη φύση (φυσικά φάρμακα), ή εξάγονται με τη χημική επεξεργασία μιας φυσικής πρώτης ύλης (ημισυνθετικά) ή κατασκευάζονται με καθαρά χημικό και εργαστηριακό τρόπο (συνθετικά).

 

Ορισμένα φάρμακα δρουν μόνο στο βιολογικό υπόστρωμα και άλλα επενεργούν στη βιολογική και στην ψυχική σφαίρα συγχρόνως, προκαλούν αλλαγές στις σωματικές λειτουργίες και τον ψυχισμό του λήπτη, ονομάζονται ψυχοτρόπα φάρμακαή ψυχοτρόπες ουσίεςκαι διακρίνονταισε εξαρτησιογόνα και μη-εξαρτησιογόνα, ανάλογα με το αν η συστηματική τους λήψη προκαλεί ή όχι εξάρτησητου χρήστη απ' αυτά.

 

[Σημ: Εξάρτηση είναι το φαινόμενο κατά το οποίο, η διακοπή της λήψης μιας ουσίας συνεπάγεται την εκδήλωση ενός συνόλου επώδυνων συμπτωμάτων που συνθέτουν το στερητικό σύνδρομο) .

 

Στις εξαρτησιογόνες ουσίεςανήκουν, μεταξύ άλλων, ο καπνός, το αλκοόλ, οι αμφεταμίνες, τα, ευρείας κατανάλωσης, ηρεμιστικά, τα βαρβιτουρικά και τα οπιούχα-οπιοειδή (με κύριους εκπροσώπους τους τη μορφίνη και την ηρωίνη).

 

[Σημ: ΤαΗρεμιστικά ή αντιαγχώδη, ήαγχολυτικά ή καταπραϋντικά είναι εξαρτησιογόνες ουσίες με ηρεμιστική και υπνογόνα δράση, που ανήκουν στις βενζοδιαζεπίνες, τα παράγωγα της προπανοδιόλης και τα παράγωγα του διφαινυλμεθανίου. Εμπορικά σκευάσματα: Frisium, Hipnosedon, Lexotanil, Librium, Stedon, Tavor, Tranxene, Valium, Xanax, κ.α.]

 

Μετά την επιλεκτική απαγόρευση ορισμένων ψυχοτρόπων ουσιών στις ΗΠΑ (το όπιο, η κοκαΐνη και τα παράγωγά τους το 1914 με τον νόμο Harisson, και η κάνναβη και τα παράγωγά της το 1937 με το νόμο MarihuanaTaxAct), και την καταναγκαστική επιβολή αυτής της «αντιναρκωτικής» νομοθεσίας από τις ΗΠΑ στις άλλες χώρες (αρχικά διαμέσου της συνθήκης των Βερσαλλιών το 1919 –άρθρο 295- και, εν συνεχεία, μέσω ενός πλήθους διεθνών συμβάσεων και διακρατικών συμφωνιών), στο χώρο αυτό διαμορφώθηκε, κατά ένα «παράδοξο» τρόπο -αλλά για απολύτως ευεξήγητους λόγους- μια αντιφατική και λογικά ανακόλουθη κατάσταση που χαρακτηρίζεται απ’ το γεγονός ότι:

 

Οι πιο επικίνδυνες και εξαρτησιογόνες ουσίες (καπνός, αλκοόλ, αμφεταμίνες, ηρεμιστικά, βαρβιτουρικά), που έχουν υψηλή τοξικότητα και που η χρόνια χρήση τους προκαλεί σημαντικές και, πολλές φορές, μη-αντιστρεπτές βλάβες στις σωματικές και ψυχοδιανοητικές λειτουργίες του χρήστη τους, είναι νόμιμες και κυκλοφορούν ελεύθερα στην αγορά προωθούμενες μέσω του μηχανισμού της διαφήμισης (αλκοόλ, καπνός) ή διατίθενται με ιατρική συνταγή (ηρεμιστικά, βαρβιτουρικά, αμφεταμίνες). Ενώ οι λιγότερο επικίνδυνες και μη-εξαρτησιογόνες ουσίες (κάνναβη, όπιο, φύλλα κόκας) που έχουν χαμηλή ή μηδενική τοξικότητα (κάνναβη, φύλλα κόκας, όπιο) και δεν προκαλούν βλάβες στις σωματικές και ψυχοδιανοητικές λειτουργίες του χρήστη τους, είναι απαγορευμένες και διώκονται.

Διάκριση των φαρμάκων

 

 

ΨΥΧΟΤΡΟΠΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

 

 

H ΣΥΣΤΗΜΑΤΙΚΗ ΧΡΗΣΗ

 

 

ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

 

ΤΟΞΙΚΟΤΗΤΑ

 

ΝΟΜΙΚΟ

ΚΑΘΕΣΤΩΣ

Εξαρτησιογόνες

Προκαλούν

Καπνός

Μεγάλη

Νόμιμος (1)

 

εξάρτηση

Αλκοόλ

Μεγάλη

Νόμιμο(1)

 

 

Φάρμακα

Ποικίλη

Νόμιμα(1)

 

 

- Αμφεταμίνες

Μεγάλη

Νόμιμες(2)

 

 

- Βαρβιτουρικά

Μέση

Νόμιμα(2)

 

 

- Ηρεμιστικά

Μέση

Νόμιμα(2)

 

 

Οπιούχα-οπιοειδή

(Όπιο, Μορφίνη, Ηρωίνη)

Χαμηλή

Παράνομες

Μη-

εξαρτησιογόνες

Δεν προκαλούν

εξάρτηση

Κάνναβη & παράγωγα

(Μαριχουάνα, Χασίς)

Μηδενική

Παράνομα

 

 

 

Φύλλα κόκας

Ασήμαντη

Παράνομα

 

(1) Ελεύθερη διάθεση (2) Διατίθενται με ελεγχόμενη συνταγογραφία

 

Οι κυριότερες από τις απαγορευμένεςεξαρτησιογόνες ουσίες ανήκουν στα οπιούχα, μια ομάδα φαρμάκων με χαμηλή τοξικότητα που δεν προκαλούν αξιοσημείωτες βλάβες στις σωματικές και ψυχοδιανοητικές λειτουργίες, και έχουν ως μητρική τους ύλη το όπιο, μια ουσία που για χιλιάδες χρόνια χρησιμοποιείται ως θεραπευτικό και ευφορικό μέσο.

 

Τα οπιούχαδιακρίνονται σε φυσικά και ημισυνθετικά παράγωγα του οπίου. Τα φυσικά παράγωγα του οπίου (μορφίνη, κωδεϊνη, θηβαϊνη, παπαβερίνη, νοσκαπίνη) εξάγονται αμέσως από το όπιο, ενώ τα ημισυνθετικά παράγωγα του οπίου (ηρωίνη) λαμβάνονται εμμέσως απ' αυτό ύστερα από ειδική επεξεργασία του.

 

Στα τέλη της δεκαετίας του 1930, η εξέλιξη της χημείας επέτρεψε την εργαστηριακή σύνθεση των οπιοειδών(πεθιδίνη, μεθαδόνη, κ.α.), μιας ομάδας αναλγητικών που έχουν παρεμφερείς δράσεις με τα οπιούχα και διατίθενται στο εμπόριο με τους συνταγογραφικούς όρους που διέπουν τα ελεγχόμενα φάρμακα.

 

Στα μέσα της δεκαετίας του 1970, η επιστημονική έρευνα αποκάλυψε ότι στο νευρικό σύστημα των ζωντανών οργανισμών υπάρχουν τρεις ομάδες οπιοειδών ουσιών (οι ενδορφίνες, οι εγκεφαλίνες και οι δυνορφίνες), οι οποίες, λόγω της χημικής και λειτουργικής τους συγγένειας, ταξινομήθηκαν σε μια ενιαία ομάδα, τις ενδογενείς μορφίνεςή ενδορφίνες. Οι ενδογενείς μορφίνες παράγονται από τον ζωντανό οργανισμό, ασκούν δράσεις παρόμοιες με τη μορφίνη, τον προστατεύουν αυξάνοντας την αντοχή του απέναντι στον πόνο και παρεμβαίνουν στη ρύθμιση ενός πλήθους λειτουργιών που συνδέονται με τη διαμόρφωση της γενικής ψυχολογικής κατάστασης, της φυσικής και ψυχικής ευεξίας, της σεξουαλικής δραστηριότητας, κ.α.

 

Απ' αυτή την άποψη, κάθε άνθρωπος είναι μορφινομανής, γιατί απλούστατα υπόκειται στη δράση των ενδογενών μορφινών που παράγονται φυσιολογικά από τον οργανισμό του. Χωρίς αυτές, το ανθρώπινο είδος δεν θα διέθετε αυξημένη αντοχή απέναντι στο πόνο και, συνεπώς, θα ήταν αδύνατη η επιβίωση του. Με βάση αυτό το δεδομένο, είναι πολύ πιθανό ότι η τάση ορισμένων ανθρώπων να προσφεύγουν στη λήψη εξωγενών οπιούχων (όπιο, μορφίνη, ηρωίνη) συνδέεται με την ανάγκη να αντισταθμιστεί μια ενδεχομένως μειωμένη παραγωγή ενδογενών μορφινών από τον οργανισμό τους.

 

Μέχρι το 1914, που επιβλήθηκε η επιλεκτική απαγόρευση ορισμένων ψυχοτρόπων ουσιών (με τη θέσπιση του νόμου Harrison στις ΗΠΑ), η ταξινόμηση των φαρμάκων που έχουν ψυχικές δράσεις, βασιζόταν στις ιατρικά διαπιστωμένες φαρμακολογικές και θεραπευτικές δράσεις τους.

 

Αλλά, από το 1914 και μετά, ακριβώς εξ' αιτίας της απαγόρευσης, η αντικειμενική, ιατρική και φαρμακολογική, ταξινόμηση των ψυχοτρόπων ουσιών συγχέεται σκοπίμως με την πολιτική και νομική διάκριση των ψυχοτρόπων ουσιών σε νόμιμεςκαι παράνομες, η οποία βασίζεται στις ιδιοτελείς απαγορευτικές επιλογές της κρατικής εξουσίας, που είναι λογικά μετέωρες, επιστημονικά αστήρικτες και κοινωνικά καταστρεπτικές.

 

1. Στο πολιτικό και νομικό πεδίο, οι ψυχοτρόπες ουσίες διακρίνονται σε νόμιμες και παράνομες, με μοναδικό κριτήριο τις εκάστοτε σκοπιμότητες των φορέων της πολιτικής και της οικονομικής εξουσίας και όχι το βαθμό της επικινδυνότητάς τους από την άποψη της δημόσιας τάξης και της δημόσιας υγείας.

 

2. Στο ιατρικό και φαρμακολογικό πεδίο, οι ψυχοτρόπες ουσίες ταξινομούνται με κριτήριο την προέλευσή τους, τη χημική τους σύσταση, τον τρόπο δράσης τους στον οργανισμό και ιδιαίτερα στο κεντρικό νευρικό σύστημα, τις ενέργειες και τις παρενέργειές τους.

 

Η εξουσιαστικά σκόπιμη επιβολή του δαιμονολογικού (πολιτικού, ποινικού και αστυνομικού) διαχωρισμού των ψυχοτρόπων ουσιών σε «νόμιμες» και «παράνομες» επί της επιστημονικής ιατρικής και φαρμακολογικής ταξινόμησής τους, είχε ως αποτέλεσμα να καταστεί αδύνατη οποιαδήποτε έλλογη προσέγγιση και αξιολόγηση των ψυχοτρόπων ουσιών με κριτήριο τον τρόπο δράσης τους στο κεντρικό νευρικό σύστημα και το βαθμό της επικινδυνότητάς τους για τον χρήστη και το περιβάλλον του ή την κοινωνία, και, συνεπώς, κατέστησε την κοινωνία ανίκανη να σχεδιάσει και να εφαρμόσει μια έλλογη πολιτική «μείωσης των κινδύνων» που συνδέονται με τη χρήση τους.

 

Ταξινόμηση των φαρμάκων

 

ΚΡΙΤΗΡΙΑ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

ΠΡΟΕΛΕΥΣΗ

1. Φυσικά

Παίρνονται απ' ευθείας από τη φύση

 

 

2. Ημισυνθετικά

Παράγονται με χημική εξεργασία φυσικών πρώτων υλών

 

 

3. Συνθετικά

Κατασκευάζονται με καθαρά χημικό-εργαστηριακό τρόπο

ΤΡΟΠΟΣ

1. Κοινά φάρμακα

Δρουν μόνο στο βιολογικό υπόστρωμα

ΔΡΑΣΗΣ

2. Ψυχοτρόπα

Δρουν στη βιολογική και την ψυχική σφαίρα

ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ

1.Τοξικά

Προκαλούν σωματικές ή/και ψυχοδιανοητικές βλάβες

ΤΗΣ ΔΡΑΣΗΣ

2. Μη-τοξικά

Δεν προκαλούν σωματικές και ψυχοδιανοητικές βλάβες

ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΗ

1. Θεραπευτικά

Έχουν θεραπευτική αξία και χρήση

ΑΞΙΑ

2. Μη-θεραπευτικά

Δεν έχουν θεραπευτική αξία και χρήση

ΔΗΜΟΣΙΑ ΥΓΕΙΑ

1. Επικίνδυνα

 

Δρουν διεγερτικά

και παράγουν ανεξέλεγκτες επιθετικές συμπεριφορές

ΔΗΜΟΣΙΑ ΤΑΞΗ

2. Μη-επικίνδυνα

Δρουν κατασταλτικά

και δεν παράγουν επιθετικές συμπεριφορές

ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ

1. Νόμιμα

Συνεπάγονται πολιτικά και οικονομικά οφέλη

ΣΚΟΠΙΜΟΤΗΤΕΣ

2. Παράνομα

για την κρατική εξουσία και το μεγάλο κεφάλαιο

 

2. Επικινδυνότητα, ιατρική και κοινωνική

 

Οι ψυχοτρόπες ουσίες επενεργούν στο κεντρικό νευρικό σύστημα, ενισχύοντας ή αποδυναμώνοντας διάφορες λειτουργίες του (δηλαδή δρουν διεγερτικά ή κατασταλτικά),και εμφανίζουν ποικίλους βαθμούς επικινδυνότητας ανάλογα με το εάν τροποποιούν τις λειτουργίες του ΚΝΣ μόνιμα ή παροδικά, εάν προκαλούν ψυχοδιανοητικές και σωματικές βλάβες, εάν εγκαθιστούν εξάρτηση και εάν παράγουν επιθετικές συμπεριφορές.

 

Με βάση την επικινδυνότητα των ψυχοτρόπων ουσιών, που προσδιορίζεται από το συνδυασμό αυτών των κριτηρίων (πρόκληση βλαβών, εγκατάσταση εξάρτησης, πυροδότηση επιθετικών συμπεριφορών), στην Έκθεση της Ερευνητικής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου «για το θέμα της εξάπλωσης του οργανωμένου εγκλήματος που σχετίζεται με το λαθρεμπόριο των απαγορευμένων ουσιών στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας»(1992), πρότεινε την ακόλουθη ταξινόμηση των ψυχοτρόπων ουσιών:

 

1. Πολύ σκληρά

Ηρωίνη

Κρακ

 

2. Σκληρά

Κοκαΐνη

Μεθαδόνη

Μορφίνη

Πεθιδίνη

Φαινκυκλιδίνη (PCP)

 

3. Ημισκληρά

Αμφεταμίνες

Αψινθος

Βαρβιτουρικά

LSD

Μεσκαλίνη

Χημικοί διαλύτες

Ψιλοκυβίνη

4. Ημιμαλακά

Aλκοόλ (αποσταγμένα)

Καπνός

Κόκα (φύλλα)
Όπιο

Xασίς

Χατ ή Κατ

5. Μαλακά

Αλκοόλ (μη-αποσταγμένα)

Ηρεμιστικά

Κάνναβη

Κωδεϊνη

Μανιτάρια (παραισθησιογόνα)

Πεγιότ

6. Πολύ μαλακά

Κακάο

Καφές

Τσάι

 

 

[Σημ: Ερευνητική Επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου (1992): «Έκθεση σχετικά με την εξάπλωση του οργανωμένου εγκλήματος που σχετίζεται με το λαθρεμπόριο ναρκωτικών στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας: Τα πορίσματα της έρευνας» (εισηγητής: Patrick Cooney), Νοέμβριος 1992. Εγκρίθηκε από τη 15μελή Εξεταστική Επιτροπή στις 29/11/1992 με ψήφους 9 υπέρ και 6 κατά. Οι 6 που την καταψήφισαν ανήκουν στη συντηρητική πτέρυγα της Επιτροπής].

 

Η πρόταση της Ερευνητικής Επιτροπής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την ταξινόμηση των ψυχοτρόπων ουσιών με βάση την επικινδυνότητά τους, συμπίπτει σε γενικές γραμμές με τις ταξινομήσεις που προτείνονται κατά καιρούς από διάφορες επιστημονικές εταιρείες και οργανισμούς των ΗΠΑ, οι οποίες συνοψίζονται στην κατάταξη που προτάθηκε από τον Samuel Irwin το 1989:

 

 

1. Αλκοόλ

2. Ηρεμιστικά-Υπνωτικά

3. Διεγερτικά

4. Ηρωίνη

 

 

5. Πτητικοί διαλύτες

6. Καπνός

7. LSD

8. Μαριχουάνα

 

[S. Irwin, Drugs of Abuse,An Introduction to their Actions and Potential Hazards, 8th ed., 1989, σ. 32]

 

Μια τέτοιου είδους ταξινόμηση των διαφόρων ψυχοτρόπων ουσιών με βάση τα αντικειμενικά φαρμακολογικά και ιατρικά στοιχεία, είναι εναρμονισμένημε τα επίσημα στατιστικά στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η επικινδυνότητα των νόμιμων ψυχοτρόπων ουσιών για τους χρήστες και την κοινωνία είναι πολλαπλάσια της αντίστοιχης επικινδυνότητας των παράνομων ουσιών.

 

Σύμφωνα με την ετήσια αναφορά του Υπουργού Υγείας στο αμερικανικό κογκρέσο (1988), μόνο στις ΗΠΑ η χρήση ορισμένων νόμιμων ουσιών προκαλεί το θάνατο 520.000 ανθρώπων ετησίως, ενώ η κατανάλωση των παράνομων ουσιών ενοχοποιείται για το θάνατο 6.200 ατόμων.


 

ΟΥΣΙΕΣ

ΘΑΝΑΤΟΙ

ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ

ΝΟΜΙΜΕΣ

 

 

ΚΑΠΝΟΣ

 

 

 

350.000

έως 450.000

Παθολογικές καταστάσεις που προκαλεί ο καπνός

 

ΑΛΚΟΟΛ

 

150.000

Παθολογικές καταστάσεις που προκαλεί το αλκοόλ

(οξεία δηλητηρίαση, κίρρωση ήπατος, κ.α.)

Επίσης, υπό την επίδραση του αλκοόλ τελείται:

το 50% των τροχαίων ατυχημάτων

το 80% των θανατηφόρων τροχαίων ατυχημάτων

το 65% των δολοφονιών

το 83% των περιπτώσεων ενδοοικογενειακής βίας

το 80% των βιασμών /σεξ. Κακοποιήσεων παιδιών

το 70% των βιασμών /σεξ. Κακοποιήσεων γυναικών

ΚΑΦΕΪΝΗ

2.000-10.000

Παθολογικές καταστάσεις που προκαλεί η καφεΐνη.

ΑΣΠΙΡΙΝΗ

1.000

Οξεία γαστρορραγία, κ.α.

ΘΕΟΠΟΛΙΝΗ

(αντιασθματικό)

50

Επιπροσθέτως, ευθύνεται για (ετησίως):

6.500 επείγουσες εισαγωγές σε νοσοκομεία και

1.000 περιπτώσεις μόνιμων εγκεφαλικών βλαβών.

ΛΟΙΠΑ

ΦΑΡΜΑΚΑ

14.000-27.000

Υπερβολική δόση συνταγογραφούμενων φαρμάκων

ή συνδυασμός τους με αλκοόλ.

ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ

 

 

ΗΡΩΙΝΗ

1.000-1.200

Λήψη νοθευμένης ηρωίνης και «υπερβολικής» δόσης

ΛΟΙΠΕΣ ουσίες

3.800 - 5.200

Υπερβολική δόση όλων των παράνομων ουσιών

ΚΑΝΝΑΒΗ:

Μαριχουάνα, Χασίς

0

(μηδέν)

1. Στην ιστορία της ιατρικής δεν υπάρχει καμιά αναφορά θανάτου από υπερβολική δόση κάνναβης.

2. Όλες οι έρευνες μέχρι σήμερα έδειξαν ότι η κάνναβη

είναι το πιο ατοξικό από τα διαθέσιμα φάρμακα.

3. Ο αριθμός των τροχαίων που οφείλονται σε οδήγηση

υπό την επίδραση μέτριων δόσεων μαριχουάνας είναι ίσος με αυτόν που προκαλείται από τους μη-χρήστες.

 

ΣΥΝΟΛΟ ΘΑΝΑΤΩΝ

 

Από όλες τις ΝΟΜΙΜΕΣ ουσίες

520.000 - 640.000

(στις ΗΠΑ ετησίως)

Από όλες τις ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ουσίες

 

4.800 - 6.400

         

 

Πηγή: Federal Governments Bureau of Mortality Statistics & National Institute of Drug Abuse, 1988

 

3. Ορολογία και εξουσιαστικές σκοπιμότητες

 

Τα οπιούχα και τα οπιοειδή αποδίδονταν, και από πολλούς εξακολουθούν να αποδίδονται, με ένα πλήθος όρων, όπως ναρκωτικά, τοξικομανιογόνα, τοξικοεξαρτησιογόνα, αναλγητικά ναρκωτικά, σκληρά ναρκωτικά, κ.α. απ’ τους οποίους απορρέουν και οι απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί ναρκωμανής, τοξικομανής, τοξικοεξαρτημένος, κ.α., οι οποίοι εξυπηρετούν τους σκοπούς της τρομοκρατικής απαγορευτικής προπαγάνδας αλλά είναι αντεπιστημονικοί, συγχυτικοί και ακατάλληλοι για οποιαδήποτε φαρμακολογική, ιατρική και κοινωνιολογική προσέγγιση του αντικειμένου τους.

 

Στην αγγλική ιατρική βιβλιογραφία, ο όρος narcotics (ναρκωτικά) είναι σχεδόν άγνωστος. Αντ' αυτού χρησιμοποιείται ο όρος drug(φάρμακο), για τη σημασία του οποίου δημιουργείται σκόπιμα μια πρωτοφανής σύγχυση. Στο «The Random House Dictionary of the English Language» (2η έκδοση) παρατίθενται εννέα διαφορετικοί ορισμοί της λέξης drug, αλλά κανένας απ' αυτούςδεν έχει τη σημασία που του απoδίδεται συνήθως από την απαγορευτική προπαγάνδα. Ο όρος drug με την έννοια του «ναρκωτικού» δεν είναι επιστημονικό εργαλείο αλλά πολιτικό εφεύρημα που επιβλήθηκε στην κοινωνία και την επιστήμη σε μια ορισμένη ιστορική περίοδο. Δεν είναι επιστημονικός όρος αλλά πολιτική επινόηση, «πολιτικό χάλκευμα και κοινωνική κατασκευή». [E. Goode, Drugs in American Society, 2nd ed., 1984, σ. 15. Αναλυτική κριτική των όρων από τον Εrich Goode, καθηγητή στο Πολιτειακό Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης]

 

Μετά την επιβολή της απαγόρευσης ορισμένων ψυχοτρόπων ουσιών, η εξουσιαστική προπαγάνδα επέβαλε τη χρήση του όρου ναρκωτικά,ως δηλωτικού όλων των παράνομων ουσιών που δεν χρησιμοποιούνται για ιατρικούς σκοπούς. Ο όρος «ναρκωτικά» είναι σκοπίμως ασαφής, δεν εμπεριέχει οποιοδήποτε δεσμευτικό αξιολογικό κριτήριο, εκφράζει μια προφανή κοινωνική απαξία, εξυπηρετεί τις εκάστοτε σκοπιμότητες εκείνων που επιλέγουν και επιβάλλουν την απαγόρευση ορισμένων ουσιών, και σηματοδοτεί ένα πεδίο διευρυμένης αναπαραγωγής των συμφερόντων της κρατικής εξουσίας, του μεγάλου κεφαλαίου και του οργανωμένου εγκλήματος σε βάρος των χρηστών και της κοινωνίας.

 

Σύμφωνα με την ορολογία που επιβλήθηκε στο πεδίο των ψυχοτρόπων ουσιών μετά την απαγορευτική παρέμβαση της εξουσίας, τα φάρμακα που απαλείφουν τον πόνο, διακρίνονται στα ναρκωτικά αναλγητικά(στα οποία περιλαμβάνονται τα οπιούχα και τα οπιοειδή) και τα μη-ναρκωτικά αναλγητικά, ανάλογα με το εάν ελέγχονται ή όχι από τη νομοθεσία «περί ναρκωτικών».

 

Η διάκριση αυτή βασίζεται σε νομικάκαι όχι ιατρικά κριτήρια και βρίσκεται σε πλήρη διάσταση με τα δεδομένα της φαρμακολογίας και ειδικά της ιατρικής.

 

Μια από τις πάγιες και βασικές επιδιώξεις της ιατρικής είναι η απάλειψη του πόνου και, συνεπώς, από ιατρική άποψη, η μόνη χρήσιμη και λειτουργική ταξινόμηση των αναλγητικών φαρμάκων αφορά τη διάκρισή τους σε ισχυρά και ελαφρά αναλγητικά, ανάλογα με την ικανότητά τους να εξαλείφουν δυνατούς ή ελαφρούς πόνους, αντιστοίχως.

 

Η ανεπίτρεπτη επιβολή των σκοπιμοτήτων της απαγορευτικής προπαγάνδας επί των κριτηρίων της ιατρικής κατά τις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, είχε ως αποτέλεσμα την καθιέρωση του όρου «τοξικομανία» (οποίος δηλώνει την επαναλαμβανόμενη καταναγκαστική χρήση των παράνομων φαρμάκων), και του παράγωγου όρου «τοξικομανής» (ο οποίος απηχεί την «ανήθικη» και «εγκληματική» φύση του χρήστη των παράνομων φαρμάκων). Και οι δυο όροι, έχουναπαξιωτικό χαρακτήρα, αφορούν μια παραβατική συμπεριφορά που είναι καταδικαστέα από την εξουσία, και αναφέρονται σε ουσίες που διαφέρουν ριζικά μεταξύ τους από την άποψη της προέλευσης, της χημικής σύστασης, των φαρμακολογικών ιδιοτήτων, του τρόπου, του σκοπού και των αποτελεσμάτων της χρήσης τους (π.χ. μαριχουάνα, φύλλα κόκας, οπιούχα, βαρβιτουρικά, κ.α.).

 

Η επιβολή αυτής της ορολογίας (που εξυπηρετούσε απολύτως την απαγορευτική πολιτική της κρατικής εξουσίας αλλά συγκρουόταν ευθέως με τα επιστημονικά δεδομένα και τις ταξινομητικές ανάγκες της ιατρικής και της φαρμακολογίας), είχε ως αποτέλεσμα να διαμορφωθεί μια κατάσταση σύγχυσης στο κοινωνικό σώμα, την επιστημονική κοινότητα και τη δικαιοσύνη, στα πλαίσια της οποίας καθένας που έκανε χρήση απαγορευμένων μη-εξαρτησιογόνων ουσιών (π.χ. κάνναβη) να χαρακτηρίζεται ως «τοξικομανής» ενώ δεν είναι, και καθένας που έκανε συστηματική χρήση νόμιμων εξαρτησιογόνων ουσιών (π.χ. αλκοόλ, ηρεμιστικά) να μη χαρακτηρίζεται «τοξικομανής» ενώ είναι.

 

Στις αρχές της δεκαετίας του 1930, έγινε μια σοβαρή προσπάθεια για τη διάλυση αυτής της σύγχυσης και την αποσαφήνιση των όρων drug addiction και drug habituation, (όροι που σε ελεύθερη μετάφραση, θα μπορούσαν να αποδοθούν ως φαρμακο-εθισμός και φαρμακο-συνήθεια), με βάση ορισμένα φαρμακολογικά κριτήρια, και, κυρίως, με το μόνο απλό, σαφές και αποδείξιμο, κριτήριο της πρόκλησης ή όχι φυσικής ή σωματικής εξάρτησης, σύμφωνα με το οποίο, εξαρτησιογόνες είναι οι ουσίες που η συστηματική τους χρήση προκαλεί φυσική ή σωματική εξάρτηση. [Tatum και Seevers, 1931]

 

Αλλά οι ποικίλες εξω-ιατρικές σκοπιμότητες, απέτρεψαν την καθιέρωση αυτού του αντικειμενικού κριτηρίου στην αποτίμηση των ψυχοτρόπων ουσιών, με αποτέλεσμα η κρατική εξουσία και ο επιστημονικός κόσμος να εμπλακούν σε διαδοχικές αναθεωρήσεις και αντικαταστάσεις των εν χρήσει όρων, επιδιώκοντας τον αδύνατο συμβιβασμό ανάμεσα σε δυο διαμετρικά αντίθετες και αλληλοαποκλειόμενες προσεγγίσεις στο ζήτημα των «ναρκωτικών» (της επιστημονικής προσέγγισης της ιατρικής και της δαιμονολογικής προσέγγισης της εξουσίας), με τρόπο ώστε να ικανοποιείται η απαίτηση για επιστημονική συνέπεια της πρώτης και η διωκτική μανία της δεύτερης.

 

Κατά τη μεταπολεμική περίοδο, η προσπάθεια να νομιμοποιηθούν επιστημονικοφανώς οι απαγορευτικές επιδιώξεις της εξουσίας, είχε ως αποτέλεσμα να επιβληθεί στη διευθυντική γραφειοκρατία της ιατρικής συντεχνίας και, μέσω αυτής, στο σύνολο των γιατρών, η χρήση των όρων drug addiction (1950, Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, WHO], drug habituation (1957), drug dependence (1964), drug abuse (1965), psychoactive substance dependence (1987, AmericanPsychiatricAssociation (APA), DSM-3-R], και addiction (1990, J. Jaffe & W. Martin. «Opiooid Analgesics and Antagonists», στο Goodman & Gilman: The Pharmacological Basis of Therapeutics, 8th edition, 1990, σ. 489],οιοποίοιέμελλεναέχουνμικρήδιάρκειαζωής.

 

Όλοι αυτοί οι όροι, παρά τις επιμέρους διαφορές τους, πρωτίστως δηλώνουν κάθε μη-ιατρική χρήση οποιουδήποτε φαρμάκου ή ουσίας, η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει «κινδύνους για το άτομο ή την κοινωνία», κατά την αντίληψη των εκάστοτε διαχειριστών της εξουσίας.

 

Στις αρχές της δεκαετίας του 1990, η συνειδητοποίηση της αυταπόδεικτης αναξιοπιστίας της απαγορευτικής προπαγάνδας και η βαθμιαία τροποποίηση της στάσης της κοινής γνώμης απέναντι στην καταστρεπτική απαγορευτική πολιτική, επέτρεψε στον ιατρικό κόσμο να αποστασιοποιηθεί κάπως από τη συγχυτική ορολογία που είχε επιβληθεί στο πεδίο των «ναρκωτικών», και να προχωρήσει στη σταδιακή καθιέρωση μιας ορολογίας που εμπεριέχει δεσμευτικά και διαπιστώσιμα ιατρικά κριτήρια και είναι αποκαθαρμένη από οποιαδήποτε στοιχεία κοινωνικής απαξίας.

 

Έτσι, από το 1991, στις επιστημονικές εργασίες και τα πανεπιστημιακά διδακτικά εγχειρίδια και τις επιστημονικές εργασίες, ο απαξιωτικός όρος τοξικομανία άρχισε να αντικαθίσταται από τον ουδέτερο όρο εξάρτηση (dependence) και ο προσβλητικός όρος τοξικομανής από τον όρο εξαρτημένος.

4. Ανοχή και Εξάρτηση

 

Σύμφωνα με τον ισχύοντα ορισμό, που επιβλήθηκε ως αποτέλεσμα ενός ανεπίτρεπτου συμβιβασμού μεταξύ των επιταγών της εξουσίας και των επιστημονικών δεδομένων της ιατρικής, εξαρτησιογόνες (ή «ναρκωτικές»)είναι οι ουσίες που η συστηματική λήψη τους «προκαλεί την ανάπτυξη ανοχής και την εγκατάσταση ψυχικής ή σωματικής εξάρτησης».

 

Σ’ αυτό τον ορισμό, την έννοια των εξαρτησιογόνων ουσιών συνθέτουν τρία συστατικά στοιχεία: Η ανοχή, η σωματική εξάρτηση και η ψυχική «εξάρτηση». Απ' αυτά,

● Η ανοχή συνιστά οικουμενικό χαρακτηριστικό όλων των ζωντανών οργανισμών απέναντι σε κάθε είδους ερεθίσματα.

● Η ψυχική εξάρτηση αποτελεί καθολικό γνώρισμα όλων των ανθρώπων στις οποιεσδήποτε σχέσεις τους με πρόσωπα, πράγματα και καταστάσεις.

● Η σωματική εξάρτηση είναι χαρακτηριστικό ειδοποιό γνώρισμα ορισμένων ουσιών.

 

Συνεπώς, από επιστημονική άποψη, κάθε ορισμός της εξάρτησης που δεν περιορίζεται αυστηρά στο ένα και μοναδικό ειδοποιό χαρακτηριστικό της, τη σωματική εξάρτηση, είναι λανθασμένος και ανυπόστατος.

 

α) Ανοχή

 

Η ανοχή εκφράζει την ανάγκη της σταδιακής (και μέχρι ενός ορισμένου ορίου) αύξησης της έντασης οποιουδήποτε ερεθίσματος, προκειμένου να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η ανάπτυξη ανοχής αποτελεί οικουμενικό γνώρισμα της αντίδρασης όλων των ζωντανών οργανισμών απέναντι σε οποιαδήποτε επαναλαμβανόμενα ερεθίσματα, κάθε είδους, και συνεπώς, δεν μπορεί να εκληφθεί ως ειδικό συστατικό στοιχείο της δράσης ορισμένων ουσιών.

 

[Σημ: Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει και το φαινόμενο της Αντίστροφης Ανοχής, κατά το οποίο το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα προκαλείται με τη σταδιακή μείωση (μέχρι ενός ορίου) των δόσεων της ουσίας που το προκαλεί].

 

 

Γενικά, η ανάπτυξη της ανοχής στις ψυχοτρόπες ουσίες εξαρτάται τόσο από τη φυσιολογική ευαισθησία και τις προσδοκίες του χρήστη της, όσο και από το είδος , τη δοσολογία και τη συχνότητα λήψης κάθε ουσίας. Ειδικά, σ' ό,τι αφορά τα οπιούχα, συνήθως αναπτύσσεται ανοχή μόνο σε σχέση με τις αναλγητικές, ηρεμιστικές και ευφορικές δράσεις τους και στα αποτελέσματά τους στην αναπνευστική λειτουργία, και όχι σε σχέση με τη σμίκρυνση της κόρης του ματιού (μύση) και τη δυσκοιλιότητα.

 

Σε περίπτωση περιστασιακής χρήσης οπιούχων, κατά την οποία παρεμβάλλονται ικανά χρονικά διαστήματα ανάμεσα στις λήψεις τους, δεν αναπτύσσεται καθόλου ανοχή, με αποτέλεσμα ο χρήστης να εξακολουθεί να βιώνει τα αρχικά αποτελέσματα της δράσης των οπιούχων κάθε φορά που τα παίρνει. Μ' άλλα λόγια, εάν κάποιος χρησιμοποιεί σποραδικά μορφίνη ή άλλα οπιοειδή για ευφορικούς λόγους, μικρές δόσεις αυτών των ουσιών μπορεί να συνεχίσουν να είναι αποτελεσματικές χωρίς να χρειάζεται να αυξηθούν αξιοσημείωτα, εκτός φυσικά εάν ο χρήστης επιδιώκει ένα μεγαλύτερο ή εντονότερο αποτέλεσμα.

 

β) Εξάρτηση σωματική και «ψυχική»

 

Η σωματική εξάρτηση από κάποια ουσία υποδηλώνεται με την εμφάνιση ενός συνόλου στερητικών συμπτωμάτων σε περίπτωση διακοπής της λήψης της.

 

Μέχρι την κατασταλτική παρέμβαση της κρατικής εξουσίας στο χώρο των ψυχοτρόπων ουσιών (1914), η σωματική ή φυσική εξάρτηση, (που είναι το μόνο αντικειμενικό, διαπιστώσιμο και αποδείξιμο είδος εξάρτησης που υπάρχει), αποτελούσε το μοναδικό ιατρικό κριτήριο για την απάντηση στο ερώτημα εάν αυτές οι ουσίες προκαλούν εξάρτηση ή όχι. Αλλά μετά απ' την επιβολή της απαγόρευσης, στην απάντηση αυτού του ερωτήματος σε σχέση με τις παράνομες ουσίες άρχισε να επιβάλλεται ως κριτήριο και ο καινοφανής παράγοντας της ψυχικής εξάρτησης.

 

H ψυχική εξάρτηση υπονοεί μια απολύτως υποκειμενική κατάσταση που είναι αδύνατο να προσδιοριστεί με αντικειμενικά κριτήρια ή να ποσοτικοποιηθεί. Γι' αυτό το λόγο μπορεί να λειτουργεί ως «πάνχρηστον», δηλαδή ως εννοιολογικό εργαλείο που είναι τελείως άχρηστο για την επιστημονική μελέτη ενός φαινομένου όπως η χρήση ορισμένων ψυχοτρόπων ουσιών, αλλά πολύ βολικό ως «αιτιολόγηση» της απαγόρευσης και της δίωξής τους.

 

● Από πολιτική άποψη, η έννοια της «ψυχικής εξάρτησης» ως αυτοτελές κριτήριο για τη διάγνωση της «τοξικομανίας», είναι ένα καθαρά αστυνομικό και ποινικό εφεύρημα που επιβλήθηκε πρώτα στο πεδίο της πολιτικής και του ποινικού δικαίου και μετά στο χώρο της ιατρικής, προκειμένου να νομιμοποιηθεί «επιστημονικά» η επέκταση της καταστολής από τις ψυχοτρόπες ουσίες που προκαλούν στις ψυχοτρόπες ουσίες που δεν προκαλούν σωματική εξάρτηση (όπως η κάνναβη). Και για την εξυπηρέτηση αυτού του σκοπού, ο κατά σύμβαση επιστημονικά ορθός ορισμός των ναρκωτικών ως ουσιών «που δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα, εγκαθιστούν εξάρτηση και η διακοπή της λήψης τους συνεπάγεται την εμφάνιση στερητικού συνδρόμου», αντικαταστάθηκε με τον ανακόλουθο αστυνομικό και ποινικό ορισμό τους ως ουσιών «που δρουν στο κεντρικό νευρικό σύστημα και προκαλούν σωματική ή ψυχική εξάρτηση του χρήστη».

 

● Από ψυχολογική άποψη, ο όρος «ψυχική εξάρτηση» υποδηλώνει την επιθυμία ή την τάση για επανάληψη οποιασδήποτε δραστηριότητας ή εμπειρίας από την οποία απορρέει χαρά, ευχαρίστηση ή ικανοποίηση. Έχει συνεπώς εφαρμογή σε πλήθος καταστάσεων και καθορίζει όλες σχεδόν της επιλογές του ανθρώπου στην ατομική και κοινωνική του ζωή.

 

Από τη στιγμή που η έννοια της «ψυχικής εξάρτησης» επιβάλλεται ως διαγνωστικό κριτήριο της «τοξικομανίας», η οποία δεν συνιστά μια ψυχική αλλά μια σύνθετη ψυχοβιολογική κατάσταση, ο άνθρωπος εγκλωβίζεται ανεπαίσθητα στο αδιέξοδο σύμπαν ενός πανθεϊσμού της εξάρτησης: Όλες οι σχέσεις του ανθρώπου με πρόσωπα και πράγματα μεταμορφώνονται σε «σχέσεις εξάρτησης» και όλα τα πρόσωπα και τα πράγματα με τα οποία συνδέεται μετασχηματίζονται σε «εξαρτησιογόνους παράγοντες». Και, συνεπώς, όλοι οι άνθρωποι είναι εξαρτημένοι και μάλιστα πολυεξαρτημένοι (δηλαδή, είναι «τοξικομανείς» και μάλιστα «πολυτοξικομανείς»): «Τοξικομανείς» του φαγητού, του ποτού, της ένδυσης, της δουλειάς, του έρωτα, των κοινωνικών συναναστροφών, της διασκέδασης, της γνώσης, της τέχνης, της πολιτικής δράσης, των σπορ, των ψυχοτρόπων ουσιών.

 

Η καθιέρωση της έννοιας της «ψυχικής εξάρτησης» ως διαγνωστικού κριτηρίου της εξάρτησης, αποτελεί νίκη του παραλογισμού και της μεταφυσικής της εξουσίας σε βάρος της λογικής και της ιατρικής ως φυσικής επιστήμης, η οποία επιτυγχάνεται διαμέσου των ανεπίτρεπτων παρεμβάσεων της εξουσίας στον καθορισμό των κριτηρίων της ιατρικής, και οι οποίες καθίστανται δυνατές λόγω της εθελοδουλίας του ιατρικού σώματος απέναντι στους φορείς της ισχύος. [Κλ. Γρίβας: Κάνναβη, Μαριχουάνα-Χασίς, 1993, σ. 48]

Σωματική εξάρτηση, «ψυχική εξάρτηση» και ανοχή

 

ΕΞΑΡΤΗΣΗ

ΣΩΜΑΤΙΚΗ

Εκδηλώνεται

Με ένα σύνολο επώδυνων στερητικών συμπτωμάτων.

Αποτελεί

Ιδιαίτερο γνώρισμα ορισμένων ουσιών.

Είναι

Αντικειμενική και αποδείξιμη κατάσταση.

ΕΞΑΡΤΗΣΗ

ΨΥΧΙΚΗ

Υποδηλώνει

Την επιθυμία ή τάση για επανάληψη κάθε δραστηριότητας που προκαλεί χαρά, ευχαρίστηση ή ικανοποίηση.

Αποτελεί

Οικουμενικό γνώρισμα όλων των ζωντανών οργανισμών απέναντι σε κάθε είδους ερεθίσματα (πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις).

Είναι

Απολύτως υποκειμενική κατάσταση: Διαπιστώνεται αλλά δεν μπορεί να προσδιοριστεί με αντικειμενικά κριτήρια ή να ποσοτικοποιηθεί.

ΑΝΟΧΗ

 

Υποδηλώνει

Την ανάγκη για σταδιακή (και μέχρι ενός ορισμένου ορίου) αύξησ

της έντασης ενός ερεθίσματος για να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα.

Αποτελεί

Οικουμενικό γνώρισμα όλων των ζωντανών οργανισμών απέναντι σε κάθε είδους ερεθίσματα (πρόσωπα, πράγματα, καταστάσεις).

Είναι

Απολύτως εξατομικευμένη αντίδραση: Διαπιστώνεται αλλά δεν μπορεί να προσδιοριστεί με αντικειμενικά κριτήρια ή να ποσοτικοποιηθεί.

5. Η αποκατάσταση των όρων

 

Με βάση τα παραπάνω καθίσταται φανερό ότι η απεμπλοκή από την εννοιολογική σύγχυση που επιβλήθηκε στο πεδίο των ψυχοτρόπων ουσιών προκειμένου να εξυπηρετηθούν ορισμένες εξουσιαστικές σκοπιμότητες, προϋποθέτει την αναθεώρηση των αντεπιστημονικών όρων που επικρατούν και τον επαναπροσδιορισμό της έννοιας της εξάρτησης από ορισμένες ουσίες, σύμφωνα με το μοναδικό επιστημονικό, αντικειμενικό και διαπιστώσιμο, κριτήριό της: Την εκδήλωση ορισμένων στερητικών φαινομένων σε περίπτωση διακοπής της λήψης τους.

 

Για το λόγο αυτό, στην παρούσα εργασία αποφεύγεται η χρήση των δαιμονολογικών και απαξιωτικών όρων ναρκωτικά, ναρκομανία, ναρκομανής, τοξικομανία, τοξικομανής και των λοιπών συναφών, και χρησιμοποιούνται οι επιστημονικά συνεπείς όροι εξαρτησιογόνες ουσίες, μη-εξαρτησιογόνες ουσίες (νόμιμες και παράνομες), εξάρτηση, και εξαρτημένος, ως δηλωτικά των φαρμακολογικών, φυσιολογικών, ψυχολογικών και συμπεριφορικών επιδράσεων των διαφόρων ουσιών.

 

Κατά την άποψή μου, η εξάρτηση είναι ένα σύνθετο, πρωτίστως βιολογικό και δευτερευόντως ψυχικό γεγονός στο οποίο υπεισέρχονται ορισμένοι κοινωνικοί παράγοντες, ενώ το «πρόβλημα των ναρκωτικών» είναι ένα κατ' εξοχήν πολιτικό γεγονός το οποίο κατασκευάζεται εξουσιαστικά με την απαγόρευση ορισμένων ψυχοτρόπων ουσιών, και στο οποίο παρεισδύουν διάφοροι βιολογικοί και ψυχολογικοί παράγοντες.

 

Η ιδιότητα ορισμένων ουσιών να προκαλούν ψυχικά ή βιολογικά ή ψυχοβιολογικά αποτελέσματα (εξαρτησιακού ή μη-εξαρτησιακού τύπου) σε συνδυασμό με το αποκλειστικό δικαίωμα της εξουσίας να επιτρέπει ή να απαγορεύει κατά το δοκούν την παραγωγή, τη διάθεση και τη χρήση ορισμένων απ' αυτές, καθορίζει την ανάπτυξη της εξάρτησης σε δύο επίπεδα, ένα νόμιμο και ένα παράνομο, που λειτουργούν αλληλοσυμπληρωματικά, προς όφελος των πολιτικών και οικονομικών συμφερόντων που επιβάλλουν αυτές τις απαγορεύσεις.

 

1. Η εξάρτηση από παράνομες ουσίες αφορά τη συστηματική χρήση ορισμένων (κατά κανόνα φυσικών) ψυχοτρόπων ουσιών, που η παραγωγή και η διάθεσή τους απαγορεύεται και, φαινομενικά, διαφεύγει από τον έλεγχο της εξουσίας. Η διαμόρφωση του πεδίου της εξάρτησης από παράνομες ουσίες, προϋποθέτει έναπλέγμα σχέσεωνανάμεσα στους παράγοντες που την επικαθορίζουν (κρατική εξουσία, μεγάλο κεφάλαιο, αστυνομία, οργανωμένο έγκλημα, διακινητές και καταναλωτές αυτών των ουσιών),ένα χώρο συνάντησής τους (μαύρη αγορά) και ορισμένα συναλλακτικά μέσα (παράνομες ψυχοτρόπες ουσίες).

 

2. Η εξάρτηση από νόμιμες ουσίες αφορά τη συστηματική χρήση πολλών, κατά κανόνα συνθετικών, ψυχοτρόπων ουσιών, που η παραγωγή και η διάθεσή τους διέπεται από κανόνες που θεσπίζονται από την εξουσία. Η διαμόρφωση του πεδίου της εξάρτησης από νόμιμες ουσίες, προϋποθέτει ένα πλέγμα σχέσεωνανάμεσα στους παράγοντες που την επικαθορίζουν (κρατική εξουσία, μεγάλο κεφάλαιο, αστυνομία, διακινητές και καταναλωτές), ένα χώρο συνάντησής τους (νόμιμη αγορά) και ορισμένα συναλλακτικά μέσα (νόμιμες ψυχοτρόπες ουσίες).

 

Οι παράγοντες που συμμετέχουν στη διαμόρφωση και τη λειτουργία των δύο πεδίων της εξάρτησης είναι ίδιοι. Αλλά, ενώ στη νόμιμη αγοράπραγματοποιείται ένα ποσοστό κέρδους που καθορίζεται από τους κανόνες της οικονομίας αγοράς σε συνδυασμό με την εποπτική και φορολογική παρέμβαση του κράτους (πράγμα που, εκτός των άλλων, προστατεύει τους καταναλωτές, διασφαλίζοντας τον έλεγχο των τιμών και της ποιότητας των προσφερόμενων ουσιών), στη μαύρη αγορά πραγματοποιείται ένα ασύλληπτο ποσοστό κέρδους, το οποίο διαφεύγει από οποιοδήποτε εποπτικό και φορολογικό έλεγχο (πράγμα που εκτός των άλλων, εγκαταλείπει τους καταναλωτές και την υγεία τους στην ανεξέλεγκτη κερδοσκοπική μανία του οργανωμένου εγκλήματος).

 

6. Θεωρίες για τη χρήση και την εξάρτηση

 

Για την ερμηνεία της χρήσης των διαφόρων ψυχοτρόπων ουσιών, και ιδιαίτερα των εξαρτησιογόνων, έχει διατυπωθεί ένα πλήθος θεωριών, που ταξινομούνται σε 4 γενικές κατηγορίες: Βιολογικές, ψυχολογικές, ψυχοκοινωνιολογικέςκαικοινωνιολογικές.

 

Καθεμιά απ' αυτές τις θεωρίες, εξυπηρετεί διάφορες κοινωνικο-πολιτικές σκοπιμότητες και θεωρητικές ανάγκες, προσεγγίζει το αντικείμενό της από μια επιμέρους ειδική οπτική γωνιά, αποκλείει την εγκυρότητα όλων των άλλων προσεγγίσεων και αυτοπροβάλλεται ως «γενική θεωρία» της κατάχρησης των ουσιών και της εξάρτησης, συμβάλλοντας έτσι όχι στη διαμόρφωση ενός συνθετικού ερμηνευτικού εργαλείου, αλλά στην παραγωγή ενός σουρεαλιστικού πίνακα από αλληλοσυγκρουόμενα και αλληλοκαταγγελόμενα στοιχεία, καθένα από τα οποία διεκδικεί το δικό του λόγο ως «μοναδική αλήθεια».

 

Όλες αυτές οι θεωρίες (με εξαίρεση τις βιολογικές -μεταβολικές και νευροφυσιολογικές- προσεγγίσεις που έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα):

 

1. Παραγνωρίζουν το θεμελιώδες γεγονός ότι, ανεξάρτητα από τους ψυχολογικούς και κοινωνικούς παράγοντες που επενεργούν προωθητικά ή αποτρεπτικά τόσο στην έναρξη όσο και στη διακοπή της χρήσης κάποιας ουσίας, η εξάρτηση υποδηλώνει την εγκατάσταση μιας βιολογικής σχέσης ανάμεσα σ' έναν άνθρωπο και μια εξαρτησιογόνα ουσία, η οποία αναπτύσσεται σε οιονδήποτε κάνει συστηματική χρήση αυτής της ουσίας για ικανό διάστημα.

 

2. Συσκοτίζουν το γεγονός ότι σε συνθήκες απαγόρευσης, η εξέλιξη αυτής της βιολογικής σχέσης και η «μοίρα» του εξαρτημένου χρήστη καθορίζεται πρωτίστως από την ταξική θέση του:

Η συντήρηση της εξάρτησης για τον εξαρτημένο που ανήκει στα προνομιούχα κοινωνικά στρώματα δεν επιδρά αρνητικά στην ατομική και κοινωνική του ζωή, ενώ για τον εξαρτημένο που ανήκει στα μη-προνομιούχα κοινωνικά στρώματα οδηγεί αναγκαία στην ατομική εξαθλίωση, την κοινωνική υποβάθμιση και τη βιολογική αποδυνάμωσή του.

 

Οι 43 κυριότερες θεωρίες για την ερμηνεία του φαινομένου της κατάχρησης των φαρμάκων και της εξάρτησης, καταγράφηκαν και ταξινομήθηκαν από το υπουργείο Υγείας των ΗΠΑ σε 4 κατηγορίες: Βιολογικές θεωρίες (8), ψυχολογικές θεωρίες (12), ψυχο-κοινωνιολογικές θεωρίες (15),και κοινωνιολογικές θεωρίες (8).

 

[Σύνοψηαπότο «Theories on Drug Abuse»,US Department of Health, Εducation and Welfare (DHEW): National Institute on Drug Abuse Research Monograph 30/1980 (Βλ. Charles Carroll: Drugs in Modern Society, 3rd ed., Madison: Winscconsin, WCB, Brown & Benchmark, 1993, p. 75-79).

Βιολογικέςθεωρίες (8):BEJEROT Nils - DOLE Vincent - HOCHHAUSER Mark - JONAS Doris - MARTIN William - PRESCOTT James - SCHUCKIT Marc - SIMON Eric.

Ψυχολογικές θεωρίες (12): AUSUBEL David - GOLD Steve - GOODWIN Dinald - GORSUCH George - GREAVES George - KHATZIAN Edward - LINDESMITH Alfred - MILKMAM Harvey - SMART Reginald - SMITH Gene - SPOTTS James - WURNER Leon.

Ψυχο-κοινωνιολογικέςθεωρίες (15):CHEINIsidor - COLEMANSandra - HILLHarris - HUBAGeorge - JESSORRichard - JOHNSONBruce - KANDELDenise - KAPLANHoward - LONEYJan - McAULIFFEWilliam - PEALStanton - STANTONDuncan - STEFFENHAGENR.A. - VANDIJKW.K. - WILKERAbraham.

Κοινωνιολογικέςθεωρίες (8):BECKER Howard - FREDERICK Calvin - HENDIN Herbert - LUKOFF Irving - MISRA Rejandra - ROBINS Lee - WINICK Charles - ZINBERG Norman]

Β. ΤΟ ΝΕΥΡΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ: ΚΛΕΙΔΙ ΤΗΣ ΕΡΜΗΝΕΙΑΣ

 

 

1. Η δομή του νευρικού συστήματος

 

Το νευρικό σύστημαείναι ένα πολύπλοκο επικοινωνιακό δίκτυο από νευρικές ίνες που απλώνονται σ' ολόκληρο το σώμα, ελέγχει όλους τους μυς και τα όργανα, ρυθμίζει τη λειτουργία τους, και αποτελείται από τρία μέρη, το κεντρικό, το περιφερικό και το αυτόνομο νευρικό σύστημα.

 

1) Το κεντρικό νευρικό σύστημα (ΚΝΣ) αποτελείται από τον εγκέφαλο (κυρίως εγκέφαλοςκαι παρεγκεφαλίδα)και το νωτιαίο μυελό.

 

● Οκυρίως εγκέφαλος περιβάλλεται από το φλοιό (που έχει φαιό χρώμα και αποτελείται από νευρικά κύτταρα) και κάτω από τον φλοιό βρίσκεται ο μυελός του εγκεφάλου (που έχει λευκό χρώμα και αποτελείται από νευρικές ίνες).

Στο κέντρο του εγκεφάλου υπάρχουν συγκεντρώσεις φαιάς ουσίας που ονομάζονται βασικά γάγγλια, στα οποία περιέχονται πολλά νευρικά κέντρα ζωτικής σημασίας.

Ο εγκέφαλος α) διαιρείται σε 2 ημισφαίρια (δεξιό και αριστερό), σε 4 λοβούς (μετωπιαίος, βρεγματικός, κροταφικός, ινιακός) και σε διάφορες μοίρες που είναι υπεύθυνες για ορισμένες ειδικές λειτουργίες, και β) περιέχει ορισμένους χώρους, τις κοιλίες,μέσα στις οποίες υπάρχει ένα λεπτό δίκτυο αγγείων, το χοριοειδές πλέγμα, που παράγουν ένα υγρό, το εγκεφαλονωτιαίο υγρό, το οποίο κυκλοφορεί σ' ολόκληρο το κεντρικό νευρικό σύστημα, γύρω από τον εγκέφαλο και τον νωτιαίο μυελό.

 

● Η παρεγκεφαλίδααποτελείται από 2 ημισφαίρια (καθένα από τα οποία χωρίζεται σε 3 λοβούς) και είναι υπεύθυνη για το συντονισμό όλων των ενεργειών του σώματος.

Η προς τα κάτω συνέχεια του εγκεφάλου ονομάζεται στέλεχος, και διακρίνεται σε τρία τμήματα, το ανώτερο (μεσεγκέφαλος), το ενδιάμεσο (γέφυρα), και το κατώτερο (προμήκης μυελός), που περιέχουν νευρικά κέντρα ζωτικής σημασίας (όπως π.χ. το κέντρο της αναπνοής που βρίσκεται στον προμήκη).

 

● Ο νωτιαίος μυελός αποτελεί την προς τα κάτω συνέχεια του στελέχους του εγκεφάλου. Αρχίζει από τον προμήκη, μυελό, εκτείνεται μέσα στο σωλήνα της σπονδυλικής στήλης και καταλήγει σε μια μάζα νεύρων που ονομάζεται ίππουρις (ουρά αλόγου). Η κατασκευή του νωτιαίου μυελού είναι ακριβώς αντίστροφη από την κατασκευή του εγκεφάλου: Το εξωτερικό του είναι λευκό και αποτελείται από νευρικές ίνες ενώ το εσωτερικό του είναι φαιό και αποτελείται από νευρικά κύτταρα.

 

2) Tο περιφερικό νευρικό σύστημα (ΠΝΣ) αποτελείται από τα νεύρα που νευρώνουν το δέρμα και τους μυς, μεταβιβάζει πληροφορίες στο ΚΝΣ και παίρνει εντολές απ' αυτό.

 

3) Το αυτόνομο ή νευροφυτικό νευρικό σύστημα (ΑΝΣ) ελέγχει όλες τις λειτουργίες που δεν υπόκεινται στον έλεγχο της βούλησης και διαιρείται σε δύο σκέλη, το συμπαθητικό και το παρασυμπαθητικό, που έχουν ανταγωνιστικές λειτουργίες μεταξύ τους (σύσπαση-χαλάρωση, διέγερση-ηρεμία).

 

Το νευρικό σύστημα συντίθεται από 100 δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα τα οποία υπάρχουν σε πλήθος μορφών, σχημάτων και μεγεθών, συγκεντρώνονται κατά ομάδες, σχηματίζουν ειδικές στιβάδες ή μάζες και επικοινωνούν μεταξύ τους με πολύπλοκα νευρωνικά κυκλώματα ή δίκτυα.

 

Το νευρικό κύτταρο είναι η θεμελιώδης ανατομική και λειτουργική μονάδα του νευρικού συστήματος και αποτελείται από ένα κυτταρικό σώμα, ένα νευράξονα και τους δενδρίτες του.

 

● Το κυτταρικό σώμα περιλαμβάνει τον πυρήνα και το περικάρυο, μέσα στο οποίο βρίσκονται τα μικροσωληνάρια και τα νευρικά ινίδια και τα οργανύλια του κυττάρου (οργανύλια του κυττάρου: μιτοχόνδρια, λείο και αδρό ενδοπλασματικό δίκτυο, συσκευή του Golgi, λυσοσώματα και πολυκυσττεοειδή σωμάτια).

● Ο νευράξονας εκφύεται από το κυτταρικό σώμα, εκτείνεται εντός του κεντρικού νευρικού συστήματος (ΚΝΣ) και, μαζί με άλλους νευράξονες, σχηματίζει τα επιμήκη στελέχη του περιφερικού νευρικού συστήματος (ΠΝΣ).

● Οι δενδρίτες εκφύονται από το κυτταρικό σώμα, εκτείνονται σε όλες τις κατευθύνσεις και σχηματίζουν πυκνότατα πλέγματα.

 

Τα νευρικά κύτταρα επικοινωνούν μεταξύ τους, εκκρίνοντας ειδικές ουσίες, τους νευροδιαβιβαστές ή νευρομεταβιβαστές, που δρουν ως μεταφορείς μηνυμάτων. Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί πολλοί κεντρικοί νευροδιαβιβαστές που ανήκουν σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: Τα αμινοξέα, τις μονοαμίνες και τα πολυπεπτίδια.

 

Αμινοξέα: Aσπαρτικό οξύ, Γλουταμινικό οξύ, Ταυρίνη και γ-αμμινοβουτυρική οξύ ή GABA.

Μοναμίνες:Aκετυλοχολίνη, Σεροτονίνη, Ισταμίνη και Κατεχολαμίνες (αδρεναλίνη και νοραδρεναλίνη ή ντοπαμίνη). Oι μονοαμίνες περιέχουν μόνο μια αμινοομάδα.

Πολυπεπτίδια:Eνδορφίνες, Εγκεφαλίνες, Δυνορφίνες και Υποφυσεϊκές ορμόνες. Τα πολυπεπτίδα αποτελούνται από μικρές αλυσσίδες αμινοξέων.

 

2. Το άπειρο της πολυπλοκότητας του νευρικού συστήματος

 

Η ασύλληπτη πολυπλοκότητα και η θαυμαστή πλαστικότητα του νευρικού συστήματος ξεπερνάει τα όρια του αντιληπτού, προκαλεί απέραντο δέος και θαυμασμό και διασφαλίζει τις βιολογικές προϋποθέσεις της απεριόριστης ελευθερίας του ανθρώπου.

 

«Το νευρικό σύστημα του ανθρώπου είναι η πιο σύνθετη δομή της δημιουργίας. Οι μηχανισμοί του είναι τόσο μυστηριώδεις όσο και οι μηχανισμοί του αστρικού μεγάκοσμου ή του ατομικού μικρόκοσμου. Κατά τον Teilhard de Chardin, με τον εγκέφαλο του ανθρώπου εμφανίζεται ένα τρίτο άπειρο, το άπειρο της πολυπλοκότητας, που είναι τόσο πραγματικό, όσο και το Απειρο-ελάχιστο ή το Απειρο-μέγιστο». (G. Lazorthes, Εγκέφαλος και Πνεύμα, Πολυπλοκότητα και Πλαστικότητα, 1991, σ. 7)

 

Χάρη στην ύπαρξη αυτού του τρίτου άπειρου, του άπειρου της πολυπλοκότητας του νευρικού συστήματος, «ο άνθρωπος είναι βιολογικά προγραμματισμένος με τρόπο ώστε να μην υπόκειται σε κανένα προγραμματισμό και να έχει πάντοτε την ελευθερία της συνεχούς αναζήτησης νέων στόχων και σκοπών». (Lewis Thomas, Οι ζωές του κυττάρου, 1975) Εξαιτίας της δομής του νευρικού του συστήματος, ο άνθρωπος είναι βιολογικά καταδικασμένος να είναι ελεύθερος.

 

Η επικοινωνία στο δαιδαλώδες νευρικό σύστημα εξασφαλίζεται με την ύπαρξη ενός πολυσύνθετου συστήματος που αποτελείται από νευροδιαβιβαστές (ή νευρομεταβιβαστές) και υποδοχείς.Οι νευροδιαβιβαστές είναι ειδικές χημικές ουσίες που λειτουργούν ως αγγελιοφόροι, μεταφέροντας μηνύματα από το ένα νευρικό κύτταρο στο άλλο, και οι υποδοχείςείναι ειδικά πρωτεϊνικά μόρια που λειτουργούν ως παραλήπτες των μηνυμάτων που μεταφέρονται από τους νευροδιαβιβαστές.

 

Κάθε νευροδιαβιβαστής μεταβιβάζει ορισμένα μόνο ερεθίσματα, αναγνωρίζεται από ειδικούς υποδοχείς, που βρίσκονται σε καθορισμένες θέσεις της επιφάνειας της μεμβράνης των γειτονικών νευρικών κυττάρων, μπορεί να διεγείρει μόνο ένα νευρώνα και έχει καθορισμένο κύκλο ύπαρξης: Συντίθεται σε ένα νευρικό κύτταρο-πομπό, απελευθερώνεται απ' αυτό με μορφή κυστιδίου, διαχέεται στο χάσμα που υπάρχει ανάμεσα στο κύτταρο-πομπό και τα γειτονικά νευρικά κύτταρα (συναπτικό χάσμα, πεδίο ή σχισμή), συνδέεται με τους ειδικούς υποδοχείς του κυττάρου-δέκτη, μεταδίδει το μήνυμα που φέρνει, και, εν συνεχεία, αποδομείται.

 

Κάθε υποδοχέαςμπορεί να αναγνωρίσει και να συνδεθεί με το μόριο ενός νευροδιαβιβαστή. Η σύνδεση του νευροδιαβιβαστή και του υποδοχέα είναι εκλεκτική, ταχεία, αναστρέψιμη και συγκεράσιμη.

 

Κάθε ερέθισμα ή μήνυμα μεταδίδεται κατά μήκος του σώματος του νευρικού κυττάρου με μορφή ηλεκτρικής νευρικής ώσης, η οποία, φτάνοντας στην απόληξη του κυττάρου, προκαλεί την απελευθέρωση ενός νευροδιαβιβαστή από ειδικές θέσεις της μεμβράνης του κυττάρου-πομπός (προσυναπτική μεμβράνη). Ο νευροδιαβιβαστής που απελευθερώνεται από το κύτταρο-πομπός διαχέεται στο χώρο που υπάρχει ανάμεσα σε δύο γειτονικά νευρικά κύτταρα (συναπτικό χάσμα, πεδίο ή σχισμή) και, εν συνεχεία, συνδέεται με ειδικά πρωτεϊνικά μόρια (υποδοχείς) που υπάρχουν στη μεμβράνη του κυττάρου-δέκτης (μετασυναπτική μεμβράνη).

 

Η σύνδεση αυτή προκαλεί χημικές μεταβολές στο κύτταρο-δέκτη, οι οποίες δημιουργούν μια νέα νευρική ώση, που, με τη σειρά της, διατρέχει το σώμα του κυττάρου, φτάνει στην απόληξή του και ενεργοποιεί την έκλυση και την απελευθέρωση ενός άλλου νευροδιαβιβαστή, ο οποίος διαχέεται στο μετασυναπτικό χάσμα και συνδέεται με τους ειδικούς υποδοχείς του επόμενου κυττάρου. Αυτός ο κύκλος επαναλαμβάνεται αενάως, με αποτέλεσμα να εξασφαλίζεται η συνεχής επικοινωνία μεταξύ των νευρικών κυττάρων, διαμέσου μιας αδιάπτωτης ροής εναλλασσόμενης χημικής και ηλεκτρικής ενέργειας.

 

Το νευρικό σύστημα αποτελείται από 100 και πλέον δισεκατομμύρια νευρικά κύτταρα. Κάθε νευρικό κύτταρο διαθέτει έως 10 χιλιάδες υποδοχείς και πολλές χιλιάδες κυστίδια, και κάθε κυστίδιο περιέχει 10 έως 100 χιλιάδες μόρια νευροδιαβιβαστών.

 

Αυτό σημαίνει πως μόνο τα 10 δισεκατομμύρια νευρώνες του φλοιού του εγκεφάλου (που αποτελούν το 1/10 του συνόλου των κυττάρων του νευρικού συστήματος), δίνουν «έναν αριθμό λειτουργικών συνδυασμών ίσο με 10 εις την 2.783.000 δύναμη, ή μ' άλλα λόγια, με έναν αριθμό που αποτελείται από 2,5 εκατομμύρια μηδενικά», ο οποίος σηματοδοτεί τα βιολογικά όρια της ουσιαστικά απεριόριστης ελευθερίας του ανθρώπου. [Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του C. Herrick. Αναφ. στο G. Lazorthes, ο.π., σ. 56]

 

3. Οι υποδοχείς των οπιούχων-οπιοειδών

 

Το 1972, αποκαλύφτηκε ότι τα οπιούχα (μορφίνη, ηρωίνη) διαπερνούν τον αιματοεγκεφαλικό φραγμό (ο οποίος περιβάλλει προστατευτικά τα νευρικά κύτταρα) και ασκούν εξειδικευμένη δράση σε ορισμένα κέντρα του εγκεφάλου τα οποία συνδέονται με την αντίληψη του πόνου, και, συγχρόνως, αποδείχτηκε ότι στις συναπτικές μεμβράνες του νευρικού συστήματος υπάρχουν ορισμένοι ειδικοί υποδοχείς για τα οπιοειδή, που ονομάστηκαν υποδοχείς των οπιοειδών.

 

Οι υποδοχείς των οπιοειδών είναι διάσπαρτοι σε διάφορα σημεία του νευρικού συστήματος, κατανέμονται κυρίως στους σχηματισμούς του κρικοειδούς συστήματος, τον οπίσθιο λοβό της υπόφυσης, τους κυτταρικούς σχηματισμούς των οπισθίων κεράτων του νωτιαίου μυελού και τον πυρήνα της νωτιαίας δεσμίδας του τριδύμου, και ελέγχουν τις αντιδράσεις του οργανισμού στα επώδυνα και στρεσογόνα ερεθίσματα.

 

[Σημ: Το Κρικοειδές σύστημα αποτελείται από τα εξής μορφώματα: Aμυγδαλοειδής πυρήνας, πρόσθιος υποθάλαμος, έσω πυρήνες του οπτικού θαλάμου, φαιά ουσία γύρω από τον υδραγωγό του Silvius, υπομέλας τόπος].

 

Μέχρι σήμερα έχουν εντοπιστεί 4 κύριες ομάδες υποδοχέων, οι υποδοχείς Μu, Κappa, Delta και Sigma, που ενεργοποιούνται από ορισμένα οπιοειδή, ειδικά για κάθε κατηγορία υποδοχέων. Καθεμιά απ' αυτές τις ομάδες διακρίνεται σε δύο τουλάχιστον υπο-ομάδες (π.χ. Mu-1 και Mu-2).

 

*Οι υποδοχείς Mu (μ), βρίσκονται κυρίως σε ορισμένες περιοχές του υποθαλάμου και της βάσης του εγκεφάλου, οι οποίες ευθύνονται για την πρόκληση της υπερνωτιαίας ή κεντρικής αναλγησίας. Διακρίνονται στους υποδοχείς Mu-1 (που η διέγερσή τους προκαλεί αναλγησία και ευφορία) και τους υποδοχείς Mu-2 (που η ενεργοποίησή τους προκαλεί καταστολή της αναπνοής).

*Οι υποδοχείς Κappa (κ) εντοπίζονται κυρίως στο ραχιαίο κέρας σπονδυλικής στήλης και ένα μικρό μέρος τους στη βάση του εγκεφάλου. Η διέγερση των υποδοχέων κ που βρίσκονται στη σπονδυλική στήλη σχετίζεται με την πρόκληση της αναλγησίας κατά τις αρχικές φάσεις της μεταβίβασης του πόνου, ενώ η ενεργοποίηση των υποδοχέων κπου βρίσκονται στη βάση του εγκεφάλου συνδέεται με τη μύση και την ηρεμία.

*Οιυποδοχείς Delta (δ) βρίσκονται στoν εγκέφαλο και το νωτιαίο μυελό και η διέγερσή τους συσχετίζεται με την πρόκληση της αναλγησίας και την ενίσχυση των δράσεων της μορφίνης.

*Οι υποδοχείς Sigma (σ)εντοπίζονται κυρίως στο λυμπικό σύστημα του εγκεφάλου (αμυγδαλή και ιππόκαμπος), και η διέγερσή τους συνδέεται με τις ψυχομιμητικές, ψευδαισθησιακές και δυσφορικές δράσεις ορισμένων οπιοειδών. (Υπάρχει η άποψη ότι οι ψυχεδελικές δράσεις της κεταμίνης και της φαινκυκλιδίνης (PCP) μπορεί να οφείλονται στη διέγερση των υποδοχέων Sigma)

 

Ο πόνος προκαλείται από τον ερεθισμό των απολήξεων των αισθητικών νεύρων που υπάρχουν στα διάφορα όργανα του σώματος, και κυρίως στο δέρμα και τα σπλάχνα, από διάφορα επώδυνα μηχανικά, θερμικά, χημικά ή τραυματικά ερεθίσματα. Ο ερεθισμός αυτών των αισθητικών απολήξεων, προκαλεί μια ηλεκτρική δραστηριότητα, η οποία μεταβιβάζεται στις συναπτικές απολήξεις που βρίσκονται στο νωτιαίο μυελό, κι από εκεί στον εγκέφαλο. Αυτό δίνει έναυσμα στην έκλυση των ενδογενών οπιοειδών, τα οποία ενεργοποιούν τους υποδοχείς των οπιοειδών, με αποτέλεσμα την αύξηση της αντοχής στα επώδυνα ερεθίσματα.

4. Ενδογενείς μορφίνες ή ενδορφίνες

 

Η ανακάλυψη της ύπαρξης ειδικών υποδοχέων για τα οπιοειδή στο νευρικό σύστημα (1972), οδήγησε στη λογική υπόθεση ότι ο οργανισμός δεν μπορεί παρά να παράγει κάποιες ειδικές ουσίες που δρουν σ' αυτούς.

 

Η υπόθεση αυτή επιβεβαιώθηκε το 1975, όταν αποδείχτηκε ότι στο νευρικό σύστημα παράγονται φυσικές ουσίες, οι ενδογενείς μορφίνεςή ενδορφίνες ή ενδογενή οπιοειδή, που εμφανίζουν χημική συγγένεια με τα οπιούχα, είναι 100 φορές δραστικότερα από τη μορφίνη και δρουν στα νευρικά κύτταρα με τρόπο παρόμοιο μ’ αυτή, αυξάνοντας τη φυσική αντοχή και τροποποιώντας την ψυχική στάση του ανθρώπου απέναντι στον πόνο.

 

Μέχρι σήμερα έχουν ανακαλυφτεί τρεις ομάδες φυσικών ενδογενών μορφινών, που παράγονται από το ζωντανό οργανισμό ως μέσο αυτοπροστασίας του απέναντι στον πόνο και ρύθμισης πολλών άλλων λειτουργιών: Oι εγκεφαλίνες, οι ενδορφίνες και οι δυνορφίνες, που καθιερώθηκε να ταξινομούνται ως ενδογενή οπιοειδή ή ενδογενείς μορφίνες ή απλώς ενδορφίνες (από το συνδυασμό των συντετμημένων όρων ενδο-γενείς μο-ρφίνες).

 

*Οι εγκεφαλίνεςείναι πενταπεπτίδια που διαφέρουν μεταξύ τους κατά ένα αμινοξύ (μεθειονίνη ή λευκίνη).

*Οι ενδογενείς μορφίνες ή ενδορφίνεςείναι νευροπεπτίδια που αποτελούνται από 31 ή λιγότερα αμινοξέα. Απομονώθηκαν στους νευρώνες του εγκεφάλου, εντοπίζονται κυρίως στο διάμεσο λοβό της υπόφυσης, δρουν τους υποδοχείς των οπιούχων με τρόπο παρόμοιο μ' αυτόν της μορφίνης και είναι «40 φορές δραστικότερες από τις εγκεφαλίνες και 100 φορές δραστικότερες από τη μορφίνη». [Ch. Carroll, Drugs in Modern Society,1993, σ. 194].

*Οι δυνορφίνεςπαίζουν έναν ρόλο που δεν έχει διερευνηθεί ακόμη.

*Οι ενδογενείς μορφίνεςσυνδέονται με την (α) την αντοχή στον πόνο, που είναι ειδική για κάθε άνθρωπο, (β) με την ψυχική και σωματική ευεξία, (γ)  με την σεξουαλική δραστηριότητα, (δ) με την ανακουφιστική δράση των εικονικών φαρμάκων (placebo), και (ε) με πολλές καταστάσεις που η ενίσχυση ή η αποδυνάμωσή τους εξαρτάται από την αυξημένη ή μειωμένη παραγωγή των ενδογενών μορφινών (ενδορφινών).

Η δράση των οπιούχων στους υποδοχείς

 

 

YΠΟΔΟΧΕΙΣ

ΟΠΙΟΥΧΩΝ

 

 

Η ΔΙΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥΣ

ΠΡΟΚΑΛΕΙ

Mu

Αναλγησία (κεντρική)

Καταστολή της αναπνοής

Ευφορία, Εξάρτηση (σωματική)

Kappa

Αναλγησία (νωτιαία)

Ηρεμία, Μύση

Sigma

Αναπνευστική διέγερση

Αγγειοκινητική διέγερση

Δυσφορία Παραισθήσεις

Delta

Η δράση τους δεν έχει

αποσαφηνιστεί ακόμη

 

ΟΥΣΙΕΣ

 

ΥΠΟΔ

ΟΧΕΙΣ

 

 

Mu

Kappa

Sigma

Delta

Morphine

+++

-

0

+

Naloxone

- -

-

-

-

Pentazocine

+ / 0

+

+

+

Butorphanole

+ / 0

+

+

?

Nalbuphine

-

+

+ / 0

?

Buprenorphine

+

-

0

?

Fentanyl

+++

+

0

+

Dezocine

+

+

?

+

 

(+) Αγωνιστική δράση, (-) Ανταγωνιστική δράση, (0) Μη διαπιστώσιμη δράση, (?) Ελλειψηστοιχείων

Πηγή: R. Julien (1992), A Primer of Drug Action, 6th ed. (N.Y., Freeman, 1992, σ. 194)

 

Γ. ΜΙΑ ΒΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΗΣ ΕΞΑΡΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΟΠΙΟΥΧΑ

 

1. Εξάρτηση

 

Η ανακάλυψη των ενδογενών μορφινών (φυσιολογικών οπιούχων) και των υποδοχέων τους στο νευρικό σύστημα του ανθρώπου σε συνδυασμό με τα μέχρι στιγμής πορίσματα της συνεχιζόμενης έρευνας σ’ αυτό το πεδίο, μου επιτρέπουν να προτείνω μια πρώτη βιολογική ερμηνεία της εξάρτησηςαπό τα οπιούχα, του στερητικού συνδρόμου και της δυσκολίας της αποκοπής απ' αυτά, που στηρίζεται σε ορισμένα αντικειμενικά και διαπιστώσιμα στοιχεία.

 

Οι ενδογενείς μορφίνες συνδέονται με την αντοχή στον πόνο που είναι ειδική για κάθε άνθρωπο, με την ψυχική και σωματική ευεξία, με την σεξουαλική δραστηριότητα, με την ανακουφιστική δράση των εικονικών φαρμάκων, και πολλές άλλες καταστάσεις που η ενδυνάμωση ή η αποδυνάμωσή τους εξαρτάται από την αυξημένη ή μειωμένη παραγωγή των ενδορφινών. Συνεπώς, η έλλειψη των ενδογενών μορφινών είναι φυσικό να προκαλεί ένα πλήθος σωματικών και ψυχικών αντιδράσεων που είναι αντίθετες μ’ αυτές που προκαλούνται από την παρουσία τους.

 

Η συστηματική λήψη εξωγενών οπιούχων (μορφίνης, ηρωίνης, κλπ.) που προστίθενται στα φυσιολογικώς υπάρχοντα ενδογενή οπιούχα (ενδορφίνες) έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχουν στο νευρικό σύστημα αυξημένες ποσότητες οπιούχων που επικαλύπτουν τους ειδικούς υποδοχείς των οπιοειδών. Η προσφορά της περίσσειας των οπιούχων επί ικανό χρονικό διάστημα ανατρέπει την ισορροπία των ενδογενών μορφινών και προκαλεί βιοναδραστικά την αναστολή της βιοσύνθεσής τους, προκειμένου να αποκατασταθεί η διαταραχθείσα ισορροπία.

 

Μετά τη διακοπή της λήψης των εξωγενών οπιούχων, οι υποδοχείς του εξαρτημένου χρήστη δεν καλύπτονται από την ποσότητα των ενδογενών μορφινών που χρειάζονται φυσιολογικά, και εξ’ αιτίας αυτής της έλλειψης, εκδηλώνεται ένα σύνολο στερητικών φαινομένων, που εξελίσσονται σε δύο φάσεις, τη φάση του στερητικού και τη φάση του μεταστερητικού συνδρόμου.

 

Στα πλαίσια αυτών των διεργασιών, η εξάρτησητου ανθρώπου από τα εξωγενώς προσλαμβανόμενα οπιούχα εγκαθίσταται από τη στιγμή που συντελείται η αναστολή της φυσιολογικής βιοσύνθεσης των ενδογενών μορφινών, πράγμα που έχει ως αποτέλεσμα τον εξαναγκασμό του οργανισμού να καλύπτει τις δεδομένες ανάγκες του σε μορφίνες με την πρόσληψη εξωγενών οπιούχων.

 

2. Στερητικό σύνδρομο

 

Μετά την εγκατάσταση της εξάρτησης, η διακοπή της λήψης των εξωγενών οπιούχων δεν ακολουθείται αυτομάτως από τη βιοσύνθεση των ενδογενών μορφινών στα επίπεδα που βρισκόταν πριν από την εγκατάσταση της εξάρτησης, γιατί η διαδικασία για την αποκατάσταση της βιοσύνθεσης των ενδογενών μορφινών στα προηγούμενα φυσιολογικά τους επίπεδα είναι πολύ βραδεία. Έτσι, αμέσως μετά την απότομη διακοπή της λήψης των εξωγενών οπιούχων, η έλλειψη της δράσης τους στους υποδοχείς των οπιούχων προκαλεί μια βίαιη σωματική αντίδραση μικρής διάρκειας (4-5 εικοσιτετραώρων), που είναι γνωστή ως στερητικό σύνδρομο και περιλαμβάνει τρεις τουλάχιστον κατηγορίες εκδηλώσεων, οι οποίες είναι ακριβώς αντίθετες από εκείνες που σημειώνονται από τη διέγερση των υποδοχέων υπό την επίδραση των οπιούχων:

 

1.H διέγερση των υποδοχέων Mu από τα οπιούχα προκαλεί ευφορία, καταστολή της αναπνοής και κεντρική αναλγησία. Κατ’ αντιστοιχία, η μη-διέγερσή τους συνεπάγεται επίταση της αναπνοής, δυσφορία και άρση της κεντρικής αναλγησίας (με όλα τα συνακόλουθα δυσάρεστα φαινόμενα στα οποία προεξάρχει η αδυναμία άμυνας απέναντι σε οποιοδήποτε πόνο, ο οποίος γίνεται αντιληπτός σε μεγέθυνση).

2.H διέγερση των υποδοχέων Kappa από τα οπιούχα προκαλεί ηρεμία, στένωση της κόρης των ματιών και περιφερική αναλγησία. Κατ’ αναλογία, η μη- διέγερσή τους συνεπιφέρει ανησυχία, διεύρυνση της κόρης των ματιών και άρση της περιφερικής αναλγησίας (με όλα τα σχετικά επώδυνα φαινόμενα που συνεπάγεται αυτό).

3.H διέγερση των υποδοχέων Sigma από τα οπιούχα προκαλεί αναπνευστική και αγγειοκινητική διέγερση. Κατ’ αντιστοιχία, η μη-διέγερσή τους συνεπάγεται υποβάθμιση της αναπνευστικής και της αγγειοκινητικής λειτουργίας.

 

Η μικρή διάρκεια του στερητικού συνδρόμου (4-5 εικοσιτετράωρα), ερμηνεύεται ως αποτέλεσμα του χρόνου που είναι απαιτείται προκειμένου η βραδεία διαδικασία της αποκατάστασης των ενδορφινών να φτάσει σε ένα κρίσιμο επίπεδο που καλύπτει στοιχειωδώς τις απαιτήσεις των υποδοχέων του ατόμου.

 

Η καλύτερη φαρμακολογική μέθοδος για την αντιμετώπιση του στερητικού συνδρόμου από οπιούχα, έγκειται στη χορήγηση ενός αλκαλοειδούς του οπίου (μορφίνη ή κωδεϊνη) ή ενός φαρμάκου του τύπου της ζιπεπρόλης (dovavixin) ή ενός συνθετικού οπιοειδούς (μεθαδόνη), σε συνδυασμό με κάποιο ηρεμιστικό με υπνογόνο δράση.

 

3. Μεταστερητικό σύνδρομο

 

Μετά τη διακοπή της λήψης εξωγενών οπιούχων από έναν εξαρτημένο χρήστη, η αποκατάσταση των ενδογενών μορφινών επιτελείται με βραδύτατους ρυθμούς και ο παρατεταμένος χρόνος που απαιτείται για την ολοκλήρωσή της (με τρόπο ώστε η παραγωγή των ενδογενών μορφινών να φτάσει στα φυσιολογικά επίπεδα που βρισκόταν πριν από την εγκατάσταση της εξάρτησης) είναι ανάλογοςμε το χρόνο που διάρκεσε η επίδραση των εξωγενών οπιούχων. Η φάση αυτή είναι γνωστή ως μεταστερητικό σύνδρομο.

 

Το μεταστερητικό σύνδρομο είναι μεγάλης διάρκειας (2-5 χρόνια) και συνιστά μια δυσβάστακτη κατάσταση κατά την οποία το άτομο βιώνει έντονη κατάθλιψη, νοιώθει ότι κινείται σ’ ένα προσωπικό κενό, εμφανίζει μειωμένη αντοχή στον ψυχικό και σωματικό πόνο, αδυνατεί να προβάλλει άμυνα απέναντι στις διαψεύσεις και, από καιρού σε καιρό, αισθάνεται μια εντονότατη «πείνα» για οπιούχα. Ο εξαρτημένος δικαιολογημένα αισθάνεται την ανάγκη να διαφύγει απ’ αυτή την εξαιρετικά δυσάρεστη κατάσταση που βιώνει. Και ο πιο εύκολος τρόπος να το κάνει είναι να ξαναπάρει οπιούχα, ξαναμπαίνοντας στον κύκλο της χρήσης και της προσπάθειας για διακοπή.

 

Στο φως μιας τέτοιας θεώρησης, ερμηνεύεται ικανοποιητικά, όχι με δαιμονολογικά ή ηθικολογικά αλλά με αντικειμενικά βιολογικά δεδομένα:

 

1.Ο λόγος για τον οποίο οι περισσότεροι εξαρτημένοι δεν μπορούν παρά να εξακολουθούν να χρησιμοποιούν τα οπιούχα, παρά τη δραματική ατομική και κοινωνική υποβάθμισή τους που συνεπάγεται η παράλογη και αφανιστική κατασταλτική πολιτική που εφαρμόζεται εναντίον τους.

2.O λόγος για τον οποίο όλοι σχεδόν οι εξαρτημένοιαπό καιρού σε καιρό σταματούν να παίρνουν ηρωίνη αλλά οι περισσότεροι ξαναγυρίζουν σ' αυτή,παρά την έντονη επιθυμία και τη θέλησή τους να μείνουν «καθαροί».

3.Το τεράστιο ποσοστό αποτυχίας των διαφόρων «προγραμμάτων απεξάρτησης», που κυμαίνεται μεταξύ 90-99%.

4.Η πλήρης αναξιοπιστία όλων ανεξαιρέτως των «ποσοστών επιτυχίας» που ανακοινώνονται από διάφορα μη-ιατρικά και μη-βιολογικά δήθεν «θεραπευτικά» μοντέλα, όταν προκύπτουν από ελέγχους της σχέσης των «αποφοίτων» τους με τη χρήση οπιούχων, οι οποίοι γίνονται πριν από την πάροδο τουλάχιστον πέντε ετών από τη διακοπή της λήψης τους και τη σχετική αξιοπιστία τους όταν προκύπτουν από ελέγχους που γίνονται πέντε χρόνια μετά τη διακοπή της λήψης τους.

 

Για την αντιμετώπιση του μεταστερητικού συνδρόμου, η αποτελεσματικότερη από τις μεθόδους που προτάθηκαν μέχρι σήμερα έγκειται στη συστηματική και επί μακρόν χορήγηση:

ή οπίου

ή κάποιου φυσικού παραγώγου του οπίου (μορφίνη, κωδεϊνη)

ή κάποιου ενός ημισυνθετικού παραγώγου του οπίου (π.χ. ηρωίνη)

ή κάποιου συνθετικού οπιοειδούς (μεθαδόνη, LAAM, μπουμπρενορφίνη, κ.α.).

 

● Εάν η προσπάθεια του εξαρτημένου χρήστη έχει ως σκοπό την απεξάρτησή του, η ουσία χορηγείται με μειούμενες δόσεις (βαθμιαίως και με αργό ρυθμό), με τρόπο ώστε η δοσολογία να μηδενιστεί σε ένα χρονικό διάστημα 2-3 ετών.

● Εάν η προσπάθεια έχει ως σκοπό τη συντήρησή του, η ουσία χορηγείται σε μια (εξατομικευμένη) δόση συντήρησης είτε ισοβίως είτε μέχρι να αποφασίσει να μπει σε μια διαδικασία απεξάρτησης (οπότε και ακολουθείται ο δρόμος της βαθμιαίως μειούμενης δόσης).

 

Η βιολογική ερμηνεία της εξάρτησης, του στερητικού και του μεταστερητικού συνδρόμου, του μεταστερητικού και της δυσκολίας της απεξάρτησης από τα οπιούχα, αποτελεί ένα πρώτο και σημαντικό βήμα

α) για τη διατύπωση μιας επιστημονικής απάντησης στο καίριο ερώτημα «τι σημαίνει εξάρτηση από την ηρωίνη;».και

β) για την επεξεργασία μεθόδων για την αντιμετώπιση της εξάρτησης που είναι διαμετρικά αντίθετες από τη δαιμονολογική, απαγορευτική και κατασταλτική πολιτική η οποία επιβάλλεται από το σύμπλεγμα κρατικής εξουσίας, οργανωμένου εγκλήματος και διαπλεκόμενων συμφερόντων (που έχουν ανάγκη από τη συντήρηση της απαγόρευσης και της καταστολής), εξαπατώντας συστηματικά την κοινωνία και καλλιεργώντας με κάθε δυνατό τρόπο το πελώριο ψεύδος ότι η απεξάρτηση είναι δυνατό να επιτευχθεί με τη «δύναμη της θέλησης» ή με το μακροχρόνιο εγκλεισμό των εξαρτημένων στις φυλακές, τις φυλακές-κέντρα «αποτοξίνωσης» και τις «ποινικές αποικίες» των διαφόρων ψευτοθεραπευτικών μη-ιατρικών μοντέλων απεξάρτησης.

 

Τα οπιούχα είναι εξαρτησιογόνες ουσίες με πολύ χαμηλή τοξικότητα και δεν προκαλούν αξιοσημείωτες βλάβες στις σωματικές και ψυχοδιανοητικές λειτουργίες του χρήστη τους.

 

«Ακόμη και σε περίπτωση κατάχρησης δεν προκαλούν φυσικές βλάβες στο νευρικό σύστημα, το ήπαρ ή την καρδιά (σ' αντίθεση με το αλκοόλ και τα βαρβιτουρικά), ούτε παράγουν ψυχωτικές εμπειρίες (σ' αντίθεση με τις αμφεταμίνες και την κοκαΐνη)» (L. Grinspoon & J. Bakalar, «DrugAbuseandDependence»,TheHarvardMedicalSchoolMentalHealthReview, 1(1990):14)

 

[Σημ: Προς αποφυγή σκόπιμων «παρεξηγήσεων»: Οι συγγραφείς είναι καθηγητές στο πανεπιστήμιο του Harvard. Ο καθηγητής της ψυχιατρικής L. Grinspoon είναι διεθνώς καταξιωμένος ως αυθεντία για τις παράνομες ψυχοτρόπες ουσίες, έχει γράψει πολλά πανεπιστημιακά βιβλία και επιστημονικές εργασίες, διετέλεσε μέλος πολλών συμβουλευτικών επιστημονικών επιτροπών της προεδρίας και της κυβέρνησης των ΗΠΑ, είναι σύμβουλος της «Επιτροπής Ναρκωτικών» του ΟΗΕ και είναι από τους πλέον μαχητικούς υποστηρικτές της αντιαπαγόρευσης].

 

Συνεπώς, τα σοβαρότατα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι εξαρτημένοι από οπιούχα δεν προέρχονται απ' αυτή καθαυτή τη χρήση της ουσίας και την εξάρτησή τους, αλλά από την εφαρμοζόμενη απαγορευτική και κατασταλτική πολιτική:

 

H βιολογική αποδυνάμωση και η ατομική και κοινωνική υποβάθμιση των εξαρτημένων οφείλεται αποκλειστικά και μόνο στην απαγόρευση και την καταστολή που λειτουργεί προς όφελος του οργανωμένου εγκλήματος και σε βάρος των χρηστών και της κοινωνίας.

 

Γιατί μόνο σε συνθήκες απαγόρευσης, οι εξαρτημένοι (που, εξαιτίας της μικρής διάρκειας της δράσης των οπιούχων, πρέπει να παίρνουν 1 έως 4 δόσεις το 24ωρο, προκειμένου να αποφύγουν την εκδήλωση των επώδυνων στερητικών συμπτωμάτων), προκειμένου να εφοδιαστούν με την ουσία που έχουν ανάγκη, εξαναγκάζονται στη διάπραξη ποινικών αδικημάτων, την πορνεία, τη μικροδιακίνηση παράνομων ουσιών, τις συναλλαγές με το οργανωμένο έγκλημα, την κατανάλωση των πανάκριβων περιττωμάτων που προσφέρονται ως «ηρωίνη» στη μαύρη αγορά, τις διώξεις, τις συλλήψεις, τις καταδίκες και την περιθωριοποίηση, τον υποσιτισμό, την παραμέληση της ατομικής υγιεινής, τις λοιμώξεις και το θάνατο από δηλητηρίαση ή «υπερβολική δόση».

 

Η σχέση του ανθρώπου με τις ψυχοτρόπες ουσίες αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα του ανθρώπινου είδους σe όλη τη διάρκεια της βιολογικής και ιστορικής του διαδρομής, και η διερεύνησή της προϋποθέτει την αποσαφήνιση και τη διάκριση των εννοιών της χρήσης, της εξάρτησης και του «προβλήματος των ναρκωτικών»,που συσκοτίζονται και αλληλοεπικαλύπτονται τεχνηέντως προκειμένου να εξυπηρετηθούν ορισμένες εξουσιαστικές σκοπιμότητες.

 

4. Επιλογή, Χρήση, Εξάρτηση και Απεξάρτηση

 

● Η επιλογή και η χρήσητων ψυχοτρόπων ουσιών είναι ένα κατ' εξοχήν ατομικό-ψυχολογικό γεγονός, στο οποίο παρεισφρέουν, επιβοηθητικά ή αποτρεπτικά, ορισμένοι κοινωνικοί παράγοντες.

 

Αυτό το ατομικό-ψυχολογικό γεγονός συνδέεται άμεσα με τις ξεχωριστές και ιδιαίτερες, για κάθε άνθρωπο, ανάγκες να είναι σε κατάσταση ευεξίας, να απαλύνει το φυσικό πόνο, να μειώνει την ψυχική πίεση, να διασκεδάζει, να βιώνει άλλες καταστάσεις συνείδησης, να αντιμετωπίζει διάφορες αντιξοότητες της ζωής, να επιβιώνει σε σκληρές κλιματολογικές συνθήκες, κ.α.

 

● Η εξάρτησηαπό τις εξαρτησιογόνες ψυχοτρόπες ουσίες είναι ένα σύνθετο, πρωτίστως βιολογικό και δευτερευόντως ψυχικό γεγονός, στο οποίο παρεμβαίνουν βοηθητικά ή αποτρεπτικά, ορισμένοι ατομικοί και κοινωνικοί παράγοντες (ψυχοσύνθεση, χαρακτηριοδομή, μορφωτική, κοινωνική και οικονομική κατάσταση).

 

Αυτό το ατομικό-βιολογικό γεγονός συνδέεται με το νευροφυσιολογικό εξοπλισμό των ζωντανών οργανισμών: Εξ' αιτίας του γεγονότος ότι το νευρικό σύστημα παράγει φυσικά ενδογενή οπιούχα και διαθέτει ειδικούς υποδοχείς στους οποίους δρουν, κάθε άνθρωπος που θα εκτεθεί σε συστηματική λήψη οπιούχων για ένα ικανό χρονικό διάστημα, θα αναπτύξει εξάρτηση απ' αυτά, ανεξάρτητα από την προσωπικότητα, τη χαρακτηριοδομή και την κοινωνική του θέση.

 

Οι διάφοροι ατομικοί (ψυχολογικοί) και κοινωνικοί (οικονομικοί, πολιτικοί, πολιτιστικοί) παράγοντες που παρεμβαίνουν στη διαμόρφωση της ατομικής προσωπικότητας, παίζουν καθοριστικό ρόλο στην παραγωγή της επιθυμίας για χρήση των ψυχοτρόπων ουσιών, στην επιλογή της ουσίας, στο είδος της χρήσης (πειραματική, ψυχαγωγική, περιστασιακή ή συστηματική) και στη συνέχιση ή τη διακοπή της, αλλάδεν παρεμβαίνουνστην εγκατάσταση της εξάρτησης αυτής καθαυτής.

 

● Το «πρόβλημα των ναρκωτικών» είναι ένα κατ' εξοχήν πολιτικό, οικονομικό και ιδεολογικό γεγονός στο οποίο υπεισέρχονται διάφοροι βιολογικοί και ψυχολογικοί παράγοντες και το οποίο κατασκευάζεται σκοπίμως από την εξουσία μέσω της ποινικοποίησης της χρήσης ορισμένων επιλεγμένων ψυχοτρόπων ουσιών.

 

Η συστηματική και επί ικανό διάστημα χρήση των εξαρτησιογόνων ψυχοτρόπων ουσιών (αλκοόλ, καπνός, ηρεμιστικά, οπιούχα, κ.α.) έχει ως αποτέλεσμα την ανάπτυξη μιας βιολογικής σχέσης ανάμεσα στο χρήστη και την ουσία, που αποδίδεται με τον όρο εξάρτηση. Αντίθετα, η χρήση των μη-εξαρτησιογόνων ουσιών (κάνναβη και τα παράγωγά της, τα φύλλα κόκας, κ.α.) δεν προκαλεί κάτι τέτοιο.

 

● Η χρήση των ψυχοτρόπων ουσιών είναι προϊόν μιας ατομικής επιλογής, που, ακόμη και στη χειρότερη περίπτωση, αποτελεί μια τυπική πράξη αυτοπροσβολής, και ως τέτοια, δεν αποτελεί πρόβλημα για το άτομο και την κοινωνία, μέχρι τη στιγμή που μετατρέπεται σε ατομική και κοινωνική τραγωδία και σε «πρόβλημα ναρκωτικών» με την απαγορευτική-κατασταλτική παρέμβαση της εξουσίας.

 

Συνεπώς, η απαγόρευση ορισμένων ουσιών και η δίωξη των χρηστών τους από την κρατική εξουσία, συνιστούν βάναυση προσβολή ενός θεμελιώδους ατομικού δικαιώματος και πλήττει ευθέως τους χρήστες και την κοινωνία.

 

Χρήση, Εξάρτηση και «Πρόβλημα ναρκωτικών»

 

 

 

 

ΕΙΝΑΙ

ΓΕΓΟΝΟΣ

 

ΑΠΟΤΕΛΕΙ

ΠΡΟΪΟΝ

 

ΣΥΝΙΣΤΑ

ΠΡΑΞΗ

 

Η Χρήση

των ψυχοτρόπων

ουσιών

 

Ατομικό-ψυχολογικό

 

Ατομικής

επιλογής

 

Αυτοπροσβολής

 

Η Εξάρτηση

από ψυχοτρόπες

ουσίες

 

Ατομικό-

Βιολογικό

 

Ατομικής

επιλογής

 

Αυτοπροσβολής

 

Το «Πρόβλημα

των ναρκωτικών»

 

Κοινωνικο-πολιτικό

 

Εξουσιαστικής επιβολής

 

Ετεροπροσβολής

από μέρουςτης κρατικής εξουσίας σε βάρος του χρήστη και της κοινωνίας

 

 

 

Δ. ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΨΥΧΟΤΡΟΠΕΣ ΟΥΣΙΕΣ

 

1. Εκθέσεις κυβερνητικών και επιστημονικών επιτροπών

 

Κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου αιώνα, η Βρετανική κυβέρνηση, ανησυχώντας απ' τη διάδοση της χρήσης της κάνναβης ανάμεσα στον αγγλικό στρατό κατοχής των Ινδιών, ανέθεσε σε μια επιστημονική επιτροπή, γνωστή ως «Ινδική Επιτροπή», να διερευνήσει τις βιολογικές και κοινωνικές συνέπειες της χρήσης της κάνναβης.

 

Το 1894 δημοσιεύτηκε η «Εκθεση» της Ινδικής Επιτροπής, ένα μοναδικό επιστημονικό ντοκουμέντο 3.281 σελίδων που τα συμπεράσματά της επιβεβαιώνονται συνεχώς απ' όλες τις μεταγενέστερες έρευνες μέχρι σήμερα. Οι συντάκτες της, ύστερα από εξονυχιστική διερεύνηση και λεπτομερή καταγραφή όλων των πτυχών του ζητήματος, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι:

 

Από το 1894 μέχρι σήμερα, όλες οι επίσημες Εκθέσεις των κρατικών Επιστημονικών Οργανισμών και των Επιτροπών που συγκροτούν οι κυβερνήσεις διαφόρων χωρών για τη μελέτη του ζητήματος των ψυχοτρόπων ουσιών επιβεβαιώνουν εξακολουθητικά τα πορίσματα της Έκθεσης της Ινδικής Επιτροπής και σταδιακά αποκαθιστούν την κάνναβη στη συνείδηση του επιστημονικού κόσμου και του κοινού, ύστερα από τη μακροχρόνιαεκστρατεία σκόπιμης δυσφήμισής της στηνοποία αποδύθηκαν τα συνδυασμένα συμφέροντα της κρατικής εξουσίας και του μεγάλου κεφαλαίου που είναι επενδυμένο σε διάφορους βιομηχανικούς κλάδους (πετρελαιοειδή, χαρτί, φάρμακα, αλκοόλ, καπνός, «μαύρη αγορά» ναρκωτικών).

 

Όλες αυτές οι Εκθέσεις συμφωνούν ότι η χρήση της κάνναβης:

 

1.Δεν προκαλεί εξάρτηση.

2.Δεν έχει αρνητικά βιολογικά αποτελέσματα(με συντηρητική χρήση). Αλλά και σε κάθε άλλη περίπτωση, μηδέ εξαιρουμένης και της κατάχρησης, τα αποτελέσματά της είναι πολύ υποδεέστερα απ' αυτά που προκαλεί η χρήση του αλκοόλ και του καπνού.

3.Δεν έχει αιτιολογική σχέση με τη χρήση άλλων εξαρτησιογόνων ουσιών (δεν αποτελεί προστάδιο για τη χρήση άλλων ψυχοτρόπων ουσιών και, συνεπώς, είναι αβάσιμη η αποκαλούμενη θεωρία της κλιμάκωσης).

4.Δεν αποτελεί παράγοντα εγκληματικότητας.

 

Οι πιο ενδιαφέρουσες από τις πολυάριθμες επίσημες Εκθέσεις για τηνκάνναβη και τις άλλες ψυχοτρόπες ουσίες που εκπονήθηκαν από επίσημους κρατικούς επιστημονικούς οργανισμούς και κυβερνητικές επιτροπές διαφόρων χωρών, είναι οι εξής:

 

1894 - ΙΝΔΙΑ - Επιτροπή της Βρετανικής και της Ινδικής Κυβέρνησης: «Εκθεση για την Κάνναβη»

1905 - ΗΠΑ - Υπουργείο Πολέμου - Γραφείο ειδικών Θεμάτων: «Εκθεση της Ειδικής Επιτροπής για την έρευνα της χρήσης και της διακίνησης του Οπίου στις Φιλιππίνες».Η Επιτροπή συγκροτήθηκε από αμερικανική (κατοχική) Επιτροπή των Φιλιππίνων.

1926 - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - Εκθεση της Υπουργικής Επιτροπής για την εξάρτηση από τη Μορφίνη και την Ηρωίνη (Εκθεση της Επιτροπής Rolleston)

1928 - ΗΠΑ - CharlesE. Terry και MildredPellens: «Το Πρόβλημα του Οπίου»

1930 - ΗΠΑ - Επιτροπή Wickersham: «Εκθεση για την Ποτοαπαγόρευση» (Εκθεση για την Επιβολή των Απαγορευτικών Νόμων στις ΗΠΑ)

1929 - ΗΠΑ - Ερευνες του Στρατιωτικού Σώματος της Ζώνης της Διώρυγας του Παναμά (Ενοπλες Δυνάμεις των ΗΠΑ, 1916-29)

1944 - ΗΠΑ - Επιτροπή LaGuardia για τη μαριχουάνα: «Το πρόβλημα της μαριχουάνας στην πόλη της Νέας Υόρκης». Η επιτροπή συγκροτήθηκε από τον δήμαρχο της Νέας Υόρκης FiorelloLaGuardia. Η Εκθεση εκπονήθηκε από την Ιατρική Ακαδημία της Νέας Υόρκης και τυπώθηκε από το δήμο τη Νέας Υόρκης το 1944

1961 - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - Διακομματική Επιτροπή: “Εξάρτηση από Ουσίες ” (1η Εκθεση Επιτροπής Brain)

1961 - ΗΠΑ - Κοινή Επιτροπή της Αμερικανικής Νομικής Εταιρείας και της Αμερικανικής Ιατρικής Εταιρείας, για τη Ναρκωτικά: «Εξάρτηση από Ουσίες: Εγκλημα ή Ασθένεια;» (Αρχική και Τελική Εκθεση, 1961).

1965 - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - Διακομματική Επιτροπή: “Εκθεση για την Εξάρτηση από φάρμακα” (2η Εκθεση της Επιτροπής Brain)

1968 - ΗΝΩΜΕΝΟΒΑΣΙΛΕΙΟ - Συμβουλευτική Επιτροπή για την Εξάρτηση από Ουσίες: «Κάνναβη» (Εκθεση της Επιτροπής Wootton)

1970 - ΚΑΝΑΔΑΣ - Καναδική Κυβέρνηση: Ερευνητική Επιτροπή για τη Μη-ιατρική χρήση των φαρμάκων (Επιτροπή Le Dain): «Για την Κάνναβη».

1970 - ΗΠΑ - RichardJ. Bonnie & CharlesH. Whitebread, II (Καθηγητές, Παν/μιο Virginia): «Ο Απαγορευμένος Καρπός και το Δέντρο της Γνώσης: Μια έρευνα στη Νομική Ιστορία της Απαγόρευσης της Μαριχουάνας στις ΗΠΑ»

1971 - ΗΠΑ - Εθνικό Ινστιτούτο για την Κατάχρηση των Ουσιών (NIDA): «Εκθεση» στο Κογκρέσο των ΗΠΑ

1972 - ΗΠΑ - EdwardM. Brecher και οι Εκδότες του ConsumerReportsMagazine: «Εκθεση για τις Νόμιμες και τις Παράνομες Ουσίες»

1972 - ΗΠΑ - Πολιτεία του Ohio: «Εκθεση της Επιτροπής Koerner»

1972 - ΗΠΑ - Πρόγραμμα Επισκόπησης της Κατάχρησης των Φαρμάκων: «Αντιμετωπίζοντας την κατάχρηση των φαρμάκων: Μια Αναφορά στο Ιδρυμα Ford»

1972 - ΗΠΑ - Εθνική Επιτροπή για τη Μαριχουάνα και την κατάχρηση των φαρμάκων: «Μαριχουάνα: Ένα σημείο παρεξήγησης»

1973 - ΗΠΑ - Εθνική Επιτροπή για τη Μαριχουάνα και την κατάχρηση των φαρμάκων: «Η χρήση των Ουσιών στην Αμερική: Η προοπτική του προβλήματος»

1974 - ΗΠΑ - Επιτροπής της Γερουσίας των ΗΠΑ: «Εκθεση» (EastlandReport).

1975 - ΗΠΑ - Συμβούλιο για την ¨Κατάχρηση των Ουσιών (DAC): «Εκθεση»

1976 - ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ - Κοινοβουλευτική Επιτροπή: «Εκθεση»

1977 - ΗΠΑ - Επιτροπή για την Αποτίμηση των Νόμων για τα Ναρκωτικά της Νομικής Εταιρείας της πόλης της Νέας Υόρκης: «Οι σκληρότεροι νόμοι για τις απαγορευμένες ουσίες στις ΗΠΑ: Αποτιμώντας την εμπειρία της Νέας Υόρκης»

1977 - ΗΠΑ - Ακαδημίας Επιστημών της Νέας Υόρκης (NYAS) – Εκθεση: «Χρόνια χρήση κάνναβης».

1979 - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - Συμβουλευτική Επιτροπή της Βρετανικής κυβέρνησης: «Εκθεση»

1980 - ΗΠΑ - Συμβουλιο για την Κατάχρηση των Φαρμάκων: «Η αλήθεια για την κατάχρηση των ουσιών»

1982 - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - Συμβουλευτική Επιτροπή της Βρετανικής κυβέρνησης: «Εκθεση»

1982 - ΗΠΑ - Εθνική Ακαδημία Επιστημών: «Ανάλυση της Πολιτικής για τη Μαριχουάνα»

1986 - ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ - Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Ερευνητική Επιτροπή για την εξάπλωση του οργανωμένου εγκλήματος που σχετίζεται με το λαθρεμπόριο των ναρκωτικών στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας: «1η Εκθεση»

1988 -ΗΠΑ - DEA, «Φάκελος No. 86-22». ΟιαποφάσειςτουδικαστήΟ DEA Chief Administrative Law Judge ruling on medical marijuana

1989 - ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - Συμβουλευτική Επιτροπή για την Κατάχρηση των Φαρμάκων: «AIDS και κατάχρηση φαρμάκων» (μέρος 1, 1988 – μέρος 2, 1989)

1989 - ΗΠΑ - Συμβουλευτική Επιτροπή για την πολιτεία της Καλιφόρνια: «Εκθεση»

1991 - ΗΠΑ - Εθνική Επιτροπή για το AIDS: «Η δίδυμη επιδημία της χρήσης ουσιών και του HIV».

1992 - ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΕΝΩΣΗ - Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο - Ερευνητική Επιτροπή για την εξάπλωση του οργανωμένου εγκλήματος που σχετίζεται με το λαθρεμπόριο των ναρκωτικών στα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Κοινότητας: «2η Εκθεση».

1994 - ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ - Αυστραλιανή Κυβέρνηση: «Νομοθετικές επιλογές για την Κάνναβη»

1994 - ΗΠΑ - Εταιρεία Νομικών της Νέας Υόρκης - Ειδική Επιτροπή για τις Παράνομες Ουσίες και το Δίκαιο - Έκθεση:«Ένα μάθημα σύνεσης: Βάζοντας τέλος στην απαγόρευση των ουσιών».

1994 - ΗΠΑ - Κυβερνητικό Γραφείο για την αποτίμηση της Τεχνολογίας: “Τεχνολογίες για την κατανόηση και την πρόληψη της κατάχρησης των ουσιών και την εξάρτηση”

1995 - ΟΛΛΑΝΔΙΑ - Υπουργείο Υγείας: «Η Πολιτική για τις ουσίες στην Ολλανδία»

1995 - ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΥΓΕΙΑΣ (ΠΟΥ/WHO) - Ερευνητικό Πρόγραμμα για τις επιπτώσεις της χρήσης της κάνναβης στην υγεία: «Μια συγκριτική μελέτη των σωματικών και ψυχολογικών συνεπειών από τη χρήση του Αλκοόλ, της Κάνναβης, της Νικοτίνης και των Οπιούχων».

1996 - ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ - Κυβέρνηση της Βικτόρια, Μελβούρνη – Εκθεση του Συμβουλευτικής Επιτροπής για τις Ουσίες: «Ψυχοτρόιπες ουσίες και η Κοινωνία μας».

1996 - ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ - Κέντρο Δικαίου του Redfem – «Εκθεση για την Αναθεώρηση της Νομοθεσίας για τις Ψυχοτρόπες Ουσίες: «Πέρα από την Απαγόρευση».

1996 - ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ - Εθνικό Κέντρο Ερευνας των Ουσιών και του Αλκοόλ: «Οι επιπτώσεις στη σωματική και ψυχική υγεία από τη χρήση της κάνναβης».

1996 -ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ - Αυστραλιανή Εταρεία για την Αναθεώρηση της Νομοθεσίας για τις Ψυχοτρόπες Ουσίες: «Μαθήματα από την Εμπειρία με τις Ουσίες: Η αμφισβήτηση της σημερινής νομοθεσίας για τις ψυχοτρόπες ουσίες».

1996 - ΟΛΛΑΝΔΙΑ - Σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος των ουσιών στην Ολλανδία: «Ελεγχος των Ουσιών μέσω της Νομιμοποίησης».

1996 -ΗΠΑ - Εταιρεία Νομικών της κομητείας της Νέας Υόρκης – Ειδική Επιτροπή για τις Ψυχοτρόπες Ουσίες: «Εκθεση και Συστάσεις».

1998 -ΓΑΛΛΙΑ - Καθηγητής Bern. Roques και συνεργάτες του: “Η Επικινδυνότητα των Ψυχοτρόπων Ουσιών».

1998 -ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ - Βουλή των Λόρδων - Επιτροπή Επιστήμης και Τεχνολογίας: “Εκθεση για τις Θεραπευτικές Χρήσεις της Κάνναβης”

1999 - ΗΠΑ - Ακαδημία Επιστημών - Ινστιτούτο Ιατρικής: “Η Μαριχουάνα ως Φάρμακο - Αποτιμώντας την Επιστημονική Βάση”. (Η Εκθεση εκπονήθηκε από την National Academy of Sciences Institute of Medicine και παραγγέλθηκε από το National Drug Control Policy)

 

2. Η Έκθεση του καθηγητή Roque και των συνεργατών του

 

Η Εκθεση για την επικινδυνότητα των διαφόρων ψυχοτρόπων ουσιών (νόμιμων και παράνομων) που εκπονήθηκε από τον καθηγητή φαρμακολογίας B. Roque και τους συνεργάτες του, δικαίως κατέκτησε μια θέση στη χορεία των σημαντικών Εκθέσεων γι’ αυτό το ζήτημα που επεξεργάστηκαν διάφορες επιστημονικές επιτροπές από το 1894 μέχρι σήμερα.

 

Οι Εκθέσεις αυτές, συμβάλλουν στη διαύγαση των δράσεων των ψυχοτρόπων ουσιών με τρόπο αντικειμενικό και υπονομεύουν δραστικά την κυρίαρχη δαιμονολογία που παράγεται γύρω απ’ αυτό το θέμα από την προπαγάνδα της απαγόρευσης.

 

Ο καθηγητής B. Roque και οι συνεργάτες του, βασιζόμενοι στο ερευνητικό τους έργο και στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία, προχώρησαν σε μια ανάλυση της επικινδυνότητας των διαφόρων ψυχoτρόπων ουσιών (στις οποίες συμπεριλαμβάνονται το αλκοόλ και οκαπνός), και κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι:

 

«Συμπερασματικά, καμία από αυτές τις ουσίες δεν στερείται παντελώς κινδύνων. Όλες είναι ηδονιστικές (αν και o καπνός σαφώς λιγότερο), όλες ενεργοποιούν το ντoπαμινεργικό σύστημα, όλες μπορούν να προκαλέσουν μεγαλύτερη ή μικρότερη ψυχική εξάρτηση.

Εντούτοις, μπορούμε να τις ταξινομήσουμε σε τρεις ομάδες, προκειμένου να συγκρίνουμε την «επικινδυνότητα» τους.

Η πρώτηπεριλαμβάνει την ηρωίνη (και τα oπιoειδή), την κοκαΐνη και το αλκoόλ.

Η δεύτερητα ψυχοδιεγερτικά, τα παραισθησιογόνα και τον καπνό, τις βενζoδιαζεπίνες.

Και ύστερα ακολουθεί η κάνναβη».

 

Αυτή η διαπίστωση, που είναι εναρμονισμένη με την συμπερασματολογία όλων των προγενέστερων σοβαρών Εκθέσεων [και ιδιαίτερα, με τη «Συγκριτική μελέτη των σωματικών και ψυχολογικών συνεπειών από τη χρήση του Αλκοόλ, της Κάνναβης, της Νικοτίνης και των Οπιούχων», του Ερευνητικού Προγράμματος για τις επιπτώσεις της χρήσης της κάνναβης στην υγεία (που έγινε για λογαριασμό του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας -ΠΟΥ/WHO, το 1995], θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση για την αναθεώρηση της σημερινής –αντεπιστημονικής, δαιμονολογικής και καταστρεπτικής- πολιτικής απέναντι στις ψυχοτρόπες ουσίες, και την υιοθέτηση μιας επιστημονικής, ορθολογικής και κοινωνικά ωφέλιμης, ιατρικής και νομοθετικής στάση απέναντι σ’ ένα πρόβλημα που κατασκευάζεται σκοπίμως από την εξουσία.

 

Κλεάνθης Γρίβας

 

Pin It